Η Κωνσταντίνα Μεσσήνη είναι ανήσυχο πνεύμα. Της αρέσει να ψάχνεται, να εξερευνά τις δυνατότητες και τα ταλέντα της, να δοκιμάζει τις δυνάμεις της σε ό,τι τη συναρπάζει – αρκεί να έχει σχέση με την τέχνη. Γεννημένη και μεγαλωμένη στη Θεσσαλονίκη, ως έφηβη ήθελε να γίνει χορεύτρια. Τελικά σπούδασε Τέχνες Ηχου και Εικόνας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, στράφηκε στη σκηνοθεσία και γύρισε την πρώτη της ταινία μικρού μήκους, το «St. Virini – Το Ιερό Δάσος». Στα μισά της διαδρομής τής προέκυψε και το μόντελινγκ, κάνοντας λαμπρή αρχή με μια καμπάνια του Christian Louboutin. Η υποκριτική είναι το νέο πάθος της και κατά την ίδια ο χώρος που την ενδιαφέρει πλέον πιο πολύ. Η Αννα στη σειρά της ΕΡΤ1 «Τα καλύτερά μας χρόνια» ήταν ο ρόλος με τον οποίο μας συστήθηκε. Τώρα μας επανασυστήνεται ως Μαίρη στη νέα κινηματογραφική ταινία του Ντένη Ηλιάδη «Buzzheart». Η Κωνσταντίνα είναι έτοιμη για απογείωση.
GALA: Ασχολείσαι με την τέχνη σε διάφορες μορφές της. Πώς σου μπήκε το μικρόβιο;
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΜΕΣΣΗΝΗ: Και οι δύο γονείς μου είναι καλλιτέχνες. Ο μπαμπάς μου ήταν παλιά ηθοποιός και κλόουν, αργότερα δούλεψε ως οπερατέρ και στη συνέχεια ως σκηνοθέτης, οπότε στην ουσία μεγάλωσα μέσα σε ένα στούντιο και εκείνος μου μάθαινε πώς να χειρίζομαι τις κάμερες και τις κονσόλες. Ενιωθα πολύ οικεία σε αυτόν τον χώρο, σαν στο σπίτι μου. Η μαμά μου είναι λογίστρια, αλλά ζωγραφίζει πολύ ωραία. Οπότε κι εγώ από μικρή ζωγράφιζα πολύ. Επίσης πήγα σε καλλιτεχνικό σχολείο και ήμουν στην κατεύθυνση χορού, έκανα πολύ μπαλέτο και σύγχρονο. Μέχρι τα 18 μου ήμουν σίγουρη ότι θα ασχοληθώ με αυτό επαγγελματικά και ήμουν έτοιμη να δώσω εξετάσεις σε σχολή χορού, αλλά δεν το έκανα ποτέ.
G.: Γιατί δεν το έκανες;
Κ.Μ.: Γιατί αγάπησα πολύ τον κινηματογράφο. Είχα μια καθηγήτρια στο σχολείο η οποία μου έδινε λίστες με ταινίες του ευρωπαϊκού κινηματογράφου τον οποίο δεν γνώριζα μέχρι τότε. Αρχισα να βλέπω ταινίες του Βιμ Βέντερς και του Κισλόφκσι και δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ο κινηματογράφος μπορεί να είναι τόσο μαγικός και όμορφος. Κατάλαβα ότι θέλω να υπάρχω μέσα σε αυτόν τον χώρο. Και παρότι αρχικά ο στόχος μου ήταν η σκηνοθεσία, με γοήτευε πάντα και το κομμάτι της υποκριτικής.
Οταν είδα πρώτη φορά ταινίες του Κισλόφσκι και του Βέντερς δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ο κινηματογράφος μπορεί να είναι τόσο μαγικός»
G.: Και κάπως έτσι προέκυψε και η πρώτη σου ταινία μικρού μήκους.
Κ.Μ.: Ναι, το «St. Virini – Το Ιερό Δάσος». Είναι ένα ντοκιμαντέρ για το χωριό μου τη Βωβούσα, η οποία βρίσκεται στο Ανατολικό Ζαγόρι και έχει το ιερό δάσος της Αγίας Παρασκευής. Υπάρχει λοιπόν ένας μύθος ότι όσοι κόβουν δέντρα από αυτό το δάσος μετά πεθαίνουν. Το ντοκιμαντέρ βασιζόταν κυρίως σε συνεντεύξεις με ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας που ξεδίπλωναν τον μύθο. Η ταινία προβλήθηκε σε διάφορα φεστιβάλ και πήγε καλά, αλλά δεν βγήκε ποτέ σε αίθουσα γιατί ήταν η περίοδος του COVID. Οταν άνοιξαν λίγο τα πράγματα, κάναμε μια προβολή στο χωριό. Είχαν έρθει όλοι οι κάτοικοι φορώντας τα καλά τους και ένιωθαν πολύ περήφανοι που έβλεπαν την ιστορία τους στην οθόνη. Και μόνο γι’ αυτή τη στιγμή άξιζε όλος ο κόπος και όλη η προσπάθεια.
G.: Το μόντελινγκ πότε μπήκε στη ζωή σου;
Κ.Μ.: Κάνω μόδα από το 2018. Η πρώτη μου δουλειά ήταν για τον Christian Louboutin. Ηθελαν μια χορεύτρια για μια καμπάνια του οίκου που θα γύριζαν στην Αθήνα, πέρασα από κάστινγκ και συνέβη. Ηταν καταπληκτική εμπειρία. Από τότε έχω κάνει πολλά πράγματα στην Ελλάδα – διαφημιστικά, editorial μόδας, έχω περπατήσει και σε fashion shows, με πιο πρόσφατη την επίδειξη της Zeus+Δione.
G.: Με την υποκριτική πώς ξεκίνησες;
Κ.Μ.: Οταν σπούδαζα στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο στην Κέρκυρα έκανα μαθήματα υποκριτικής με διάφορες θεατρικές ομάδες.
Μου φαινόταν πολύ ενδιαφέρον. Αλλά στην ουσία όλα ξεκίνησαν μετά τη δουλειά για τον Louboutin, όπου με είδε η Ευαγγελία Κρανιώτη, μια σκηνοθέτις που ζει στη Γαλλία, και με επέλεξε για μια ταινία της. Δουλέψαμε μαζί έναν χρόνο και ήταν σπουδαία εμπειρία. Αυτή ήταν η πρώτη μου δουλειά ως ηθοποιός, αλλά η ταινία δεν έχει προβληθεί ακόμα. Ο προσωρινός τίτλος της είναι «Anywhere out of the world». Μετά ήρθε ο ρόλος της Αννας στα «Καλύτερά μας χρόνια» και τώρα το «Buzzheart».
G.: Πώς βρέθηκες στο «Buzzheart»;
Κ.Μ.: Πέρασα από κάστινγκ. Είχα γνωρίσει τον Ντένη Ηλιάδη σε μια διαφήμιση πριν από λίγα χρόνια, και παρότι δεν είχαμε μιλήσει πολύ, εκείνος με θυμόταν. Του έκανα για τον ρόλο και έτσι βρέθηκα στην ταινία. Ηταν υπέροχο να δουλεύω με τον Γιώργο Λιάντο, την Εβελίνα Παπούλια και τον Κλαούντιο Κάγια. Και επειδή τα γυρίσματα έγιναν στην Αγόριανη, στον Παρνασσό, είχαμε πολύ χρόνο για να γνωριστούμε αληθινά και ουσιαστικά.
G.: Πες μου λίγα λόγια για την υπόθεση.
Κ.Μ.: Είναι ένα ψυχολογικό θρίλερ. Εγώ υποδύομαι τη Μαίρη, μια κοπέλα με πολύ ιδιαίτερο χαρακτήρα. Η Μαίρη γνωρίζει τον Αργύρη και τον καλεί να περάσουν ένα τριήμερο στο εξοχικό της με τους γονείς της όπου τον παρουσιάζει ως το αγόρι της. Οι γονείς της τον βάζουν να περάσει από κάποια ψυχολογικά τεστ για να δουν αν είναι συμβατός με την κόρη τους και αν μπορούν να τον εμπιστευτούν. Οσο περνούν όμως οι μέρες, αυτά τα τεστ γίνονται όλο και πιο έντονα και πιο επικίνδυνα.
G.: Δύσκολος ρόλος; Πώς τον προσέγγισες;
Κ.Μ.: Διάβασα ένα εκατομμύριο φορές το σενάριο, προσπαθούσα να το χωρίσω σε κομμάτια και να κρατήσω σημειώσεις. Μιλήσαμε πάρα πολύ με τον Ντένη για το πώς είναι αυτός ο χαρακτήρας και πώς μοιάζει. Προσπάθησα να βάλω πολλά δικά μου στοιχεία – ακόμα και στα ρούχα. Ο Ντένης ήθελε να είναι σίγουρος ότι θα νιώσω άνετα μέσα στα ρούχα της Μαίρης. Ο ρόλος αυτός ήταν και πολύ σωματικός. Η Μαίρη έκανε τραμπολίνο, οπότε χρειάστηκε να κάνω κάποια μαθήματα πριν από τα γυρίσματα.
G.: Κουβαλούσες τον ρόλο;
Κ.Μ.: Συνέχεια. Αλλά επειδή ήμασταν σε αυτό το μέρος όλη η ομάδα, όλη τη μέρα μαζί, σαν οικογένεια, υπήρχαν πολλοί τρόποι για να αποσυμπιέζεται η ένταση. Οι πιο δύσκολες σκηνές ήταν εκείνες που τις προσεγγίζαμε με το περισσότερο χιούμορ.
G.: Πώς αποσυμπιέζεσαι γενικά;
Κ.Μ.: Η ζωγραφική είναι ένας τρόπος. Συνήθως ζωγραφίζω κοπέλες, μου αρέσουν πολύ τα ακρυλικά χρώματα και οι ακουαρέλες. Ακόμα και στα γυρίσματα είχα μαζί μου πάντα ένα σετ ζωγραφικής. Η φωτογραφική κάμερα είναι επίσης αναπόσπαστο κομμάτι μου και με βοηθάει να είμαι στο κέντρο μου. Μου αρέσει να φωτογραφίζω ανθρώπους στον δρόμο, άγνωστους. Οταν έχω την κάμερα μαζί μου νιώθω ασφάλεια. Και τώρα που μιλάμε την έχω μαζί μου, μέσα στην τσάντα μου.
G.: Πώς ένιωσες όταν είδες την ταινία;
Κ.Μ.: Ηταν δύσκολο να βλέπω τον εαυτό μου στην οθόνη. Είμαι εγώ και ταυτόχρονα είμαι και κάποια άλλη, ένας πολύ περίεργος συνδυασμός. Οταν με έβλεπα στα «Καλύτερά μας χρόνια» συνήθως εντόπιζα τα λάθη και τα πράγματα που θα άλλαζα. Αυτή τη φορά αποφάσισα να μην το κάνω και να το χαρώ όσο περισσότερο μπορώ.
G.: Χορός, μόντελινγκ, σκηνοθεσία, φωτογραφία, εικαστικές τέχνες, υποκριτική. Υπάρχουν κι άλλα πράγματα που θέλεις να δοκιμάσεις;
Κ.Μ.: Τώρα τελευταία αγόρασα και μια ραπτομηχανή για να ράβω μόνη μου τα ρούχα μου. (γελάει) Αυτό στο οποίο εστιάζω πλέον είναι η υποκριτική. Θέλω να εξελιχθώ ως ηθοποιός μέσα από τη δουλειά μου, αλλά και μέσω σεμιναρίων. Πριν από λίγες μέρες ήμουν στην Ιαπωνία για ένα σεμινάριο του Ταντάσι Σουζούκι. Είναι ένας σπουδαίος Ιάπωνας σκηνοθέτης, πολύ μεγάλος σε ηλικία, που έχει δημιουργήσει έναν ολόκληρο κόσμο σε ένα χωριό πάνω σε βουνό, αφιερωμένο στο θέατρο και την υποκριτική. Η τεχνική του με ενδιαφέρει πολύ και μακάρι να μπορέσω να ξαναπάω και να ξαναπάω. Τα πράγματα που θέλω να κάνω τα έχω διαλέξει πολύ συνειδητά, αλλά είμαι πολύ ανοιχτή και σε νέες προοπτικές. Οσο μεγαλώνω, προσπαθώ να ανοίγω εγώ τις πόρτες και να αποκτώ θάρρος προς τη ζωή. Θέλω να πηγαίνω εγώ προς τα πράγματα και να μην περιμένω να συμβούν ◆