Η ραγδαία αύξηση των ενοικίων στην αγορά φαίνεται πως έχει ήδη απορροφήσει τη νέα κυβερνητική προσπάθεια επίλυσης του στεγαστικού προβλήματος.
Η εξεύρεση προσιτού σπιτιού στα αστικά κέντρα, και ειδικά στην Αττική, έχει γίνει σχεδόν αδύνατη για πολλούς, ειδικά για τα νέα ζευγάρια και τους νέους εργαζόμενους. Οι υψηλές τιμές ενοικίων, σε συνδυασμό με τα περιορισμένα εισοδήματα, καθιστούν τη στέγαση δυσβάσταχτο βάρος, οδηγώντας πολλά άτομα είτε να συγκατοικήσουν με φίλους ή συγγενείς είτε να μετακινηθούν σε πιο απομακρυσμένες περιοχές της περιφέρειας, μακριά από την εργασία τους και το κοινωνικό τους περιβάλλον.
Η μέση τιμή ενοικίου στην Αττική αγγίζει πλέον τα 12 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, ενώ στη Θεσσαλονίκη ανέρχεται στα 8,5 ευρώ. Αυτές οι αυξήσεις έχουν οδηγήσει το 30% των νοικοκυριών που διαμένουν σε μισθωμένη κατοικία να φτάσουν στα όρια των οικονομικών τους δυνατοτήτων, προκαλώντας ευρύτερη ανησυχία.
Τα στατιστικά στοιχεία επιβεβαιώνουν την κλιμάκωση των τιμών: σε πανελλαδικό επίπεδο, η μέση τιμή ενοικίου τον Σεπτέμβριο του 2023 ήταν 10 ευρώ ανά τ.μ., σημειώνοντας αύξηση 6,61% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Στα αστικά κέντρα η κατάσταση είναι ακόμα πιο δύσκολη, με τις τιμές να φτάνουν τα 11,97 ευρώ στην Αττική, ενώ στις νησιωτικές περιοχές και σε δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς οι τιμές είναι υψηλότερες. Στον αντίποδα, οι χαμηλότερες τιμές καταγράφονται σε περιοχές όπως η Στερεά Ελλάδα (6,30 ευρώ/τ.μ.).
Τα μέτρα του νέου προϋπολογισμού
Ο προϋπολογισμός του 2025 αναγνωρίζει την οξυμένη στεγαστική κρίση και ενσωματώνει μέτρα για την αντιμετώπισή της. Οι κύριες παρεμβάσεις περιλαμβάνουν:
1. Πρόγραμμα «ΣΠΙΤΙ μου ΙΙ»: Προβλέπει επιδοτούμενα δάνεια ύψους 2 δισ. ευρώ, με μειωμένα επιτόκια έως 50% για νέους ηλικίας 25-50 ετών και εισοδηματικά κριτήρια που καλύπτουν περισσότερα νοικοκυριά.
3. Αύξηση επιδόματος στέγασης: Το επίδομα αυξάνεται από 70 σε 125 ευρώ, με επιπλέον προσαύξηση ανά τέκνο.
Παρά τις προσπάθειες να αντιμετωπιστεί η στεγαστική κρίση μέσω αυτών των μέτρων, η πρόκληση παραμένει μεγάλη, ιδιαίτερα καθώς η ζήτηση για κατοικίες σε προσιτές τιμές συνεχίζει να αυξάνεται, ενώ η προσφορά παραμένει περιορισμένη.