Καλοκαίρι 1942. Σε αποχαρακτηρισμένο έγγραφο του FBI, κατόπιν ειδοποίησης που έλαβε από τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών του Ναυτικού, ο Αριστοτέλης Ωνάσης βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος: “Το ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ είναι ένας Έλληνας που έχει προγραμματίσει να αναχωρήσει από το Μπουένος Άιρες για τις ΗΠΑ στις 18 Ιουνίου με την Panair. Είναι εν μέρει ιδιοκτήτης των δεξαμενόπλοιων «Calliroy» και «Antiope», τα οποία ελπίζει να πουλήσει στη Διοίκηση Πολεμικής Ναυτιλίας. Η Πρεσβεία στο Μπουένος Άιρες έλαβε πληροφορίες από τον “Greek Minister” ότι το ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ έχει εκφράσει αισθήματα εχθρικά προς τις πολεμικές προσπάθειες των Ηνωμένων Εθνών και πιστεύεται ότι οι δραστηριότητές του ενώ βρίσκεται στις ΗΠΑ πρέπει να παρατηρούνται. Το STATE (DEPARTMENT) είναι γνώστης (των πληροφοριών)”.
Εκείνη την περίοδο ο Ωνάσης ήταν ένας μεσαίου μεγέθους εφοπλιστής – δεν είχε στην κατοχή του περισσότερα από 3-4 πλοία. Βρισκόταν ήδη στην Αργεντινή περίπου δύο δεκαετίες, μαζί με τα ξαδέρφια του, τον Νίκο και τον Κωνσταντίνο Κονιαλίδη, με τους οποίους είχε ανοίξει οικογενειακή επιχείρηση που αναπτύχθηκε παράλληλα με την εταιρεία του πατέρα του ο οποίος τότε βρισκόταν στον Πειραιά. Κύριο αντικείμενο, η εμπορία καπνού, που με τις έξυπνες κινήσεις του Αριστοτέλη Ωνάση, είχε αναδειχθεί σε χρυσωρυχείο – από 15 δέματα το 1924 οι δουλειές είχαν φτάσει στα 15.000 δέματα εισαγωγών δέκα χρόνια μετά.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 είχε αρχίσει να ασχολείται και με επενδύσεις στη ναυτιλία, πρώτα σε μεταχειρισμένα πλοία ξηρού φορτίου και μετά, προς το τέλος της δεκαετίας, σε νεότευκτα δεξαμενόπλοια που ναυπηγούνταν στα σουηδικά ναυπηγεία. Παρά το γεγονός ότι κάποια από τα πλοία του αποκλείστηκαν λόγω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κατάφερε να βγάλει κέρδος από την πώληση δύο το 1940 και επανεπένδυσε σε δύο άλλα το 1941, τα “Calliroy” και “Antiope”, τα οποία έναν χρόνο μετά προσπαθούσε να πωλήσει.
Σε έγγραφο του FBI, το οποίο αποχαρακτηρίστηκε, αναφέρεται για την υπόθεση πώλησης των δύο πλοίων: “Σημειώνεται ότι το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ έλαβε πληροφορίες από τη Διοίκηση Πολεμικής Ναυτιλίας στην Ουάσιγκτον, ότι η Διοίκηση διαπραγματευόταν με το υποκείμενο για την αγορά δύο δεξαμενόπλοιων συμφερόντων του υποκειμένου. Τα ονόματα των δεξαμενόπλοιων είναι “Calliroy” και “Antiope”. Στις 8 Μαΐου 1942, το υπουργείο Εξωτερικών εξουσιοδότησε την Πρεσβεία στο Μπουένος Άιρες να του χορηγήσει μη μεταναστευτική βίζα. Με μήνυμα της 13ης Νοεμβρίου 1942, η πρεσβεία των Ηνωμένων Πολιτειών στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής δήλωσε ότι είχε πληροφορίες ότι το υποκείμενο είχε φασιστικές ιδέες και θεωρούνταν πανούργο και αδίστακτο”.
Από το πρώτο έγγραφο του FBI φαίνεται ότι πληροφορίες στην πρεσβεία των ΗΠΑ στο Μπουένος Άιρες ήταν πρόσωπο το οποίο χαρακτήριζαν ως “Greek Minister”. Θα μπορούσε ένας έλληνας υπουργός, εν έτει 1942, να λέει στους Αμερικανούς ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης έχει φασιστικές ιδέες;
Εκείνη την περίοδο στην Ελλάδα είχε τοποθετηθεί από τους Γερμανούς η κυβέρνηση Τσολάκογλου, με την νόμιμη κυβέρνηση της χώρας να έχει διαφύγει στο εξωτερικό. Στο διάγγελμά του ο Γεώργιος Τσολάκογλου τον Απρίλιο του 1941 είχε αναφέρει: “Η σκληρά πραγματικότης είνε, ότι, μετά την κατάληψιν των Αθηνών υπό του Γερμανικού στρατού και μετά την φυγήν των Άγγλων, δεν δύναται να γίνη ουδείς πλέον λόγος περί συνεχίσεως του αγώνος. Κυβέρνησις που ετράπη εις φυγήν ουδέν δικαίωμα έχει να απαιτεί από τον Ελληνικόν Λαόν θυσίας αι οποίαι ισοδυναμούν με σφαγιασμόν και αυτοκτονίαν”.
Κι έπειτα υπήρχε και αυτό το έγγραφο του FBI:
“ΩΝΑΣΗΣ Αριστοτέλης.
Κρατικός εκπρόσωπος, Μπουένος Άιρες #5484, 17/7/42.
Το υποκείμενο, που είναι εν μέρει ιδιοκτήτης των δεξαμενόπλοιων Calliroy και Antiope έχει προγραμματιστεί να αναχωρήσει στις 18/7 μέσω της Panair για να διαπραγματευτεί την πώληση των προαναφερθέντων δεξαμενόπλοιων στη Διοίκηση Πολεμικής Ναυτιλίας. Σύμφωνα με πληροφορίες που έδωσε ο Υπουργός της Ελλάδας (“Minister of Greece”), το υποκείμενο είναι υπέρ (των δυνάμεων) του Άξονα”.
Ποιος “Υπουργός” της Ελλάδας από την κυβέρνηση Τσολάκογλου θα μπορούσε να δίνει στην αμερικανική πρεσβεία στο Μπουένος Άιρες τέτοιου είδους πληροφορίες για τον Ωνάση;
Το σημερινό σύστημα διπλωματικής ιεραρχίας καθιερώθηκε από τη Σύμβαση της Βιέννης για τις Διπλωματικές Σχέσεις το 1961. Βάσει αυτού, ο επικεφαλής αποστολής κράτους που είναι διαπιστευμένος στην χώρα υποδοχής είναι ο Πρεσβευτής (Ambassador). Μέχρι και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρχε όμως και ο βαθμός του “Μinister”, του επικεφαλής μίας αντιπροσωπείας η οποία δεν αφορούσε απαραίτητα πρεσβεία. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η πρεσβεία κατέστη η τυπική μορφή διπλωματικής αποστολής και ο βαθμός του “Minister” θα γινόταν πλέον παρωχημένος.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, πριν ξεκινήσει τις επενδύσεις στην ναυτιλία ο Ωνάσης είχε αναπτύξει ιδιαίτερα καλές σχέσεις με τον υπουργό Εξωτερικών της κυβέρνησης Βενιζέλου, τον Ανδρέα Μιχαλακόπουλο. Το 1931, επί υπουργίας του τελευταίου, ο Ωνάσης διορίστηκε αναπληρωτής πρόξενος στο Μπουένος Άιρες, θέση την οποία κράτησε για πέντε περίπου χρόνια, και στην οποία τον διαδέχθηκε ο ξάδερφός του Νίκος Κονιαλίδης. Επί δικτατορίας Μεταξά το 1938, τη χρονιά που πέθανε ο Μιχαλακόπουλος εξόριστος στην Πάρο, το προξενείο της Ελλάδας στο Μπουένος Άιρες αποφασίστηκε να γίνει πρεσβεία, όπου και τοποθετήθηκε επικεφαλής ο Βασίλειος Δενδραμής.
“Ο Δενδραμής αποδείχτηκε άγριος εχθρός του Ωνάση, παρεμβαίνοντας την επόμενη δεκαετία σε όλες τις σχέσεις του με την ελληνική κυβέρνηση”, γράφει στην ειδική έκδοση των “Ναυτικών Χρονικών” με τίτλο “Το ελληνικό ναυτιλιακό παράδειγμα. Ηγετικές μορφές του ελληνικού εφοπλισμού κατά τον 20ό αιώνα” δηλώνει η καθηγήτρια του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης Τζελίνα Χαρλαύτη, που έχει μελετήσει διεξοδικά την ιστορία του έλληνα μεγιστάνα.
Η κ. Χαρλαύτη έχει ασχοληθεί και με το μοναδικό γραπτό του που δημοσιεύθηκε όσο ο Ωνάσης ήταν εν ζωή, ένα υπόμνημα που είχε υποβάλλει στον προεδρο των ελληνων εφοπλιστων στη Νεα Υορκη Μανωλη Κουλουκουντη το 1947. Ολόκληρο το κείμενο δημοσιεύθηκε στον Εθνικό Κήρυκα των Αθηνών τον Μάρτιο του 1953 σε 12 συνέχειες με τον τίτλο “Η ναυτιλια μας μετα τον πολεμον και η δρασις των Ελληνων εφοπλιστων. Μια εξιστορησις αγνωστων και καταπληκτικων γεγονοτων, απο τον δαιμονιον Ελληνα εφοπλιστην κ. Ωνασην” και έγινε γνωστό και ως “Ωνασιάδα”.
Στο κείμενό του ο Αριστοτέλης Ωνάσης αναφέρεται στον διπλωμάτη Βασίλειο Δενδραμή αρκετές φορές – ίσως τις περισσότερες από κάθε άλλο πρόσωπο που κατονομάζει. Κατ’ αρχήν του προσάπτει ότι πλούτισε σε καιρό κρίσης: “Δηλαδη οπως οι εν Ελλαδι παραμειναντες υπαλληλοι του υπουργειου Εξωτερικων εζησαν με χαρουπια, ρακενδυτοι και κατατρομαγμενοι, καθ’ ον χρονον ο κ. Δενδραμης οχι μονον την εγλυττωσε, αλλα και επλουτισεν (…)”.
Σε άλλο σημείο της Ωνασιάδας, ο Έλληνας εφοπλιστής εξιστορεί το ακόλουθο περιστατικό:
“Δεν ειναι ομως η πρωτη φορα που ο κ. Δενδραμης συνωμοτει εναντιον των συμφεροντων του Εθνους δια της τορπιλλισεως αγαθοεργων και κοινωφελων πρωτοβουλιων, προς ικανοποιησιν προσωπικων και εγωιστικων συμφεροντων του. Το μεγαλυτερον και αθλιωτερον αμαρτημα το εχει διαπραξει στο 1943 διαρ- κουντος του πολεμου εις βαρος του πεινωντος Ελληνικου λαου και εξηγουμαι: Τις καταμαυρες ημερες στας αρχας του 1943 οταν ακουαμε οτι η πεινα θεριζε τον Ελληνικο λαο, μου κατεβαινει η εμπνευσις και τηλεφωνω εκ Ν. Υορκης εις τον εν B. Aires διακεκριμενον Αργεντινον φιλον και συνεργατην μου A. Dodero και τον παρακαλω να ζητηση απο τον φιλον του τον Προεδρο της Δημοκρατιας να μας δωρησουν 20.000 τοννους σιτου. Μετ’ ολιγας ημερας απαντα ο φιλος μου οτι ο Προεδρος εδεχθη ευχαριστως και το ποσον ειναι στην διαθεσιν μας. Τρεχω στην Ν. Υορκη και κινω καθε πετρα πιθανοτητος για να επιτευχθη αδεια να με- ταφερθη το σιταρι αυτο με Ελληνικα η ξενα καραβια υπο την σημαιαν του Ερυ- θρου Σταυρου. (Ακομη τοτε δεν ειχαν αρχισει αι Σουηδικαι μεταφοραι Καναδικου σιτου). Εν συνεχεια της δηλωσεως του Προεδρου, η Γραμματεια του Γραφειου του Προεδρου υποδεικνυει την επιθυμιαν, δια τους τυπους, και μιας γραπτης αιτησεως της Πρεσβειας δια την χορηγησιν του σιτου. Τι εκαμε λοιπον ο Δενδραμης; Εκωλυσιεργησε παντοιοτροπως, εμηχανευθη τα παντα και εν τελει εκαψε την επιτευχθεισα δωρεαν δηλωσας στην Γραμματειαν, οτι η Κυβερνησις του ου- δεμιαν εξουσιοδοτησιν εχει δωσει σε κανενα να ζητηση εκ μερους της δωρεαν σιτου ουτε και εξεδηλωθη τοιαυτη επιθυμια ποτε!!! (Εννοειται προσεχων παντοτε ολα αυτα να γινωνται προφορικως). Κατοπιν αφινει και περνα αρκετος καιρος και αφου ξεχασθηκε το ζητημα και ηλλαξε και ο Προεδρος της Δημοκρατιας, παρουσιαζεται στη Κυβερνησι και ζητα το ιδιο πραγμα, το επιτυγχανει και το φουρνιζει ως δικη του πρωτοβουλια, αναμενων φυσικα απο τους εν Καϊρω προισταμενους του και τα σχετικα συγχαρητηρια. Βεβαια ποιος θα επαιρνε τα συγχαρητηρια ειναι το φαιδρον μερος της υποθεσεως, το εγκλημα ομως ειναι οτι κατεστρεψε την αποστολην 20.000 τοννων σιτου την εποχη που θα εσωζε χιλιαδας πεινωντων στην Ελλαδα και οχι μετα το περας του πολεμου. Ερωτω μπορει ποτε Πρεσβυς να διαπραξη στυγερωτερο εγκλημα εναντιον της Πατριδος του δια να ικανοποιησει χαμερπη ενστικτα; Ειναι δυνατον ποτε Πρεσβυς να προξενηση χειροτεραν εντυπωσιν εις τους ξενους που αντεληφθησαν αυτα τα τερτιπια εις βαρος και της χωρας που αντιπροσωπευει; Διεμαρτυρηθην εις ματην στον Τσουδερο, Βενιζελο και αλλους. Αυτα που αναφερω δεν ειναι μικροπραγματα σε Κρατη με σοβαραν συναισθησιν της υποστασεως των. Θα εβγαινε η Βουλη να καμη ανακρισεις”.
Όταν ο Αριστοτέλης Ωνάσης έγραφε το εν λόγω κείμενο, ο Βασίλειος Δενδραμής είχε ήδη διατελέσει υφυπουργός Τύπου και Πληροφοριών κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Βούλγαρη το 1945. Από τα γραφόμενα του έλληνα εφοπλιστή φαίνεται ότι θεωρούσε πως ο Δενδραμής τόσο στην Ελλάδα όσο και στην πρεσβεία της Ελλάδας στις ΗΠΑ, ενήργησε παρασκηνιακά για να του βάλει εμπόδια στην αγορά αμερικανικών πλοίων. Στην Ωνασιάδα, αναφέρεται 16 φορές ονομάστικά στον Δενδραμή, και πολλές ακόμα αφήνει υπονοούμενα εναντίον του χωρίς να τον κατονομάζει. Ωστόσο, δεν φαίνεται από τα όσα του καταλόγιζε να είχε γνώση για τα όσα “επικοινωνούσε” ο “Greek Minister” στις αμερικανικές διπλωματικές υπηρεσίες και κατ’ επέκταση στο FBI.
Το 1944, τρία χρόνια πριν γράψει την Ωνασιάδα, σε εμπιστευτικό τηλεγράφημα περιλαμβάνονταν οι εξής πληροφορίες για τον Ωνάση: “Σε μια αναφερόμενη επιστολή από το Γραφείο (FBI) όπου ενημέρωσε ότι είχαν ληφθεί πληροφορίες από τον Εμπιστευτικό Πληροφοριοδότη T-1 ότι οι δηλώσεις που αποδίδονται στο υποκείμενο και που φέρεται να περιέχουν αισθήματα εχθρικά προς την πολεμική προσπάθεια των Ηνωμένων Εθνών, μπορεί να προκλήθηκαν από ενόχληση για αποτυχία για να λάβει άδεια από το Ναυτιλιακό Συμβούλιο των Ηνωμένων Πολιτειών για να μεταπωλήσει με κέρδος στην κυβέρνηση της Αργεντινής τα δεξαμενόπλοια Calliroy και Antiope, τα οποία είχε αγοράσει το 1941, είχε επισκευάσει και μετέφερε το νηολόγιο από τις Ηνωμένες Πολιτείες στον στόλο του Παναμά, ο πληροφοριοδότης ενημέρωσε περαιτέρω ότι το υποκείμενο δεν φαίνεται να είναι ανατρεπτικό (…) Λαμβανομένων υπόψη των παραπάνω πληροφοριών και του γεγονότος ότι η έρευνα μέχρι σήμερα δεν αντανακλά καμία δραστηριότητα ανατρεπτικού χαρακτήρα από την πλευρά του υποκειμένου, δεν θεωρείται δικαιολογημένη περαιτέρω έρευνα και η υπόθεση έχει κλείσει”.
Σε άλλο σημείο των τηλεγραφημάτων του FBI φαίνεται ότι ο Εμπιστευτικός Πληροφοριοδότης T-1, που θεωρεί τον Ωνάση “μη ανατρεπτικό στοιχείο” σε αντίθεση με την πληροφόρηση που είχε δοθεί από τον “Greek Minister”, είναι οι υπηρεσίες Πληροφοριών του Ναυτικού των ΗΠΑ.
Παρά το γεγονός ότι η έρευνα έκλεισε το 1944, ο Έντγκαρ Χούβερ συνέχισε επί μακρόν να χρησιμοποιεί τις πληροφορίες περί υποτιθέμενων “εχθρικών αισθημάτων” του Ωνάση στις πολεμικές προσπάθειες της Συμμαχίας. Παράδειγμα, μία επιστολή του Χούβερ που στάλθηκε τον Μάιο του 1953, εννέα ολόκληρα χρόνια αφού είχε κλείσει η υπόθεση, στον νομικό ακόλουθο της πρεσβείας στο Παρίσι, όπου ανάμεσα σε άλλα σημειώνονταν τα εξής “Υποστηρίχθηκε επίσης ότι ο Ωνάσης κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου εξέφρασε αισθήματα εχθρικά προς τα συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών.
Κατά την προσφιλή του συνήθεια ο Χούβερ παρέθετε τις πληροφορίες που θα έβλαπταν κάποιον, σημειώνοντας όμως ταυτόχρονα ότι οι έρευνες δεν απέδειξαν κάτι τέτοιο. “Το Γραφείο (FBI) διεξήγαγε έρευνα σχετικά με αυτόν τον ισχυρισμό και δεν εντοπίστηκαν αρνητικές πληροφορίες”, κατέληγε ο Χούβερ στην επιστολή του.