Ο Μπέζος επέμεινε στο άρθρο του ότι πρόκειται για «απόφαση αρχών και είναι η σωστή» υποστηρίζοντας ότι τέτοιου είδους πρακτικές «δίνουν την εντύπωση της προκατάληψης».
«Τέτοιου είδους πρακτικές δεν κάνουν τίποτα για να κρίνουν το αποτέλεσμα των εκλογών. Κανένας αναποφάσιστος ψηφοφόρος στην Πενσυλβάνια δεν πρόκειται να πει, “θα πάω με αυτόν που στηρίζει η εφημερίδα Α”. Κανένας», έγραψε στο άρθρο του ο Μπέζος.
«Αυτό που κάνει στην πραγματικότητα η στήριξη κάποιου υποψηφίου είναι να δημιουργεί μια αντίληψη μη ανεξαρτησίας» συμπλήρωσε ο Μπέζος.
Την ώρα που περισσότεροι από 200.000 αναγνώστες της Washington Post ακύρωσαν τις ψηφιακές συνδρομές τους και εργαζόμενοι της εφημερίδας παραιτήθηκαν, ο Τζεφ Μπέζος σημείσωε ότι το αμερικανικό κοινό δεν εμπιστεύεται πια τον Τύπο και οι ειδησεογραφικοί οργανισμοί «πρέπει να εργαστούν σκληρότερα για να ελέγξουμε ό,τι μπορούμε να ελέγξουμε για να αυξήσουμε την αξιοπιστία μας».
«Πρέπει να είμαστε ακριβείς και πρέπει να μας πιστεύουν ότι είμαστε ακριβείς. Είναι ένα πικρό χάπι για να το καταπιούμε, αλλά αποτυγχάνουμε στη δεύτερη απαίτηση», πρόσθεσε
«Οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν ότι τα μέσα ενημέρωσης είναι προκατειλημμένα. Όποιος δεν το βλέπει αυτό, δίνει ελάχιστη προσοχή στην πραγματικότητα, και όσοι πολεμούν την πραγματικότητα χάνουν» συνέχισε ο Μπέζος.
Όπως ανέφερε, μάλιστα, η εφημερίδα του και οι New York Times κερδίζουν πολλά βραβεία, αλλά «όλο και περισσότερο μιλάμε μόνο σε μια συγκεκριμένη ελίτ. Πολλοί άνθρωποι στρέφονται σε ανεπίσημα podcasts, ανακριβείς αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και άλλες μη επαληθευμένες πηγές ειδήσεων, οι οποίες μπορούν γρήγορα να διαδώσουν παραπληροφόρηση και να βαθύνουν τις διαιρέσεις».
Στο πλαίσιο αυτό ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε για τη συνάντηση μεταξύ της Blue Origin και του Τραμπ που έγινε την ίδια ημέρα με την ανακοίνωση της μη έγκρισης και όταν αργότερα το έμαθε, «αναστέναξε».
«Ήξερα ότι θα έδινε “όπλα” σε όσους θα ήθελαν να το παρουσιάσουν ως κάτι άλλο εκτός από μια απόφαση αρχών» κατέληξε στο άρθρο του ο Μπέζος.
Υπενθυμίζεται ότι η απόφαση της ιδιοκτησίας της Washington Post μην στηρίξει κάποιον υποψήφιο στις εκλογές του 2024 συμβαίνει για πρώτη φορά μετά από 36 χρόνια.