Ένα τραγικό περιστατικό σημειώθηκε χθες το απόγευμα στην Τουρκία, στη συνοικία Cumhuriyet, του δήμου Σελτσούκ στη Σμύρνη, έπειτα από φωτιά που εκδηλώθηκε σε σπίτι από μία ηλεκτρική σόμπα.
Τα πέντε ανήλικα παιδιά της οικογένειας, που βρισκόταν μόνα τους στο σπίτι και δηλητηριάστηκαν από τον καπνό, άφησαν την τελευταία τους πνοή εκεί, χωρίς τη βοήθεια κανενός.
Η πυρκαγιά εκδηλώθηκε γύρω στις 19:00, σε ένα φτωχικό σπίτι στην περιοχή Ταβσαντέπε.
Μια γειτόνισσα, η οποία έτρεξε να βοηθήσει όταν άκουσε τις φωνές της μητέρας των παιδιών, δήλωσε: «Ήταν μια πολύ επώδυνη στιγμή. Η μητέρα των παιδιών είχε κλείσει την πόρτα και είχε φύγει. Όλα τα παιδιά πέθαναν. Αυτά τα παιδιά δεν φταίνε σε τίποτα».
Η μητέρα των παιδιών, Μελίσα Άκκαν, της οποίας ο σύζυγος βρίσκεται στη φυλακή λόγω κλοπών και πλέον φρόντιζε μόνη της τα πέντε παιδιά, στην πρώτη της κατάθεση ανέφερε ότι είχε φύγει από το σπίτι γύρω στις 18:45 για να πουλήσει «παλιοσίδερα» που είχε μαζέψει, έτσι ώστε να φέρει φαγητό στο σπίτι, και όταν επέστρεψε, γύρω στις 19:05, είδε καπνό να βγαίνει από το σπίτι και τότε άρχισε να φωνάζει για βοήθεια.
Η φωτιά επεκτάθηκε γρήγορα, παγιδεύοντας τα πέντε παιδιά, ηλικίας μεταξύ 1 και 5 ετών, μέσα στο σπίτι.
Οι κάτοικοι της περιοχής που είδαν την πυρκαγιά ειδοποίησαν το κέντρο άμεσης ανάγκης 112, και στο σημείο έσπευσαν ομάδες πυροσβεστών, η αστυνομία και ασθενοφόρα.
Η φωτιά κατασβέστηκε από τις πυροσβεστικές δυνάμεις, αλλά ήταν ήδη αργά. Από τα πέντε παιδιά που ανασύρθηκαν από το σπίτι, τρία είχαν ήδη πεθάνει από δηλητηρίαση λόγω της εισπνοής καπνού και δύο υπέστησαν σοβαρά εγκαύματα. Παρά τις προσπάθειες των γιατρών, τα δύο παιδιά που μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο δεν κατόρθωσαν να επιβιώσουν.
Η Μελίσα Άκκαν, η οποία υπέστη σοκ, παραμένει υπό παρακολούθηση στο νοσοκομείο. Μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας της, αναμένεται να οδηγηθεί στο δικαστήριο για να καταθέσει.
Ένας γείτονας, αναφέρθηκε στη δυσχερή οικονομική κατάσταση της οικογένειας και δήλωσε ότι τα παιδιά, παρά τις συνθήκες, περνούσαν πολύ χρόνο στο σπίτι και συχνά το έσκαγαν από το παράθυρο για να πάνε κοντά του.
«Έβλεπα τα παιδιά καθημερινά και τους έδινα φαγητό. Η κατάσταση τους ήταν πολύ κακή, δεν είχαν τίποτα στο σπίτι», είπε χαρακτηριστικά.
«Ένα από τα παιδιά είχε εγκαύματα στο σώμα του. Η μητέρα τους τα είχε αφήσει μόνα τους στο σπίτι, για να μαζέψουν αποφάγια και να αγοράσουν ψωμί. Αν το ξέραμε, θα είχαμε φροντίσει τα παιδιά. Δεν υπήρχαν κλειδαριές στις πόρτες. Ωστόσο, η μητέρα τους τραβούσε την πόρτα, αφαιρούσε το χερούλι και άφηνε τα παιδιά. Μόλις πριν από ένα μήνα, ξέσπασε φωτιά σε ένα μέρος του σπιτιού που δεν χρησιμοποιούσαν. Υπήρχε ένας σκύλος και 5 κουτάβια μέσα. Και αυτά κάηκαν μέχρι θανάτου», είπε.
Η οικογένεια Άκκαν λάμβανε επιδόματα από τις υπηρεσίες κοινωνικής οικονομικής υποστήριξης, προκειμένου να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν. Επίσης, είχαν πραγματοποιηθεί 18 επισκέψεις στο σπίτι από τις ομάδες Πρόνοιας. Παρά τις προτάσεις που είχαν δεχθεί για την προστασία των παιδιών από το κράτος, η οικογένεια είχε αρνηθεί να αποδεχτεί την πρόταση και δήλωσε ότι δεν θα μπορούσαν να ζήσουν χωρίς τα παιδιά τους.