Μια νέα πραγματικότητα, στην οποία πόλεις της περιφέρειας όπως η Πάτρα είναι πλέον εξαιρετικά ευάλωτες στους καύσωνες, αλλά και περιοχές της Αττικής που μέχρι τώρα θεωρούνταν σχετικά απρόσβλητες από ακραία υψηλές θερμοκρασίες όπως το παραλιακό μέτωπο ξεδιπλώνουν τα σύγχρονα κλιματικά μοντέλα, πάνω στα οποία θα βασιστεί στο εξής το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας για τον σχεδιασμό των πολιτικών πρόληψης και προσαρμογής, σε σχέση με τη λειψυδρία, τις πλημμύρες, τους καύσωνες και τις άλλες επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.
Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία των ίδιων μοντέλων, στο εξής οι τάσεις θέρμανσης αναμένεται να είναι ακόμη υψηλότερες στο ηπειρωτικό τμήμα της Ελλάδας κατά τους θερινούς μήνες.
Με τα νέα κλιματικά μοντέλα εμφανίζεται η ευαλωτότητα του παραλιακού μετώπου της Αττικής στους καύσωνες
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Ελλάδας και η ανάγκη για υποκλιμάκωση
Εάν τα μοντέλα αυτά ήταν διαθέσιμα στην περίπτωση του Daniel θα είχαν εξαχθεί πιο ακριβή συμπεράσματα για την περιοχή που θα έπληττε η καταιγίδα, αλλά και για το ύψος της βροχής, στοιχεία που όπως επεσήμανε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης κατά την παρουσίαση του έργου, «μπορεί να ισοδυναμούν με τη διαφορά ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο σε ένα μεγάλο φαινόμενο, διότι ο χρόνος προσαρμογής στο φαινόμενο -ειδικά για την ανθρώπινη ζωή- είναι λεπτά και ώρες, ανάλογα με την περίπτωση».
Έως τώρα σε τοπική κλίμακα, οι κλιματικοί δείκτες και τα ακραία καιρικά φαινόμενα δεν είναι δυνατόν να προσομοιωθούν, με ακρίβεια, από τα παγκόσμια κλιματικά μοντέλα, κυρίως λόγω της αδυναμίας περιγραφής της τοπογραφίας και των δυναμικών και μικροφυσικών διεργασιών των νεφών.
Ακόμη και σε ανάλυση πλέγματος της τάξης 10χ10 τετραγωνικών χιλιομέτρων, που χρησιμοποιείται συνήθως για την πρόγνωση του καιρού, τα ακραία καιρικά φαινόμενα δεν προσομοιώνονται ικανοποιητικά.
Ως εκ τούτου, η υποκλιμάκωσή τους, καθίσταται αναγκαία, προκειμένου να προσαρμοστούν τα αποτελέσματα των παγκόσμιων κλιματικών μοντέλων στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Ελλάδας, η οποία διαθέτει εξαιρετικά πολύπλοκο ανάγλυφο.
Το έργο παρουσίασαν την Πέμπτη ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης και ο Επόπτης του Κέντρου Ερεύνης Φυσικής της Ατμοσφαίρας και Κλιματολογίας (ΚΕΦΑΚ) της Ακαδημίας Αθηνών, καθηγητής Χρήστος Ζερεφός, Γενικός Γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών.
Η διάρκεια του έργου είναι 20 μήνες, ενώ ο συνολικός προϋπολογισμός του 1,65 εκατ. ευρώ και καλύπτεται από πόρους του Οργανισμού Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ).
Πρόκειται ουσιαστικά για την πρώτη φορά που η πολιτεία επενδύει χρηματικούς πόρους στην προβλεπτική της ικανότητα, όπως ανέφερε ο κ. Σκυλακάκης με την ανάγκη λεπτομερέστερων προγνώσεων να καταδεικνύεται όχι μόνο από τις καταστροφές του ελληνικού Ντάνιελ, ο οποίος εγκαταλείποντας τη χώρα μας προκάλεσε χιλιάδες θύματα στη Λιβύη, αλλά και τις πρόσφατες τραγικές συνέπειες από τις πλημμύρες στη Βαλένθια της Ισπανίας.
Οι ακριβέστερες προγνώσεις κρίνονται απαραίτητες καθώς η προσαρμογή είναι αναγκαία με τις τάσεις θέρμανσης, τόσο των επιφανειακών υδάτων όσο και της ατμόσφαιρας πάνω από την ξηρά, τις τελευταίες δεκαετίες στη Μεσόγειο, σε σχέση με τη προβιομηχανική περίοδο, να συνεχίζουν να είναι αυξητικές, ενώ την ίδια στιγμή ιδιαίτερα υψηλές θερμοκρασίες παρατηρούνται στα αστικά κέντρα. Αντίστοιχα, το πεδίο του ανέμου, όπως εξήγησε ο ερευνητής του ΚΕΦΑΚ, Σταύρος Σολωμός επηρεάζεται, σε μεγάλο βαθμό, από την τοπογραφία και την αστική δόμηση των πόλεων, αυξάνοντας έτσι την πολυπλοκότητα της τοπογραφίας. Αποτέλεσμα αυτού είναι οι προβλέψεις των υφιστάμενων μοντέλων να μην είναι τόσο ακριβείς. «Η υλοποίηση του έργου αποσκοπεί στη μείωση αυτών των αβεβαιοτήτων. Τα αποτελέσματα της υποκλιμάκωσης προσδιορίζουν, με μεγαλύτερη ακρίβεια, τις περιοχές που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ακραίων φαινομένων, όπως επίσης και την ακριβέστερη αποτύπωση του πεδίου του ανέμου σε τοπικό επίπεδο».
Μετά τον Daniel και την καταστροφική κακοκαιρία στην “Βαλένθια” θα υπάρξουν και άλλα ακραία, καιρικά φαινόμενα και θα υπάρχει πολύ μεγαλύτερη κινητοποίηση σε σχέση με το παρελθόν. Με τα νέα μοντέλα το υπουργείο φιλοδοξεί ότι θα μειωθούν τα περιστατικά λάνυασμένης κινητοποίησης και το αντίστοιχο πολιτικό και κοινωνικό κόστος.
Εφαρμογή σε μέτρα προστασίας αλλά και πολεοδόμηση
Σύμφωνα με τον κ. Σκυλακάκη, η συμβολή του έργου είναι εξαιρετικά πολύτιμη για την ανάπτυξη πολιτικών, ειδικά εφόσον, όπως είπε, δεν υπάρχουν απεριόριστοι πόροι και είναι απαραίτητη η προτεραιοποίηση των έργων.
Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται η πολεοδομική πολιτική, η πολιτική εξοικονόμησης ενέργειας, αλλά και αύξησης της ανθεκτικότητας στον αστικό ιστό, η αντιπλημμυρική πολιτική, η αντιμετώπιση, η πρόβλεψη και η υλοποίηση έργων για τη λειψυδρία.
Από τα δεδομένα αυτά προκύπτουν συμπεράσματα σε σχέση με τις αναγκαίες επενδύσεις εξοικονόμησης ενέργειας, η οποία σχετίζεται και με τη μέση θερμοκρασία. Για παράδειγμα, τα μοντέλα μπορούν να δείξουν πόσο θα χρειάζεται στο μέλλον να παρέχεις θέρμανση στην Κρήτη και σε ποιες περιοχές συγκεκριμένα.
Επιπλέον, μέσω αυτών των εργαλείων, «αποκτούμε καλύτερη εικόνα για το πού μπορούμε να εφαρμόσουμε την πολιτική των πράσινων ταρατσών και γενικά της αύξησης του πρασίνου στην πόλη, με στόχο τη μείωση της θερμοκρασίας. Προκύπτει σε ποιες περιοχές θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα», ανέφερε ο κ. Σκυλακάκης προσθέτοντας ότι η πληροφορία που πλέον γνωρίζουμε, ότι το παραλιακό μέτωπο θα είναι ευάλωτο στις υψηλές θερμοκρασίες, θα πρέπει να ενσωματωθεί και στον πολεοδομικό σχεδιασμό, καθώς οι «πράσινες» ταράτσες για παράδειγμα θα είναι χρήσιμες και στο παραλιακό μέτωπο, όχι μόνο σε περιοχές όπως η Κυψέλη.
Επίσης, τα αποτελέσματα του έργου θα υποστηρίξουν τις τοπικές/περιφερειακές μελέτες επιπτώσεων από την κλιματική κρίση, τον σχεδιασμό βέλτιστων στρατηγικών περιφερειακής προσαρμογής και μετριασμού του κόστους, και των άλλων επιπτώσεων των ακραίων καιρικών και κλιματικών φαινομένων.
Επιπρόσθετα, θα είναι διαθέσιμα για τη διεξαγωγή μελετών σκοπιμότητας και την τροφοδότηση πιο εξειδικευμένων μοντέλων, όπως υδρολογικών και μοντέλων αστικής κλίμακας.