Την ίδια στάση συνεχίζει να κρατάει, αρνούμενος τις κατηγορίες, ο αστυνομικός της Βουλής, που προφυλακίστηκε για τον βιασμό και την κακοποίηση της συζύγου και των παιδιών του, ενώ παράλληλα, στο φως της δημοσιότητας έρχονται νέες μαρτυρίες από το περιβάλλον του ζευγαριού για την κακοποιητική συμπεριφορά του.
Υπενθυμίζεται ότι ο 45χρονος, το μεσημέρι της Παρασκευής (06/11), μεταφέρθηκε από την ψυχιατρική του 414 Στρατιωτικού Νοσοκομείου, όπου βρισκόταν φρουρούμενος, στις Φυλακές Τρίπολης, όπου και πλέον κρατείται.
Μια γυναίκα, η οποία ήταν πολύ κοντά στο ζευγάρι τα τελευταία 8 χρόνια μίλησε ΣΚΑΙ, αναφέροντας τα εξής:
Γεμάτο κάμερες και ηχεία το σπίτι του αστυνομικού
«Οι συνάδελφοι, όλοι το ήξεραν, το έβλεπαν μέσα στη ΓΑΔΑ, ειδικά στο τμήμα της. Και οι συγγενείς, η αδελφή του, η μάνα του, οι κουμπάροι του. Για το ξύλο δεν έπεσα από τα σύννεφα επειδή το γνώριζα, αλλά για τα υπόλοιπα εννοείται…δεν το περίμενα», δήλωσε η γυναίκα.
«Το παιδί δεν είναι σκληρό, αλλά φοβισμένο», είπε αναφερόμενη στον 14χρονο γιο του αστυνομικού. «Όλα τα παιδιά είναι φοβισμένα. Το σπίτι τους είναι γεμάτο κάμερες και ηχεία. Η γυναίκα του με το που έμπαινε, της έπαιρνε το όπλο, γιατί φοβόταν. Δεν δικαιολογώ τη γυναίκα του, για μένα φταίει, γιατί είμαστε μανάδες, ξέρουμε πως αντιδράει μια μάνα. Αλλά είναι μια γυναίκα άβουλη. Τι να πω, ότι και να πω… Της φώναζε μπροστά μας, την έβριζε μπροστά μας, την χτύπησε εν μέρει μπροστά μας», ολοκλήρωσε
«Η οικογένειά μου διαλύθηκε»
Ο 45χρονος, όπως αναφέρει το STAR, φέρεται να είναι «σε μεγάλη ταραχή, σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση», ενώ μετά την προφυλάκισή του φαίνεται πως λέει στους οικείους του ότι, «η οικογένειά μου διαλύθηκε. Μου λείπουν τα παιδιά μου, τι θα απογίνουν;». Βέβαια, συνεχίζει να αρνείται τα όσα του αποδίδονται και να ισχυρίζεται ότι, «δεν κακοποίησα τα παιδιά μου. Δεν έχω σχέση με πορνογραφία. Ήμουν και είμαι ένας καλός πατέρας που τα λατρεύει».
Στις Φυλακές Τρικάλων, όπου και κατέφθασε περίπου το μεσημέρι της Παρασκευής, ο κατηγορούμενος, σύμφωνα με το MEGA, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να βρεθεί σε κελί με ακόμα 20 κρατούμενους. Οι εν λόγω Φυλακές, είναι ένα μεσαίας δυναμικότητας αναβαθμισμένο σωφρονιστικό κατάστημα, το οποίο φιλοξενεί καταδικασμένους για αδικήματα που έχουν να κάνουν με βιασμούς και κακοποιήσεις παιδιών, ενώ στη φυλακή αυτή δεν υπάρχει ψυχιατρείο.
Παράλληλα, οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν, ότι δεν υπήρχε κανένας να τον υποδεχτεί κατά την άφιξη του, ενώ οι αστυνομικοί προσπάθησαν να κρύψουν κάθε τι που είχε να κάνει με τα χαρακτηριστικά του. Προκειμένου να μην φανούν τα τελευταία, η κλούβα χρειάστηκε να στρίψει ολοκληρωτικά, να έρθει δηλαδή σε κάθετη φορά σε σχέση με την είσοδο.
Το 2008 ο αστυνομικός είχε εντοπιστεί να πάσχει από ψύχωση
Σύμφωνα με το MEGA, o αστυνομικός είχε περάσει το τελευταίο του ψυχομετρικό τεστ το 2017, δηλαδή πριν από 7,5 χρόνια και δύο χρόνια πριν υπηρετήσει στη Βουλή.
Tο πρώτο ψυχομετρικό τεστ που έκανε ο 45χρονος ήταν το 2000, όταν και εισήχθη στο αστυνομικό σώμα. Κι ενώ το 2003 είχε καταγγελθεί για βίαιη συμπεριφορά απέναντι σε ιδιώτη και είχε τεθεί θέμα απόταξής του, το ψυχομετρικό τεστ στο οποίο υποβλήθηκε το 2005 ήταν επιτυχές.
Τρίτο ψυχομετρικό τεστ ακολούθησε το 2009, κι αυτό με επιτυχία, αν και το 2008 είχε εντοπιστεί να πάσχει από ψύχωση.
«Η μαύρη κάμερα με το τρίποδo»
Σημαντικά είναι τα ευρήματα των Αρχών από την νέα έρευνα που έγινε πριν από μερικές ημέρες στο σπίτι της οικογένειας από τους αστυνομικούς. Επί τρεις ώρες μέσα στο σπίτι έψαχναν κάθε γωνιά. Οι αστυνομικοί βρήκαν ηλεκτρονικά μέσα, όπως υπολογιστές, κινητά των παιδιών και του ζευγαριού, καθώς και ένα γκλοπ.
Επίσης, έχουν βρει ένα ζευγάρι ποδηλατικά γυαλιά, τα οποία έχουν πάνω μια μικροσκοπική κάμερα καταγραφής. Τα γυαλιά τελούν ήδη υπό εξονυχιστική εξέταση για το αν έχουν χρησιμοποιηθεί, πώς και τι έχει καταγραφεί από αυτά.
Επιπλέον, σύμφωνα με το STAR εντοπίστηκε η μαύρη κάμερα με το τρίποδo, που έχει αναφερθεί σε καταθέσεις των παιδιών ότι έχει καταγράψει φρικιαστικές πράξεις. Μέσα στην κάμερα έχει βρεθεί μάλιστα και ένα δισκάκι που μένει να φανεί αν είναι άδειο ή έχει καταγραφές.
Η 35χρονη σύζυγος και επίσης αστυνομικός, μιλώντας για πρώτη φορά στο MEGA, διέψευσε ότι έκανε μήνυση στον 14χρονο γιο της και ανέφερε πως υπέβαλε καταγγελία για να προστατεύσει τον ανήλικο από ενδεχόμενη εμπλοκή με τον πατέρα του.
«Στο παιδί μου δεν έκανα μήνυση. Έκανα καταγγελία μετά από συμβουλές ειδικών ενδοοικογενειακής βίας για να αποτρέψω το παιδί μου να επισκεφτεί το παιδί μου τον πατέρα του στο ψυχιατρείο. Το έκανα για να μην γίνει το παιδί συνένοχος, καθώς ο πατέρας του τού ζήτησε να μεταφέρει κάποια πράγματα από το σπίτι», δήλωσε η 35χρονη.
Ωστόσο, εκπομπή έφερε στο «φως της δημοσιότητας» τι αναφέρει η μήνυση που φέρεται να έκανε η 35χρονη στον ανήλικο γιο της, όπου επισημαίνεται ότι στις 23/11/2024 περί ώρα 21.30 η μητέρα είπε: «Ότι την ίδια ημέρα περί 14.00 ενώ βρισκόντουσαν στην οικία τους, έπειτα από τσακωμό με τον ανήλικο γιό της, την χτύπησε με μπουνιές στο πάνω μέρος τους σώματος και ιδίως στα μπράτσα. Επιθυμεί την ποινική δίωξη του γιου της , ο οποίος συνελήφθη στα πλαίσια του αυτοφώρου για παράβαση άρθρου του νόμου “ΠΕΡΙ ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΒΙΑΣ”. Για το ανωτέρω περιστατικό ενημερώθηκε τηλεφωνικώς ο Εισαγγελέας Ανηλίκων».
Επιπλέον, η αστυνομικός περιέγραψε τον φόβο και την απομόνωση που ένιωθε λόγω της θέσης του συζύγου της: «Δεν μπορούσα να ζητήσω βοήθεια, γιατί είχε άκρες παντού. Ήταν το δεξί χέρι υψηλόβαθμων προσώπων οι οποίοι τον στήριζαν. Δεν εμπιστευόμουν κανέναν. Από την εποχή που ζούσε ο πατέρας του είχε όλα τα μέσα. Σε όλο αυτό που συνέβαινε θύμα ήταν τα παιδιά μου κι εγώ. Ένιωθα απροστάτευτη από όλη την αστυνομία».
Η ίδια δήλωσε πως ένιωθε πλήρως απροστάτευτη ακόμη και από την αστυνομία, ενώ αποκάλυψε ότι είχε αποπειραθεί να αυτοκτονήσει: «Η πρώτη φορά που ένιωσα προστατευμένη κι έτσι αποφάσισα να τον καταγγείλω ήταν όταν ζήτησα να νοσηλευτώ. Ο μόνος τρόπος ελευθερίας ήταν η αυτοκτονία. Προσπάθησα να βάλω τέλος στην ζωή μου τον Φεβρουάριο».
Η πλευρά της 35χρονης κατέθεσε αίτημα για άρση του τηλεφωνικού απορρήτου του αστυνομικού, της μητέρας του, της αδερφής του και του 14χρονου γιου.
Τις παρακάτω ζωγραφιές έχει δημοσιεύσει ο ίδιος ο πατέρας, στον προσωπικό του λογαριασμό στα social media. Στις ζωγραφιές, σύμφωνα με το Mega, τα παιδιά φέρονται είτε να κατευθύνονται από κάποιον, είτε από μόνα τους, επειδή έχουν δασκαλευτεί, να γράφουν διάφορα.
Πρώτη ζωγραφιά
Στην συγκεκριμένη ζωγραφιά, αναγράφεται, «μέσα από την καρδιά μου, χρόνια πολλά και σε αγαπώ όσο ο θεός».
Το παιδί φαίνεται να έχει ζωγραφίσει τον πατέρα, ως αστυνομικό με την γαλάζια στολή, το πηλήκιο και από δίπλα την μητέρα. Ο πατέρας φαίνεται να κρατάει το περιβόητο γκλοπ, με το οποίο έχει περιγράψει και η μητέρα και τα παιδιά τον τρόπο με τον οποίο τους κακοποιούσε, ενώ και η ζωγραφιά δείχνε να χτυπάει την μητέρα με αυτό στο κεφάλι. Το ανήλικο εύχεται μέσω της ζωγραφιάς χρόνια πολλά στον πατέρα, απεικονίζοντας τον να χτυπά με το γκλοπ τη μητέρα στο κεφάλι.
Δεύτερη ζωγραφιά
Στη δεύτερη ζωγραφιά βλέπουμε εκφράσεις όπως «ο πιο έξυπνος μπαμπάς του κόσμου», «κάθε φόβος μου φεύγει μόλις μπαίνει ο μπαμπάς στο σπίτι». Υπενθυμίζεται ότι τις ζωγραφιές τις έχει αναρτήσει ο ίδιος ο κατηγορούμενος, ενώ ο γραφικός χαρακτήρας δεν φαίνεται να είναι μικρού παιδιού, σύμφωνα με το Mega.
Τρίτη ζωγραφιά
Στην τρίτη ζωγραφιά σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες προβληματισμό προκαλεί η φράση «μόνο όταν πάω 100 χρονών και πεθάνουμε μαζί».
Συγγενής του παρέδωσε στη ΓΑΔΑ ένα λάπτοπ του 45χρονου
Σύμφωνα με το MEGA, το μεσημέρι της Παρασκευής (6/12), ένας συγγενής του αστυνομικού, μετέβη στη ΓΑΔΑ, όπου και προσκόμισε ένα λάπτοπ που ανήκει στον 45χρονο. Εκτιμάται πως στο συγκεκριμένο λάπτοπ ο αστυνομικός είχε εγκαταστήσει προγράμματα παρακολούθησης κινητών τηλεφώνων.
Η δικηγόρος του συγγενικού προσώπου του 45χρονου, Κορίνα Ρεπούση, εξήγησε ότι το λάπτοπ βρέθηκε στο σπίτι του εντολέα της όταν εκείνος φιλοξένησε τον 14χρονο γιο του αστυνομικού. Ο ανήλικος είχε μαζί του τη συσκευή, με τον συγγενή να θεωρεί αρχικά πως ήταν δικό του και όχι του 45χρονου.
«Όταν η μητέρα επικοινώνησε την Κυριακή με τον άνθρωπο αυτό, του είπε ότι το αγόρι είναι μόνο του και πρέπει κάποιος να το φροντίσει και να το φιλοξενήσει. Το παιδί συναντήθηκε με τον άνθρωπο αυτό, όπου στην κατοχή του παιδιού υπήρχε αυτό το λάπτοπ. Θεωρήθηκε ότι ήταν του παιδιού. Την επόμενη μέρα πήγε στο σχολείο και το λάπτοπ έμεινε στον άνθρωπο. Φαίνεται ότι δεν είναι του παιδιού, γιατί δεν το αναζήτησε», είπε η κα Ρεπούση.