Ελεύθερος αφέθηκε, αφού οδηγήθηκε στο αυτόφωρο την Δευτέρα (23/12), ο δεύτερος αστυνομικός της Βουλής, που συνελήφθη για ενδοοικογενειακή βία έπειτα από καταγγελία της πρώην συζύγου του. Το δικαστήριο αναβλήθηκε για την Πέμπτη (26/12), ενώ ο αστυνομικός αφέθηκε ελεύθερος μέχρι τότε, με τον όρο να μην πλησιάζει την πρώην σύζυγο του σε απόσταση 50 μέτρων και να μην έχει καμία επικοινωνία μαζί της.
Σύμφωνα με όσα καταγγέλλονται από την σύζυγό του 35χρονου αστυνομικού, είχαν σημειωθεί διάφορα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας από το 2019 έως σήμερα, ενώ το μεσημέρι του Σαββάτου, γύρω στις 14.00, η γυναίκα έλαβε ένα απειλητικό τηλεφώνημα, το οποίο της «προκάλεσε τρόμο και ανησυχία». Τότε ήταν που πήρε την απόφαση να υποβάλει μήνυση σε βάρος του για ενδοοικογενειακή βία και απειλές.
Ο αστυνομικός, μιλώντας αποκλειστικά στον ΑΝΤ1 δηλώνει αθώος, υποστηρίζοντας πως έπεσε θύμα της επικαιρότητας. «Είμαι αθώος. Δεν έχω κάνει τίποτα από αυτά που με κατηγορεί η πρώην σύζυγός μου. Η αλήθεια θα φανεί άμεσα στα δικαστήρια, ότι είναι καθαρή πράξη αντεκδίκησης», ανέφερε ο ίδιος μιλώντας στον ΑΝΤ1.
Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι έπειτα από την υπόθεση του πρώτου αστυνομικού της Βουλής με τα 5 παιδιά, έπεσε και ο ίδιος θύμα της επικαιρότητας. «Δεν μπορώ να πιστέψω σε τι περιπέτεια με έχει βάλει η πρώην σύζυγός μου, χρησιμοποιώντας την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και την δημοσιότητα. Είμαι θύμα της επικαιρότητας», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, ο 35χρονος αστυνομικός υπηρετούσε στην ομάδα ΔΙΑΣ και πριν από 2 χρόνια πήρε μετάταξη στην Υπηρεσία Ασφαλείας του ελληνικού Κοινοβουλίου. Σύμφωνα με πηγές από τη Βουλή, πριν από την μετάταξη του, ελέγχθηκε ο υπηρεσιακός του φάκελος και ήταν «καθαρός». Παράλληλα, δεν φαίνεται να έχει γίνει καταγγελία για ενδοοικογενειακή βία πριν από το περασμένο Σάββατο, όταν και καταγγέλθηκε από την πρώην σύζυγό του.
Με τη σειρά του, ο συνήγορος του πρώτου αστυνομικού κ. Όθων Παπαδόπουλος προχώρησε σε δήλωση αναφέροντας ότι: «Είναι ένα ζήτημα προς διερεύνηση, αν η δεύτερη αυτή καταγγελία έρχεται ως συνέπεια της επικαιρότητας, σε σχέση με την πρώτη που είχε προηγηθεί».