Και αν η ιδέα για ένα υποκατάστατο κρέατος, που καλλιεργείται από ζωικά κύτταρα στο εργαστήριο, δεν ξενίζει τόσο τους Ευρωπαίους, δύσκολα θα βάλουν στο στόμα τους γρύλους και ακρίδες, ακόμη και εάν διακύβευμα είναι η σωτηρία του πλανήτη. Η ανακοίνωση της Κομισιόν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) δεν επιβάλλει την εντομοφαγία στους πολίτες (εκτός εάν το επιθυμούν), λίγες ημέρες αφότου ενέκρινε ως Νέο Τρόφιμο τον κίτρινο αλευροσκώληκα (Tenebrio molitor) για χρήση σε προϊόντα όπως ψωμί, τυρί και ζυμαρικά, σε περιεκτικότητα έως 4%, είναι ενδεικτική για την πορεία του εγχειρήματος, όπως ενδεικτικά είναι και πρόσφατα ευρήματα για τη στάση των Ελλήνων.
Δύο μελέτες, η μία με συμμετοχή ερευνητών από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου και η δεύτερη από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), επιβεβαίωσαν ότι οι προθέσεις μας για κατανάλωση εργαστηριακού κρέατος και εντόμων εγκεκριμένων στην ΕΕ τα τελευταία χρόνια (κίτρινος αλευροσκώληκας, μεταναστευτική ακρίδα, οικιακός γρύλος και μικρό αλευρώδες κατεψυγμένα, αποξηραμένα ή σε μορφή σκόνης/πάστας ανά είδος) δεν απέχουν πολύ από των περισσότερων Ευρωπαίων.
Αποστροφή για τα έντομα και διατροφική νεοφοβία
Η αγάπη των Αρχαίων Ελλήνων για την κατανάλωση εντόμων, όπως προνύμφες κόσσου, ακρίδες και τζιτζίκια -τα τελευταία ιδιαίτερα αγαπητά στις ανώτερες τάξεις, κατά τον Αριστοτέλη-, φαίνεται πως χάθηκε στο πέρασμα των αιώνων και σήμερα η σκέψη και μόνο προκαλεί αηδία, φόβο και αποστροφή.
Στο παραπάνω κατέληξε πρόσφατη έρευνα του ΑΠΘ σε 1.531 Θεσσαλονικείς για τη στάση και πρόθεση των Ελλήνων καταναλωτών απέναντι σε τρόφιμα με βάση τα έντομα (Foods, 2024). Αντίστοιχα ήταν τα ευρήματα ελληνικής μελέτης στο στάδιο της προδημοσίευσης, σύμφωνα με τα οποία ο έντονος φόβος τροφικής δηλητηρίασης ή άλλης ασθένειας ήταν δεύτερος λόγος, μετά την αποστροφή, για την απόρριψη της εντομοφαγίας.
Ωστόσο, η καλύτερη ενημέρωση για τα οφέλη της, η δωρεάν δοκιμή και η εξοικείωση θα μπορούσαν να μειώσουν τη διατροφική νεοφοβία, ούτως ειπείν την άρνηση ή τον φόβο για κατανάλωση νέων, άγνωστων τροφίμων. Παράλληλα, η κατανάλωση εντόμων σε μη ορατές μορφές, όπως ως συστατικά σε ζυμαρικά ενισχυμένα με πρωτεΐνη ή αρτοσκευάσματα, η μικρότερη ηλικία του καταναλωτή, η προηγούμενη γευστική εμπειρία (π.χ. από ταξίδι στο εξωτερικό), η έντονη οικολογική συνείδηση, η επιρροή από το οικογενειακό περιβάλλον και το χαμηλότερο ή ίδιο κόστος σε σχέση με εναλλακτικές θα μπορούσαν να επηρεάσουν θετικά τις αντιλήψεις απέναντι στην εντομοφαγία.
«Ναι» στο εργαστηριακό κρέας για τρεις στους πέντε
Πιο διαλλακτικοί στη δοκιμή του εργαστηριακού κρέατος παρουσιάζονται οι Έλληνες σε διεθνή μελέτη με συμμετοχή από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, που πρόκειται να φιλοξενηθεί στον 11ο τόμο του επιστημονικού περιοδικού Future Foods τον ερχόμενο Ιούνιο. Η έρευνα διεξήχθη σε 838 Έλληνες καταναλωτές, κυρίως νέους και υψηλού μορφωτικού επιπέδου, καταναλωτικό κοινό-στόχος του προϊόντος, εφόσον γίνει διαθέσιμο στην αγορά.
Περίπου τρεις στους πέντε (58%) συμμετέχοντες δήλωσαν πρόθυμοι να δοκιμάσουν εργαστηριακό κρέας, κυρίως από περιέργεια, χωρίς αυτό να συνεπάγεται ότι θα το ενσωμάτωναν συστηματικά στη διατροφή τους ή ότι θα πλήρωναν γι’ αυτό.
Αναγκαία για την αποδοχή του προϊόντος αποδείχθηκαν η ανώτερη του φυσικού κρέατος γεύση, η ασφάλεια, η διατροφική αξία, τα οφέλη για την υγεία, το οικολογικό αποτύπωμα, οι ηθικές μέθοδοι παραγωγής και οι μη παραπλανητικές ονομασίες των υποκατάστατων κρέατος.
Τα συμπεράσματα ευθυγραμμίζονται με εκείνα άλλων ερευνών για τους θετικά διακείμενους απέναντι στο τεχνητός κρέας καταναλωτές στην Ελλάδα και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και την πρόθυμη γενιά Ζ να το δοκιμάσει παρά τις όποιες επιφυλάξεις για πιθανές μακροπρόθεσμες συνέπειες από την κατανάλωσή του για την υγεία και τις αρνητικές επιπτώσεις στους τοπικούς κτηνοτρόφους.
Οφέλη και κίνδυνοι από τη διατροφή του μέλλοντος
Υπάρχουν πολλοί και καλοί λόγοι πίσω από την έντονη προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διαμορφώσει ένα βιώσιμο διατροφικό σύστημα, κυρίως σε ό,τι αφορά τις εναλλακτικές πηγές πρωτεΐνης, με στόχο τον περιορισμό του περιβαλλοντικού αποτυπώματος της κτηνοτροφίας, της αντίστασης στα αντιβιοτικά και της εξάπλωσης ζωονόσων.
Τα έντομα είναι σημαντικές πηγές πρωτεϊνών -πλουσιότερες από αρκετές παραδοσιακές πηγές, όπως το κρέας, τα γαλακτοκομικά και η σόγια-, ακόρεστων λιπαρών οξέων, μετάλλων (ιδίως ασβεστίου, σιδήρου και ψευδαργύρου) και βιταμινών (συμπεριλαμβανομένης της C και του συμπλέγματος Β). Είναι συχνά εύγευστα και συμφέρουν διατροφικά: αν, για παράδειγμα, ένα μπιφτέκι περιέχει 18% πρωτεΐνη και 18% λίπος, οι μαγειρεμένες ακρίδες περιέχουν 60% πρωτεΐνη και μόλις 6% λίπος.
Στην περίπτωση του εργαστηριακού κρέατος, είναι μεγαλύτερες οι πιθανότητες να «πείσει», λόγω της πανομοιότυπης γεύσης, όψης και υφής με το συμβατικό κρέας, και να συμβάλει έτσι στον εξορθολογισμό της κτηνοτροφίας, που γιγαντώθηκε από τις αυξανόμενες ανάγκες για κρέας. (Μεταξύ 1961 και 2021, η μέση κατ’ άτομο ετήσια κατανάλωση κρέατος αυξήθηκε από περίπου 50 σε 94 κιλά).
Στα οφέλη του περιλαμβάνονται η καθαρότητά του από παθογόνους μικροοργανισμούς και άλλους μολυσματικούς παράγοντες και η φιλική προς το περιβάλλον παραγωγή του, καθώς απαιτεί λιγότερους πόρους σε σύγκριση με την παραδοσιακή κτηνοτροφία. Για το τελευταίο εντούτοις δεν υπάρχει consensus. Κάποιες μελέτες το συνδέουν με 92% λιγότερη κλιματική επιβάρυνση, 93% λιγότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και μικρότερη χρήση πόρων κατά 95% για γη και 78% για νερό, ενώ άλλες εκτιμούν ότι θα μπορούσε να έχει έως και 26% μεγαλύτερη συμβολή στην υπερθέρμανση του πλανήτη συγκριτικά με την παραδοσιακή κτηνοτροφία, κυρίως λόγω των ενεργειακών απαιτήσεων της κυτταρικής καλλιέργειας.
Η τεχνολογική πρόοδος και οι προσπάθειες για πιο μαζική παραγωγή αναμένεται να μειώσουν το περιβαλλοντικό αποτύπωμα του εργαστηριακού κρέατος, καθώς και το υψηλό του σήμερα κόστος.
