Ανάλογες ποινές θα αντιμετωπίσουν και όσοι μάρτυρες επικαλεστούν τον ίδιο ψευδή ισχυρισμό, δηλαδή ότι αυτός που απαιτεί διατροφή δεν έχει εισοδήματα. Σύμφωνα με τον Αρειο Πάγο, εάν διαζευγμένη ή διαζευγμένος δηλώσει ότι δεν έχει εισοδήματα προκειμένου να ξεγελάσει το δικαστήριο για να του επιδικάσει διατροφή, τότε θα υποχρεωθεί να καταβάλει αποζημίωση για την ηθική βλάβη που προκάλεσε, το ύψος της οποίας θα καθοριστεί από τα δικαστήρια.

Εκτός από αυτές τις ποινές θα αντιμετωπίσει και τις κατηγορίες της απάτης, αδίκημα για το οποίο προβλέπεται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 3 μηνών και χρηματικό πρόστιμο, καθώς και της ψευδορκίας ενώπιον δικαστηρίου, αδίκημα το οποίο επισύρει φυλάκιση από 3 μήνες έως 3 χρόνια ή χρηματική ποινή. Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με τον νέο Ποινικό Κώδικα, μέρος της ποινής των 3 ετών εκτίεται πλέον.
Στα δικαστήρια
Τον Οκτώβριο του 2005 ζευγάρι που διατηρούσε ερωτική σχέση παντρεύτηκε με πολιτικό γάμο. Εναν μήνα αργότερα απέκτησαν μία κόρη, αλλά έναν χρόνο μετά τον γάμο χώρισαν. Και από τις δύο πλευρές κατατέθηκαν αγωγές για την επιμέλεια και επικοινωνία με το παιδί, οι οποίες συνεκδικάστηκαν και ορίστηκε διατροφή για την πρώην σύζυγο ύψους 600 ευρώ μηνιαίως. Στη συνέχεια το πρώην ζεύγος άσκησε εφέσεις κατά της πρωτόδικης απόφασης.
Εκείνη, προκειμένου να επιδικαστεί μεγαλύτερο ποσό διατροφής, ανέφερε στο δικαστήριο:
«Ακόμη και σήμερα ψάχνω για εργασία και στέλνω βιογραφικά, πλην όμως δεν βρίσκω, διότι η αγορά της Α… είναι ανύπαρκτη, η δε της Θεσσαλονίκης πολύ περιορισμένη σε σχέση με την Αθήνα».
Σε άλλο σημείο της κατάθεσής της υπογράμμισε: «… τόσο εγώ όσο και η ανήλικη θυγατέρα μας στερούμαστε παντελώς εισοδημάτων και άλλων πόρων (εγώ δεν εργάζομαι και δεν υπάρχει δυνατότητα να εργαστώ, αιτία της ηλικίας που βρίσκεται η ανήλικος, αλλά και αιτία του ότι δεν μπορώ να βρω εργασία ανάλογη των προσόντων που διαθέτω».
Μάλιστα, η πρώην σύζυγος, προς επίρρωση των λεγομένων της, κλήτευσε μάρτυρα υπεράσπισης την αδερφή της, η οποία κατέθεσε: «Η αδερφή μου δεν εργάζεται, δεν έχει πόρους, στέλνει συνέχεια βιογραφικά σημειώματα και ψάχνει για δουλειά» και σε άλλο σημείο ανέφερε: «Η αδερφή μου ψάχνει ακόμη για δουλειά, θέλει όμως μια δουλειά ανάλογη των προσόντων της, όχι των 600 ευρώ».
Πράγματι οι ισχυρισμοί ότι δεν εργάζεται και δεν βρίσκει εργασία έγιναν δεκτοί από το δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι «δικαιούται διατροφής καθόσον δεν εργάζεται» και αύξησε το ποσό της διατροφής από τα 600 στα 800 ευρώ.
Ωστόσο, ο πρώην σύζυγος στράφηκε κατά της πρώην συντρόφου του αλλά και της αδερφής της προσκομίζοντας στο δικαστήριο στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία η μητέρα της κόρης του εργαζόταν, παρά τα όσα αντίθετα ισχυριζόταν εκείνη. Συγκεκριμένα, ο πρώην σύζυγος ανέφερε ότι «παρά τα όσα ισχυριζόταν (η πρώην σύζυγος) ότι δεν εργαζόταν, στην πραγματικότητα το ίδιο χρονικό διάστημα παρείχε υπηρεσίες, αρχικά ως ελεύθερη επαγγελματίας και στη συνέχεια ως μισθωτή. Σύμφωνα δε με το εκκαθαριστικό της για το έτος …, δήλωσε εισοδήματα από μισθωτές υπηρεσίες 4.583,10 ευρώ και από ελευθέρια επαγγέλματα ποσό 11.048,17 ευρώ».
Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τον πρώην σύζυγο, επί 17,5 μήνες εισέπραξε παράνομα το συνολικό ποσό των 14.000 ευρώ (17,5Χ800), ζημιώνοντας αντίστοιχα την περιουσία του με το ποσό αυτό. Επιπρόσθετα, ισχυρίστηκε ότι τα όσα κατέθεσε η μητέρα του παιδιού του συνιστούν ψευδορκία, αφού «εν γνώσει της κατέθεσε ψευδώς αποκρύπτοντας την αλήθεια», ενώ ταυτόχρονα τέλεσε το αδίκημα της απάτης επί δικαστηρίω «σκοπεύοντας στην εξαπάτησή του για την προσπόριση περιουσιακού οφέλους εις βάρος του».
Για την αδερφή της πρώην συζύγου του επισήμανε ότι είναι άμεση συνεργός στην απάτη της αδελφής της, ενώ ταυτόχρονα έχει διαπράξει και το αδίκημα της ψευδορκίας ενώπιον δικαστηρίου.
Το Εφετείο απέρριψε εν μέρει ως αόριστους τους ισχυρισμούς του, καθώς δεν ανέφερε «την ακριβή οικονομική κατάσταση του ιδίου και της συζύγου του, ούτε παρέθετε στοιχεία για την ακίνητη και κινητή περιουσία που έκαστος εξ αυτών τυχόν διέθετε, καθώς και το ακριβές ποσό των χρημάτων που ο ίδιος εσόδευε από την άσκηση της επαγγελματικής του δραστηριότητας, έτσι ώστε να καταστεί δυνατός ο εκ μέρους του δικαστηρίου έλεγχος και προσδιορισμός».
Παρ΄ όλα αυτά, υποχρέωσε τις δύο αδελφές να του καταβάλουν «χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης το ποσό των 5.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την ημέρα κατάθεσης της αγωγής του». Ομως, το Α1 Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου είχε αντίθετη άποψη από αυτήν του Εφετείου και αναίρεσε την απόφασή του, αναπέμποντας την υπόθεση για νέα δίκη-κρίση, στην οποία θα συμμετέχουν δικαστές εκτός από αυτούς που δίκασαν την υπόθεση την πρώτη φορά. Μάλιστα, οι αρεοπαγίτες επιδίκασαν στις δύο αδερφές δικαστικά έξοδα 3.000 ευρώ.
