Η ζώνη αποτελεί από το 1947 και την ανεξαρτησία από τους Βρετανούς του Πακιστάν και της Ινδίας τον κρίσιμο χώρο που και οι δύο χώρες διεκδικούν εξ ολοκλήρου.
Το 1947 με συνθήκη οι Βρετανοί προχώρησαν επίσημα στην διαίρεση της περιοχής σε δύο τμήματα. Το μουσουλμανικό Πακιστάν και την ινδουιστική Ινδία και έδωσαν στις περιοχές του Τζαμού και του Κασμίρ την δυνατότητα να επιλέξουν μόνες με ποια από τις δύο νέες χώρες θα συνταχθούν.
Ο μαχαραγιάς του Κασμίρ, παρά το γεγονός πως αρχικά διαπραγματεύτηκε αυτονομία για την περιοχή και παρά την συντριπτική πλειοψηφία μουσουλμάνων στην περιοχή, αποφάσισε να συμπράξει με την Ινδία λαμβάνοντας ως αντάλλαγμα την στρατιωτική υποστήριξη ενάντια σε επιδρομές από την περιοχή του Πακιστάν. Η συγκεκριμένη κίνηση-απόφαση θα φέρει και τον πρώτο Ινδοπακιστανικό πόλεμο του 1947-1948.
Το 1949 θα υπογραφεί η συμφωνία του Καράτσι που έβαζε προσωρινά τα όπλα παρά πόδα και έφερνε τον ΟΗΕ ως επόπτη της κατάπαυσης του πυρός.
Για τα επόμενα 16 χρόνια, παρά τις εκατέρωθεν αντεγκλήσεις και τις σποραδικές σε τοπικό επίπεδο συγκρούσεις, η κατάσταση παρέμεινε υπό σχετικό έλεγχο.
Το 1965 ο δεύτερος Ινδοπαικστανικός πόλεμος για τον έλεγχο και πάλι της ζώνης του Κασμίρ ήταν γεγονός χωρίς και πάλι να μεταβληθεί η κατάσταση στην περιοχή. Το 1971 το Πακιστάν στα ανατολικά του σύνορα θα ηττηθεί από τις ινδικές δυνάμεις σε μία εξέλιξη που θα «γεννήσει» μία νέα χώρα στην περιοχή, το Μπανγκλαντές.
Το 1972 θα υπογραφεί και η πρώτη διμερής σημαντική διπλωματική συμφωνία, η συμφωνία Σίμλα. Με την υπογραφή της συγκεκριμένης συμφωνίας δημιουργείται και επίσημα η λεγόμενη «Γραμμή Ελέγχου» (Line of Control) που ορίζει δυο διαφορετικές διοικητικές περιοχές στην ζώνη του Κασμίρ.
Σήμερα με βάση τα επίσημα στοιχεία της Federation of American Scientists (FAS), η Ινδία το 2025 διαθέτει περισσότερες από 180 πυρηνικές κεφαλές ενώ το Πακιστάν υπολείπεται κατά μόλις 10 (σ.σ. το Anadolu, σε δικό του γραφικό, δίνει την Ινδία με 172 πυρηνικές κεφαλές και το Πακιστάν με 170).
Από το 1989 και μετά το Πακιστάν έχει επενδύσει σημαντικά σε κεφάλαια, εξοπλισμό, αλλά και εκπαίδευση παραστρατιωτικών ομάδων, οι οποίες και δρουν εντός της ελεγχόμενης από την Ινδία περιοχής του Κασμίρ. Επίσημα η κυβέρνηση του Πακιστάν αρνείται οποιαδήποτε επίσημη εμπλοκή της με τις συγκεκριμένες ομάδες που η Ινδία έχει εδώ και δεκαετίες στην λίστα με τις τρομοκρατικές οργανώσεις.
Η εκλογή Μόντι στην Ινδία το 2014 έφερε στο προσκήνιο την ελπίδα για μία διευθέτηση μέσω της διπλωματίας της κρίσης με το Πακιστάν. Ο πρωθυπουργός, μάλιστα, του Πακιστάν έδωσε μετά από επίσημη πρόσκληση το «παρών» στην ορκωμοσία Μόντι, αλλά όλα αυτά διατηρήθηκαν μόνο για μερικούς μήνες.
Η Ινδία, τον Αύγουστο του 2014 η Ινδία ακύρωσε τις διμερείς συνομιλίες για το Κασμίρ σε ανώτατο επίπεδο με το Πακιστάν και επίσημα το κεφάλαιο των διμερών επαφών έκλεισε επίσημα το 2016 όταν 18 Ινδοί στρατιώτες σκοτώθηκαν από στην στρατιωτική βάση της Ούρι. Επί δύο χρόνια μέχρι και το τέλος του 2018 η ένταση και πάλι στο Κασμίρ χτύπησε κόκκινο χωρίς πάντως να εξελιχθεί σε πολεμική σύρραξη.
Η σημερινή κατάσταση, αν και έχει διαφορετικά -πολύ περισσότερο πολεμικά- χαρακτηριστικά, μοιάζει να είναι ένα από τα πολλά κεφάλαια της συγκεκριμένης διένεξης για την οποία πρέπει δεδομένα να υπάρξει άμεση παρέμβαση από τον Λευκό Οίκο.
Η Κίνα έχει εδώ και καιρό ταχθεί με την πλευρά του Πακιστάν, με το οποίο έχει και ένα από τα σημαντικότερα πολεμικά της συμβόλαια και το κινεζικό υπουργείο Eξωτερικών χαρακτήρισε τις χθεσινές επιχειρήσεις της Ινδίας στα εδάφη του Πακιστάν ως «απαράδεκτες», δίνοντας τον τόνο των όσων μπορεί να ακολουθήσουν.