Στο κείμενο των συμπερασμάτων που εξέδωσε η Σύνοδος των Πρυτάνεων αναφέρεται συγκεκριμένα:
«Επισημάνθηκε ότι ο τακτικός προϋπολογισμός όλων των ΑΕΙ εμφανίζει μείωση πλέον του 50% σε σύγκριση με την περίοδο πριν από την κρίση και ότι η χρηματοδότηση ανά φοιτητή ανέρχεται μόλις στο 1/3 του μέσου όρου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επιπρόσθετα, δεν δόθηκε η έκτακτη επιχορήγηση που κάλυπτε, τα τελευταία χρόνια, μέρος των ανελαστικών λειτουργικών δαπανών.
Οι Πρυτάνεις διαπίστωσαν ότι ο τακτικός προϋπολογισμός δεν επαρκεί για την κάλυψη των λειτουργικών δαπανών και δυσχεραίνει την προοπτική ανάπτυξης.
Εξαιρετικά σημαντικό είναι εξάλλου το πρόβλημα με το ύψος της χρηματοδότησης για τις κτηριακές υποδομές οι οποίες, ιδιαίτερα σε παλαιά πανεπιστήμια, εμφανίζουν σημαντικές φθορές.
Το 2025 η επιχορήγηση για συντηρήσεις εμφάνισε μείωση 50% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Η Σύνοδος ζήτησε την καταβολή της έκτακτης επιχορήγησης και την αύξηση χρηματοδότησης στο ΕΠΑ και τον τακτικό προϋπολογισμό».
Περαιτέρω η Σύνοδος Πρυτάνεων επανέφερε «το πάγιο πρόβλημα της υποστελέχωσης ιδιαίτερα σε διοικητικό προσωπικό», πρόβλημα που όπως επισημαίνεται στο κείμενο των συμπερασμάτων «επιδεινώνεται από την κινητικότητα των δημοσίων υπαλλήλων και τις αργές διαδικασίες του ΑΣΕΠ», ενώ «σοβαρές είναι οι ελλείψεις, εξάλλου, σε μέλη ΔΕΠ και σε όλες τις κατηγορίες διδακτικού προσωπικού, παρά την πρόσφατη αύξηση των θέσεων που κατανεμήθηκαν στα Πανεπιστήμια».
Ζητήθηκε επίσης να συνεχιστεί ο διάλογος με την πολιτική ηγεσία σχετικά με θεσμικά ζητήματα, βελτιώσεις του νομοθετικού πλαισίου και μέτρα για την εξάλειψη της γραφειοκρατίας.
Σχετικά με το κρίσιμο ζήτημα των διαγραφών φοιτητών, η Σύνοδος Πρυτάνεων επανέλαβε τη θέση της για διάκριση των φοιτητών σε ενεργούς και μη ενεργούς και ζήτησε από την ηγεσία του ΥΠΑΙΘΑ «να εισαγάγει εγκαίρως νομοθετική ρύθμιση που θα επιλύει το πρόβλημα με μόνιμη πρόβλεψη ώστε να περικλείει τους ενεργούς φοιτητές και τις φοιτήτριες για τους οποίους προβλέπεται διαγραφή κατά τα επόμενα ακαδημαϊκά έτη».
Τέλος, η Σύνοδος Πρυτάνεων υπογράμμισε «τη μεγάλη εμπιστοσύνη της οποίας χαίρει το ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο από την ελληνική κοινωνία και διεθνώς και ζήτησε την έμπρακτη στήριξή του από την πολιτεία».
Η Σύνοδος «θεωρεί ότι τα ζητήματα ασφάλειας διαφοροποιούνται μεταξύ των ελληνικών πανεπιστημίων και για τον λόγο αυτό τα όποια μέτρα δεν θα πρέπει να έχουν οριζόντια εφαρμογή αλλά να εξειδικευτούν ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες του κάθε Πανεπιστημίου» και «τα πανεπιστήμια ζητούν από την Πολιτεία να συνδράμει για την αντιμετώπιση σοβαρών περιστατικών, σύμφωνα με τη δική της αρμοδιότητα και επιχειρησιακή εξειδίκευση». Επίσης, ζητείται η οικονομική τους ενίσχυση ώστε να εφαρμόσουν αποτελεσματικά μέτρα πολιτικής προστασίας, που θα θωρακίζουν τα πανεπιστήμια απέναντι σε κάθε κίνδυνο.