Στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Πατρών δικάζεται αυτές τις ημέρες μια από τις μεγαλύτερες υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας των τελευταίων δεκαετιών στην Ελλάδα, με τις ποινές που απειλούνται να κυμαίνονται από 5 έως 15 χρόνια κάθειρξης.
Στο εδώλιο βρίσκεται ένας καλοστεκούμενος ηλικιωμένος Ελληνογερμανός 78 ετών, μαζί με την 60χρονη Γερμανίδα σύζυγό του. Επίσημα εμφανίζονται ως φιλότεχνοι, αλλά, κατηγορούνται ότι κινούσαν τα νήματα ενός διεθνούς κυκλώματος αρχαιοκαπηλίας, για τουλάχιστον δέκα χρόνια. Στο δε παραπεμπτικό βούλευμα, του αποδίδεται ο ρόλος του «μάστερ» της αρχαιοκαπηλίας στην Ελλάδα, καθώς το όνομά του έχει συνδεθεί στο παρελθόν με ανάλογες υποθέσεις που έχουν αφήσει ιστορία στα δικαστικά χρονικά.
Οι άλλοι κατηγορούμενοι -Ελληνες και αλλοδαποί- που παρίστανται διά των συνηγόρων τους, φέρονται να είχαν δευτερεύοντες ρόλους λαθρανασκαφέων, μεσαζόντων και εμπόρων αρχαιοτήτων. Το παραπεμπτικό βούλευμά τους εμπλέκει σε περίπου 90 υποθέσεις λαθρανασκαφής, μεταφοράς και εμπορίας στο εξωτερικό περίπου 1.000 αρχαιοτήτων, που περιλάμβαναν μεγάλο αριθμό νομισμάτων, κοσμήματα ανεκτίμητης αξίας, αγάλματα κ.ά.
Στην υπόθεση αρχικά είχαν εμπλακεί και τέσσερις διεθνείς οίκοι δημοπρασιών από την Ελβετία, την Αυστρία, τη Γερμανία και τη Μεγάλη Βρετανία. Ωστόσο το Συμβούλιο Εφετών Πατρών έκρινε ότι «δεν υπήρξαν αποχρώσες- επαρκείς ενδείξεις» για να ασκηθεί δίωξη εναντίον τους.Το παραπεμπτικό βούλευμα κάνει λόγο για μια μεγάλη ομάδα αρχαιοκαπήλων με διασυνδέσεις στο εξωτερικό, ωστόσο, στηρίζεται κατά βάση σε καταγραφές τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και εκτιμήσεις της Ασφάλειας Πατρών και σε αρχαιολογικά ευρήματα, όπως νομίσματα, κοσμήματα, αγάλματα κ.ά.
Η Eισαγγελέας στην αγόρευσή της πρότεινε να απαλειφθεί η κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης, ζητώντας να κριθούν ένοχοι 12 κατηγορούμενοι για τα κατά περίπτωση αδικήματα της υπεξαίρεσης, παράνομης κατοχής και διακίνησης κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια, αρχαίων αντικειμένων.
Η Ασφάλεια Πατρών είχε παρουσιάσει την υπόθεση, ως την εξάρθρωση μιας από τις μεγαλύτερες υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας στα χρονικά.
Οι συνήγοροι υπεράσπισης τονίζουν ότι για τους περισσότερους κατηγορούμενους, εκτός από κάποιες τηλεφωνικές καταγραφές και συζητήσεις, δεν υπάρχει κανένα απολύτως αποδεικτικό στοιχείο που να τους συνδέει με την υπόθεση, ενώ δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί ούτε καν η απόπειρα.
Μεταξύ των κατηγορουμένων, βρίσκεται και ένας οικονομικά επιφανής Βούλγαρος, συλλέκτης αρχαίων αντικειμένων, που κατά τον συνήγορό του Νίκο Παπάκο, ενεπλάκη στην υπόθεση ως υποψήφιο θύμα απάτης, καθώς οι φερόμενοι ως έμποροι αρχαιοτήτων, προσπαθούσαν να του πουλήσουν μια αρχαία ασπίδα βασιλιά, που στην πραγματικότητα ήταν κίβδηλη.
Η δίκη συνεχίζεται με τις αγορεύσεις των συνηγόρων υπεράσπισης.
ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ