Η ελληνική κοινωνία άκουσε, για μια ακόμη φορά, τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκο Πιερρακάκη, να απευθύνει έκκληση στις τράπεζες να «ξεπεράσουν τον εαυτό τους» και να βρεθούν στην «εμπροσθοφυλακή» της ελληνικής οικονομίας. Λόγια ηχηρά, γεμάτα φιλοδοξία και επικοινωνιακή λάμψη. Λόγια που ίσως συγκινούν όποιον τα ακούει από απόσταση.
Όμως, όποιος ζει τη σκληρή καθημερινότητα της μικρής επιχείρησης, της εργαζόμενης οικογένειας, της περιφέρειας και των τοπικών κοινωνιών, γνωρίζει καλά πως αυτή η «εμπροσθοφυλακή» παραμένει απούσα. Γιατί η αλήθεια είναι αμείλικτη και δεν χωρά κανέναν απολύτως εξωραϊσμό.
Οι τράπεζες είναι απούσες, επίσης, από τις τοπικές κοινωνίες, όπου το ένα τραπεζικό κατάστημα μετά το άλλο κλείνει, αφήνοντας πίσω του ηλικιωμένους και ευάλωτους πολίτες χωρίς καμία πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες. Απούσες ακόμη και από την απλή, καθημερινή εξυπηρέτηση: σε πολλές περιοχές, κλείνουν πλέον ακόμη και τα ΑΤΜ, στερώντας από πολίτες –ιδίως στις πιο απομακρυσμένες περιοχές– τη δυνατότητα για πρόσβαση σε βασικές συναλλαγές.
Απούσες και από την ανάπτυξη, οι ελληνικές τράπεζες επενδύουν κατά κύριο λόγο σε χαμηλού ρίσκου κρατικά ομόλογα και χρηματοπιστωτικά προϊόντα, αποφεύγοντας τη στήριξη της παραγωγής, της καινοτομίας και των μικρών επιχειρήσεων, εκεί δηλαδή όπου παράγεται ο πραγματικός πλούτος.
Και τώρα, την ίδια ώρα που χιλιάδες οικογένειες χάνουν τα σπίτια τους στους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, η «ρύθμιση» μεταφράζεται σε οικονομική ασφυξία και οι πολίτες πληρώνουν υπέρογκες χρεώσεις για κάθε λογαριασμό ΔΕΚΟ ή ηλεκτρονική συναλλαγή, οι τράπεζες αποστρέφουν το βλέμμα τους από την κοινωνία.
Ως εκ τούτου, πώς μπορούμε να μιλάμε για «brain gain», όταν νέοι επιστήμονες και επαγγελματίες δεν έχουν πρόσβαση ούτε σε ένα εργαλείο χρηματοδότησης για να μείνουν στη χώρα, δημιουργώντας και επενδύοντας στο μέλλον τους εδώ;
Δυστυχώς, η πραγματικότητα δεν αλλάζει με διαπιστώσεις. Ούτε με ευγενικές εκκλήσεις. Η κυβέρνηση δεν μπορεί να παραμένει απλός παρατηρητής. Οφείλει να είναι ρυθμιστής πράττοντας τα εξής:
*Να βάλει όρια.
*Να απαιτήσει κοινωνική ανταποδοτικότητα από τις τράπεζες.
*Να προστατεύσει την πρώτη κατοικία.
*Να μειώσει τις τραπεζικές χρεώσεις που λεηλατούν την καθημερινότητα των πολιτών.
*Να εξασφαλίσει δίκαιη, καθολική και διαφανή πρόσβαση στη
χρηματοδότηση.
Ο τραπεζικός τομέας δεν μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί σαν ιδιωτικό club προνομιούχων εντός μιας κοινωνίας που παλεύει να σταθεί όρθια. Αν οι τράπεζες δεν επιστρέψουν στον κοινωνικό τους ρόλο τώρα, τότε πότε θα το κάνουν;
Και αν η Πολιτεία δεν επιβάλλει κανόνες, λογοδοσία και δικαιοσύνη, τότε ποιος θα το κάνει; Η ανάπτυξη δεν χτίζεται με συνθήματα. Χτίζεται με πράξεις. Και σήμερα αυτές λείπουν δραματικά.