Αλλοθι στο μοτίβο που ακολουθεί στα ομολογημένα της εγκλήματα αναζητά η Ειρήνη Μουρτζούκου για να στηρίξει τον ισχυρισμό της ότι δεν σκότωσε αυτή τον 15 μηνών Παναγιωτάκη. Όπως ισχυρίζεται στο απολογητικό της υπόμνημα «Τα μεν υπόλοιπα βρέφη ήταν ηλικίας έως έξι (6) μηνών, ενώ ο Παναγιωτάκης ήταν μεγάλο παιδί, ηλικίας δεκαπέντε (15) μηνών, τα υπόλοιπα βρέφη ήταν κορίτσια, ενώ ο Παναγιωτάκης ήταν αγόρι». Και καταλήγει: «Είναι αναμφίβολο πως ο Παναγιωτάκης “δεν ταιριάζει στο μοτίβο των δολοφονιών”».
Η Μουρτζούκου, που έχει κατηγορήσει τη δική της μητέρα και ουσιαστικά την έχει δείξει ως τον παράγοντα που «πυροδοτούσε» την οργή της, στο απολογητικό της υπόμνημα ρίχνει την ευθύνη για τον θάνατο του Παναγιωτάκη στη μητέρα του βρέφους.
Παράλληλα, επιχειρώντας να στρέψει την υπερασπιστική της επιχειρηματολογία στα ψυχιατρικά της προβλήματα ισχυρίζεται ότι ο Παναγιωτάκης ήταν το παιδί που της έδωσε τη δύναμη να ζήσει και να ξεπεράσει τα ψυχολογικά της προβλήματα: «Ο Παναγιωτάκης μου έδωσε την δύναμη να ξεπεράσω τα “σκοτάδια” (ψυχιατρικά / ψυχωτικά / σωματικά και όχι μόνο) προβλήματά μου. Με έκανε να βρω την δύναμη να κάνω και πάλι όνειρα…».
Αρνείται οποιαδήποτε ευθύνη για τον θάνατό του, υποστηρίζοντας: «Δεν θα του έκανα ποτέ κακό, δεν θα τον πείραζα ποτέ και για κανέναν λόγο… δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί πως ήταν ο λόγος για τον οποίο ζούσα και έβρισκα δύναμη να ξεπεράσω τους δαίμονές μου… αναφέρω ευθαρσώς πως, για τον θάνατό του, δεν έχω την παραμικρή ευθύνη / συμμετοχή / συνεργεία».
Στο υπόμνημα κατηγορεί τη μητέρα του Παναγιωτάκη ότι επιχειρεί να της φορτώσει την ευθύνη:
«Η ανωτέρω […] όλους αυτούς τους μήνες προσπαθεί να με οδηγήσει στην ανάληψη της ευθύνης για τον θάνατο του παιδιού της, πλην μου είναι αδύνατον να “χρεωθώ” τον θάνατο της τελευταίας ελπίδας σωτηρίας της ζωής, της ψυχής, της ύπαρξής μου».
Η Μουρτζούκου, που από κάποια στιγμή και μετά είχε πάψει να είναι η «Ειρήνη» και έγινε ο «Ρήνος», προσπαθεί να διαφοροποιήσει την περίπτωση του Παναγιωτάκη από εκείνη των άλλων θυμάτων μιλώντας ουσιαστικά για ένα παιδί που δεν ταιριάζει στο «προφίλ» των θυμάτων της, φτάνοντας να πει ότι δεν ταιριάζει στο μοτίβο των δολοφονιών.
Υποστηρίζει επίσης ότι μετά τον θάνατο του παιδιού, η μητέρα του τη φιλοξενούσε κρυφά στην οικία της: «Από την ημέρα θανάτου του Παναγιώτη (5/8/2024) έως και τον μήνα Ιούνιο του έτους 2025 με φιλοξενούσε, κρυφά, στην οικία της στην Αμαλιάδα, γεγονός ασφαλώς μη συμβατό με την, παρουσιαζόμενη δημοσίως, εικόνα της εξοργισμένης (δήθεν) μητέρας».
Σε άλλο σημείο του υπομνήματος, δηλώνει πρόθυμη να καταθέσει πλήρως για τις συνθήκες θανάτου του παιδιού, αρκεί να υπάρξει επίσημη κλήση και εγγύηση ασφάλειας: «Δεν δύναμαι και δεν επιτρέπεται στο παρόν δικονομικό στάδιο […] να υπεισέλθω στις λεπτομέρειες του τρόπου, μεθόδου, αιτίας κλπ του θανάτου του, είμαι όμως στην διάθεση των Αρχών […] να αποκαλύψω τα πάντα».
Το τρίτο πρόσωπο
Η πιο σοβαρή αιχμή του υπομνήματος είναι ότι «καταλυτικό ρόλο» στην υπόθεση παίζει τρίτο πρόσωπο, το οποίο προς το παρόν δεν κατονομάζει: «Καταλυτικό ρόλο έχει διαδραματίσει και άλλος-η άνθρωπος, το όνομα του οποίου θα αποκαλύψω μόνο στις αρμόδιες Εισαγγελικές / Ανακριτικές Αρχές […] αφού δέχομαι συνεχείς και έντονες απειλές για την ζωή μου και την σωματική μου ακεραιότητα».
Η Ειρήνη Μουρτζούκου ισχυρίζεται επιπλέον ότι βρίσκεται στη διάθεση των αρχών για πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης, προκειμένου «να μην μείνει το παραμικρό σημείο της τραγικής αυτής ιστορίας στο σκοτάδι».
Οι ομολογημένες δολοφονίες και το «θόλωμα»
Τους τρόπους με τους οποίους δολοφόνησε την αδερφή της, τα δύο μωρά της και το παιδί της Κατερίνας, περιέγραψε η Ειρήνη Μουρτζούκου στην απολογία της. Κοινός παρονομαστής στις τρεις περιπτώσεις (την αδερφή της, το ένα της παιδί και το παιδί της Κατερίνας) το «θόλωμα του μυαλού της», όπως είπε, ενώ για το άλλο της παιδί υποστήριξε πως «το είχε πλακώσει στον ύπνο της». «Σε κανένα παιδί δεν ήθελα να κάνω κακό, όλοι έβλεπαν πως τα αγαπάω» είπε χαρακτηριστικά.
«Όταν πέθανε η αδελφή μου, Ζωή – Ηλιάνα ήμουν 13 ετών. Ήμουν 13 ετών και κανείς δεν σκέφτεται τι περνούσα εγώ και έκανα ό,τι έκανα στην αδελφή μου. Θυμάμαι ότι πήγα στο δωμάτιό της. Αυτή ήταν στο πάτωμα και εγώ ήμουν από πάνω της. Δεν κατάλαβα εκείνη τη στιγμή ότι πέθανε… Κάθε φορά θόλωνα… Δεν μπορώ να το εξηγήσω, αλλά ήταν λες και δεν σκεφτόμουν τίποτε εκείνες τις στιγμές… Ένιωθα να τρελαίνεται το μυαλό μου. Το ίδιο έγινε και με την αδελφή μου, το ίδιο και με το μωρό της Κατερίνας, το ίδιο και με το ένα μου παιδί, τη Μαρία – Φρειδερίκη» είπε αρχικά η Μουρτζούκου.
«Για το άλλο μου μωρό το έκανα, χωρίς να το καταλάβω. Ξύπνησα και το είχα πλακώσει στον ύπνο μου. Το είχα πάρει από το σπίτι της μάνας μου το βράδυ, γυρίσαμε στο σπίτι που έμενα με τον Σουμόν και πέσαμε για ύπνο στο ίδιο κρεβάτι (με το μωρό). Λίγη ώρα μετά ξύπνησα και συνειδητοποίησα ότι κοιμόμουν από πάνω του» ανέφερε για το άλλο της παιδί.
«Εγώ μία ζωή μεγάλωνα παιδιά, τα αδέλφια μου, των φίλων μου, τα δικά μου… Κοιτάξτε πού έφτασα. Να κάνω κακό στα ίδια μου τα παιδιά, στην αδελφή μου και σε άλλο ένα αθώο μωράκι, εννοώ της Κατερίνας. Και αφού τα λέμε όλα σήμερα και πραγματικά νοιώθω ότι λυτρώνομαι, σας λέω ότι τον Παναγιωτάκη δεν πείραξα ποτέ. Πρώτη φορά σήμερα παραδέχομαι ότι έχω κάνει, ακόμα και για εξομολόγηση που πηγαίνω, δεν έχω καταφέρει να το πω… θα σας πως ότι και για το παιδί μου, τη Μαρία-Φρειδερίκη, ήμασταν στο νοσοκομείο και μάλιστα δεν ήμασταν καν μόνοι μας στο δωμάτιο… Δεν ξέρω πώς το έκανα αλλά το έκανα… είναι λες και για δευτερόλεπτα δεν σκέφτομαι, δεν καταλαβαίνω τι συμβαίνει και μόλις συνειδητοποιώ τι γίνεται, το κακό έχει γίνει… Μπορεί να φαίνεται παράλογο, αλλά αυτό είναι… Δεν θυμάμαι σε κανέναν παιδί από τα τρία τι έκανα, με ποιον τρόπο δηλαδή σταμάτησα την αναπνοή τους» συνέχισε η Μουρτζούκου για να προσθέσει: «Με το μικρό το μωράκι μου ξύπνησα και κατάλαβα ότι το είχα πλακώσει. Μόλις το συνειδητοποίησα αυτό, μετά προσπαθούσα με το μυαλό μου να το συνεφέρω. Προσπαθούσα να του δώσω ανάσες».
«Σε κανένα παιδί δεν ήθελα να κάνω κακό, όλοι έβλεπαν πως τα αγαπάω… Δεν γνωρίζω τι έπαθα και έκανα κακό… Είναι αυτό που ξαναείπα… Σαν να σβήνουν όλα… Λες και το μυαλό μου δεν θέλει να θυμηθεί τι έγινε… Το μόνο που θυμάμαι, όταν σκέφτομαι τις στιγμές αυτές που έκανα ότι έκανα, είναι τον εαυτό μου να προσπαθεί να καταλάβει τι έκανα, γιατί το έκανα και πως μπορώ να το σώσω» συμπλήρωσε.