Από μια μικρή βιοτεχνία στο Κουκάκι προπολεμικά, η ΚΑΛΑΣ ΑΕ εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο αναγνωρίσιμους παίκτες της ελληνικής αγοράς τροφίμων, με ισχυρό brand name, ευρύ πελατολόγιο και εξαγωγική δραστηριότητα.
Και μπορεί το «Κάλας» να έγινε συνώνυμο του αλατιού μετά την κίνηση του Κωνσταντίνου Καλαμαράκη – μεταπολεμικά πια – να βάλει σε μπουκάλι το προϊόν, εν τούτοις τις τελευταίες δεκαετίες ο γιος του – και συνονόματος εγγονός του ιδρυτή – κ. Εμμανουήλ Καλαμαράκης έχει μετασχηματίσει την «Κάλας» σε έναν πολυπροϊοντικό όμιλο τροφίμων, γνωστό ως ΚΑΛΑΣ Group επεκτείνοντας τη δραστηριότητά σε νέες κατηγορίες τροφίμων – από σαλάτες και dressing μέχρι προϊόντα delicatessen.
Με «ναυαρχίδα» βέβαια το αλάτι, η ΚΑΛΑΣ ΑΕ κατάφερε να ανακάμψει το 2024, επανερχόμενη σε τροχιά κερδοφορίας και δρομολογώντας νέο κύκλο επενδύσεων, όπως προκύπτει απ’ τις οικονομικές καταστάσεις που ανήρτησε χθες στο ΓΕΜΗ. Σύμφωνα με αυτές η χρήση 2024 έκλεισε με αύξηση 1,9% στον κύκλο εργασιών, ο οποίος διαμορφώθηκε σε 44,98 εκατ. ευρώ. Εξ αυτών περίπου τα 10 εκατ. ευρώ αφορούσαν εξαγωγές.
Το μικτό κέρδος ενισχύθηκε κατά 11,1%, αγγίζοντας τα 12,92 εκατ. ευρώ. Η πιο ουσιαστική μεταβολή ωστόσο καταγράφεται στην τελική γραμμή του αποτελέσματος, όπου η εταιρεία πέρασε από ζημιές 787 χιλ. ευρώ το 2023 σε καθαρά κέρδη 1,08 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, τα ίδια κεφάλαια αυξήθηκαν σε 13,45 εκατ. ευρώ και οι ζημιές εις νέον μειώθηκαν στα 10,31 εκατ. ευρώ, αποτυπώνοντας την προσπάθεια εξυγίανσης του ισολογισμού. Η εικόνα βελτιώθηκε αισθητά και ως προς τις υποχρεώσεις, με τις συνολικές να περιορίζονται σε 34,9 εκατ. ευρώ, αν και οι περισσότερες παραμένουν βραχυπρόθεσμες (κάπου 29 εκατ. εκ των οποίων τα 15 εκατ. ευρώ σε προμηθευτές).
Βέβαια η εταιρεία μόλις πριν από δύο μήνες την έκδοση κοινού ομολογιακού δανείου ύψους 11,8 εκατ. ευρώ, διάρκειας δέκα ετών, με την Attica Bank ως αποκλειστικό ομολογιούχο. Το μεγαλύτερο μέρος του ποσού θα αξιοποιηθεί για την αποπληρωμή υφιστάμενου τραπεζικού δανεισμού, ενώ το υπόλοιπο ενισχύει το κεφάλαιο κίνησης. Η πρωτοβουλία αυτή εντάσσεται σε ένα ευρύτερο σχέδιο μείωσης του δανεισμού και μετασχηματισμού της κεφαλαιακής διάρθρωσης της εταιρείας.
«Η Εταιρεία στη χρήση 2024 διατήρησε τη θέση της στην αγορά λιανικού εμπορίου ανανεώνοντας τις εμπορικές συμβάσεις της με τους υπάρχοντες πελάτες της και ταυτόχρονα, με τις κατάλληλες επιχειρηματικές ενέργειες, επέκτεινε τις συνεργασίες της με όλες πλέον τις μεγάλες αλυσίδες λιανεμπορίου της ελληνικής αγοράς», σημειώνει στην οικονομική έκθεση η διοίκηση υπό τον κ. Εμμανουήλ Καλαμαράκη.
Υπενθυμίζεται πάντως πως η εταιρεία προ δύο ετών είχε αποεπενδύσει από τη μειοψηφική συμμετοχή της στις Ελληνικές Αλυκές.
Η ΚΑΛΑΣ σήμερα δεν είναι μόνο η ομώνυμη εταιρεία παραγωγής και επεξεργασίας άλατος. Ο Όμιλος περιλαμβάνει την Olympus Foods, βιομηχανική μονάδα παραγωγής τροφίμων στην Πιερία, που εξειδικεύεται σε sauces, ketchup, μαγιονέζες και μουστάρδες. Παράλληλα, η εταιρεία έχει αναπτύξει τις σειρές ΒΕΜ, με έτοιμες σαλάτες και dressing, και 17 Delicatessen, που απευθύνεται σε πιο εξειδικευμένες κατηγορίες τροφίμων με έμφαση στην ποιότητα και τη διαφοροποίηση.
Η Εταιρεία σήμερα διαθέτει δύο συγκροτήματα παραγωγής αλατιού στο Μεσολόγγι (μονάδα μηχανικού καθαρισμού και μονάδα κρυστάλλωσης), ένα συγκρότημα παραγωγής αλατιού στη Σίνδο Θεσσαλονίκης, ένα συγκρότημα παραγωγής σαλατών, μουστάρδας, μαγιονέζας και dressing στη Ν. Έφεσο Πιερίας, τέσσερα κέντρα αποθήκευσης και διανομής ξηρού και ψυχρού φορτίου στη ΒΙΠΑ Αυλώνα Αττικής, στο Μεσολόγγι, στη Σίνδο Θεσσαλονίκης και στη Ν. Έφεσο Πιερίας.
Παρά τον εκσυγχρονισμό των δομών και τη σταδιακή εξωστρέφεια, η ΚΑΛΑΣ Group παραμένει σταθερά οικογενειακή. Η ιδιοκτησιακή συνέχεια και η στρατηγική κατεύθυνση παραμένουν υπό τον έλεγχο της οικογένειας Καλαμαράκη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας σήμερα ο κ. Εμμανουήλ Κων. Καλαμαράκης ελέγχει το 74,14% του μετοχικού κεφαλαίου, η κα Φωτεινή Καλαμαράκη το 13,58% και το υπόλοιπο 12,28% ανήκει στην ROTAPRINT Ο.Ε.