Ερωτευμένη στην Αλόννησο η Στέλλα Μπεζαντάκου.
Μετά την πυρκαγιά που απείλησε το σπίτι και το κτήμα, όπου ζουν η γνωστή τραγουδίστρια και ο σύζυγός της Χρήστος Γκίκας, στον Αγιο Δημήτριο Κορωπίου, και την επιστολή-κόλαφος που έστειλε εκείνη στον πρωθυπουργό της χώρας Κυριάκο Μητσοτάκη, το ζευγάρι «κατέβασε ρολά» για δέκα ημέρες λόγω διακοπών. Η επιλογή τους, μάλιστα, να ταξιδέψουν στην Αλόννησο αποδείχτηκε σωστή.
Το καταπράσινο νησί των Σποράδων με τα καταγάλανα νερά, που επισκέφθηκαν και οι δυο για πρώτη φορά φέτος, τους μάγεψε με τις ομορφιές του. Το ζευγάρι απόλαυσε υπέροχα μπάνια σε ονειρικές παραλίες, βόλτες στα γραφικά δρομάκια, νοστιμότατο φαγητό σε ωραία ταβερνάκια και κοκτέιλ σε μπαράκια με θέα στη θάλασσα. Οι δυο τους έκαναν και πεζοπορία σε μονοπάτια μέσα στο δάσος «ανακαλύπτοντας» στο τέλος τους ειδυλλιακές ακτές, ενώ δεν έχασαν την ευκαιρία να επισκεφθούν με σκάφος το Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Βορείων Σποράδων, όπου είδαν φώκιες να κολυμπούν κοντά τους και ενθουσιάστηκαν σαν τα μικρά παιδιά.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Στέλλα Μπεζαντάκου και ο Χρήστος Γκίκας πορεύονται μαζί στην προσωπική τους ζωή εδώ και δεκαπέντε χρόνια, εκ των οποίων τα δέκα είναι παντρεμένοι. Και επειδή κάποιοι λένε πως «ο γάμος σκοτώνει τον έρωτα», τούτο δεν φαίνεται να ισχύει στην περίπτωσή τους. Το ακριβώς αντίθετο, θα λέγαμε, αφού οι δυο τους φαίνονται πιο ερωτευμένοι από ποτέ και ενωμένοι σαν μια γροθιά. Ενωμένοι οι δυο τους αντιμετώπισαν και τη φωτιά που περικύκλωσε το κτήμα και το σπίτι τους, προκαλώντας ζημιές χιλιάδων ευρώ.
Όπως αποκάλυψε, μάλιστα, η «Espresso» με πρωτοσέλιδο δημοσίευμά της στις 23 Ιουλίου, η δημοφιλής τραγουδίστρια δεν δίστασε να στείλει μια επιστολή-χείμαρρο στο πρωθυπουργικό γραφείο, ψέγοντας τον Κυριάκο Μητσοτάκης για τη μικρή έως ελάχιστη οικονομική στήριξη των πληγέντων από φυσικές καταστροφές.
Παρότι ψηφοφόρος του κυβερνώντος κόμματος, η Στέλλα Μπεζαντάκου δηλώνει πλέον αγανακτισμένη με την Πολιτεία και «τα λαμόγια», όπως χαρακτηρίζει στην επιστολή εκείνους που ενέκριναν κονδύλια εκατομμυρίων ευρώ «για βοσκοτόπια-φαντάσματα», την ώρα που, όπως επισημαίνει, «ο απλός κόσμος με τους μισθούς των 800 ευρώ καίγεται, πνίγεται και φτύνει αίμα προκειμένου να επιβιώσει».