Του Θέμη Μπάκα
Δυστυχώς, το μέλλον αυτής της χώρας δεν χάνεται μόνο από τους νέους που φεύγουν για ένα καλύτερο αύριο στο εξωτερικό. Το μέλλον χάνεται σιωπηλά, καθημερινά, μέσα από τις πρακτικές που διαρκώς αναπαράγουμε στο εσωτερικό μας. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο η «φυγή εγκέφαλων». Είναι η βαθιά, συστημική αποτυχία μας να χτίσουμε ένα κοινωνικό και πολιτικό πρότυπο που να δίνει χώρο στην αξιοκρατία, στην ειλικρίνεια και στην πραγματική δημιουργία. Χάσαμε τον δρόμο.
Κι ακόμα χειρότερα: συνεχίζουμε να δείχνουμε στους νέους τον λανθασμένο δρόμο. Δημιουργούμε αντίγραφα αποτυχημένων λογικών, προωθούμε πρότυπα χωρίς αξιακό υπόβαθρο και βαφτίζουμε «κοινωνική ανέλιξη» τη στελέχωση μηχανισμών που ανακυκλώνουν την ίδια παθογένεια.
Αλήθεια, πώς να πειστεί ένας νέος άνθρωπος ότι αξίζει να παλέψει με καθαρά μέσα, όταν:
- Βλέπει πως το εισιτήριο για την «επιτυχία» είναι το σωστό χειροκρότημα σε κομματικές συνελεύσεις.
- Διαπιστώνει ότι μια έτοιμη θέση τον περιμένει, όχι επειδή κοπίασε, αλλά επειδή ανήκει στην «έμμισθη ομάδα» που τον προετοιμάζει για την υπουργική καρέκλα.
- Βλέπει 35χρονους με «βαρύ» βιογραφικό που δεν χτίστηκε στην αγορά εργασίας αλλά μέσα από διαδοχικές κομματικές τοποθετήσεις σε δημόσιους οργανισμούς και σε πολιτικά γραφεία.
- Συνειδητοποιεί ότι, όσο και να αγωνιστεί, το ουσιαστικό δεν είναι η προσπάθεια, αλλά η επαφή, ο «θείος στην Κορώνη», το «χαμόγελο» στο κατάλληλο πρόσωπο.
Έχουμε νέους που – αντί να παλεύουν για το μέλλον τους – έχουν αποκοπεί από την καθημερινότητα των συνομηλίκων τους και λειτουργούν ως «influencers» ενός συστήματος που υπόσχεται καρέκλες, και όχι αλλαγή.
Έχουμε μια γενιά που – αντί να ονειρεύεται το μέλλον- επενδύει την ενέργειά της για να μπει στην επετηρίδα της «επόμενης μέρας» του κόμματος. Όχι μέσα από καινοτομία, δημιουργία, διάλογο ή παραγωγή ιδεών. Αλλά με χειροκροτήματα, πιστές αναρτήσεις και λόγια που συχνά ούτε οι ίδιοι πιστεύουν.
Δεν καταλαβαίνουν, όμως, ότι η πραγματική τους δύναμη – τα νιάτα τους, η σκέψη τους, το πάθος τους – χαρίζεται σε κάποιον που ήδη έχει καταδικάσει το μέλλον της γενιάς τους.
Και το χειρότερο; Είναι σαν να «πουλάνε» τη γενιά τους. Τους φίλους τους, τους συμφοιτητές τους, τους συμμαθητές τους. Φέρονται σαν τοπικοί κομματάρχες που – σε μεγάλο ποσοστό – ζουν, βιοπορίζονται, αποκτούν ρόλο και αξία μόνο χάρη σε εκείνους που τους ακολουθούν.
Πουλάνε ένα «όνειρο» χωρίς να πουν την αλήθεια: ότι το όνειρο είναι μόνο για τους ίδιους. Όλοι οι υπόλοιποι είναι απλοί ακόλουθοι. Στο τέλος, αν αυτοί οι ακόλουθοι σταματήσουν να τους χειροκροτούν, αυτοί οι λαμπεροί «φωστήρες» σβήνουν. Δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα. Δεν έχουν να δώσουν. Μόνο να κερδίσουν για τον εαυτό τους.
Αυτοί που μένουν είναι η αιτία αυτών που φεύγουν
Κι έτσι, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, οι νέοι που μένουν γίνονται η αιτία που οι άλλοι φεύγουν.
Γιατί, πού είναι οι διεκδικήσεις;
Πού είναι οι τομές, οι διαφορετικές φωνές, η πίστη στο όνειρο, στην αλλαγή, στη ζωή;
Πού είναι η επανάσταση της δημιουργικότητας που υποτίθεται ότι κουβαλάει κάθε νέα γενιά;
Δεν γεννιούνται όλοι για να ηγηθούν – αλλά όλοι αξίζουν ένα σύστημα που δεν τους επιβάλλει να γίνουν αντιγραφές άλλων. Ένα σύστημα που τους δίνει το δικαίωμα να είναι ο εαυτός τους, να δοκιμάσουν, να αποτύχουν, να επιτύχουν, με όρους δίκαιους, καθαρούς.
Αν θέλουμε ένα καλύτερο αύριο, δεν αρκεί να σταματήσουμε τη φυγή. Πρέπει να σταματήσουμε να παράγουμε πρότυπα που διώχνουν τους καλύτερους, που πνίγουν την ελπίδα, που ευτελίζουν την αξία.
Δεν πάει μπροστά μια χώρα που οι νέοι της πιστεύουν πως για να ακουστούν, πρέπει πρώτα να χειροκροτήσουν.
Πάει μόνο μπροστά όταν οι νέοι μιλούν, διεκδικούν, προτείνουν, χτίζουν.
Κι αυτό το μέλλον οφείλουμε να φτιάξουμε, αν θέλουμε να αξίζουμε την εμπιστοσύνη τους.
ΣΣ: Ο Θέμης Μπάκας είναι πολιτευτής Αχαΐας.
