Κάθε μήνα, ο Τζιχάν Τσιτάκ -48 ετών, διευθυντής εταιρείας τροφίμων και ποτών- μπαίνει στο αυτοκίνητό του στην Κωνσταντινούπολη, παίρνει το διαβατήριο και κατευθύνεται προς την Αλεξανδρούπολη. Η διαδρομή διαρκεί περίπου τέσσερις ώρες, όμως για εκείνον το ταξίδι αξίζει. Στα μεγάλα σούπερ μάρκετ της ελληνικής πόλης, γεμίζει το καρότσι του με τυριά, κρασιά και βασικά είδη διατροφής, πληρώνοντας έως και το ένα τρίτο της τιμής που θα έδινε στην Τουρκία.
«Ελαιόλαδο που εδώ το βρίσκεις 10 ευρώ το λίτρο, στην Τουρκία το πληρώνεις διπλάσια. Οι διαφορές είναι τεράστιες», λέει ο ίδιος. Δεν αναζητά απλώς χαμηλές τιμές, αλλά καλύτερη ποιότητα σε λογικό κόστος, σύμφωνα με το Bloomberg.
Η διασυνοριακή κατανάλωση γίνεται κανονικότητα
Η τάση δεν είναι τυχαία. Μετά την εκτίναξη της ακρίβειας στην Τουρκία, χιλιάδες κάτοικοι στην Τουρκία -ειδικά των παραμεθόριων περιοχών- περνούν τα σύνορα για τα εβδομαδιαία ψώνια τους, τα τρόφιμα που έχουν ανάγκη. Στοιχεία της τουρκικής στατιστικής υπηρεσίας δείχνουν ότι το 6% των Τούρκων που ταξίδεψαν στην Ελλάδα το 2025 το έκαναν αποκλειστικά για αγορές – το υψηλότερο ποσοστό από το 2012.
Στην Αλεξανδρούπολη, οι εικόνες είναι χαρακτηριστικές: γεμάτοι διάδρομοι, καρότσια φορτωμένα, συζητήσεις στα τουρκικά στα εστιατόρια της πόλης. Στα κοινωνικά δίκτυα, δεκάδες βίντεο παρουσιάζουν συγκρίσεις τιμών προϊόντων όπως κιμάς, λουκάνικα, τυριά γκούντα και σοκολάτες, όλα εμφανώς οικονομικότερα σε σχέση με γνωστές αλυσίδες της Τουρκίας.
Η μεταστροφή στην οικονομική πολιτική
Πίσω από αυτή τη μεταστροφή βρίσκεται η αλλαγή κατεύθυνσης στην οικονομική πολιτική της Άγκυρας. Μετά την επαναφορά του Μεχμέτ Σιμσέκ στο υπουργείο Οικονομικών το 2023 και την εγκατάλειψη των ανορθόδοξων πολιτικών του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η λίρα ενισχύθηκε σε πραγματικούς όρους και ο πληθωρισμός στα τρόφιμα υποχώρησε – αλλά οι τιμές παρέμειναν πολύ υψηλές για τα νοικοκυριά.
Ενώ οι εύπορες κοινωνικές ομάδες ωφελούνται από το χρηματιστήριο και τις τοποθετήσεις των επενδυτών, τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα εξακολουθούν να ζουν «από μήνα σε μήνα».
Τα ταξιδιωτικά γραφεία πλέον προσφέρουν μονοήμερες εκδρομές για ψώνια από Κωνσταντινούπολη, Προύσα και Τσανάκαλε προς Ελλάδα, με εισιτήρια περίπου 50 ευρώ. Οι συμμετέχοντες γεμίζουν τσάντες με ζυμαρικά, τυριά, γιαούρτι, κρέας και λαχανικά και τρώνε θαλασσινά σε προσιτές τιμές στα παραλιακά μαγαζιά της Αλεξανδρούπολης.
«Φεύγουν όλοι με γεμάτες σακούλες», λέει ταξιδιωτικός πράκτορας από την Τουρκία.
Το μόνο αρνητικό, σύμφωνα πάντα με το Bloomberg: πλέον υπάρχει ουρά ωρών στον έλεγχο διαβατηρίων όταν επιστρέφουν. «Την τελευταία φορά περιμέναμε σχεδόν τρεις ώρες», λέει ο Τσιτάκ.
Και παρ’ όλα αυτά, ετοιμάζει ήδη το επόμενο ταξίδι.
Και κάπως έτσι, στην έξοδο της Εγνατίας, λίγο πριν ανοίξει το βλέμμα στο Θρακικό πέλαγος, η Αλεξανδρούπολη δεν είναι πια απλώς ένα λιμάνι, ένα σύνορο ή μια πόλη που ζει με το βλέμμα στραμμένο στον άνεμο και στο ταξίδι. Έχει γίνει σταδιακά ένας διαφορετικός προορισμός: τόπος «ανάσας» για χιλιάδες Τούρκους καταναλωτές, που αναζητούν κάτι απλό και ταυτόχρονα θεμελιώδες. Τιμές που αντέχονται…


