Δεν υπάρχει παιδί που να μην έχει παίξει το δημοφιλές παιχνίδι «πέτρα, ψαλίδι, χαρτί». Οι παίκτες κρύβουν το χέρι τους και το εμφανίζουν ταυτόχρονα σαν σφιγμένη γροθιά για την πέτρα, με το μέσο και το δείκτη τεντωμένους για ψαλίδι και με ανοιχτή την παλάμη για το χαρτί. Στόχος είναι να έχεις στα… χέρια σου το πιο ισχυρό «όπλο» για να κατατροπώσεις τον αντίπαλο. Μπορεί να μοιάζει απλοϊκό, ωστόσο, το παιχνίδι αυτό αποκαλύπτει πολλά περισσότερα από όσα φαντάζεται κανείς. Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο Western Sydney στην Αυστραλία και δημοσιεύθηκε στο Social Cognitive and Affective Neuroscience, το παιχνίδι αυτό αποκαλύπτει πώς λειτουργεί ο ανθρώπινος εγκέφαλος. Προκύπτει πως η νίκη δεν εξαρτάται τόσο από την τύχη, όσο από το πόσο απρόβλεπτοι μπορούμε να είμαστε και κυρίως από το πόση σημασία δίνουμε στον τελευταίο γύρο.

Οι 15.000 γύροι κι η παγίδα
Οι ερευνητές ζήτησαν από ζευγάρια παικτών να παίξουν 15.000 γύρους του κλασικού παιχνιδιού, παρακολουθώντας σε πραγματικό χρόνο τη δραστηριότητα του εγκεφάλου τους με τη μέθοδο της λεγόμενης υπερ-σάρωσης (hyperscanning). Μέχρι πρόσφατα, όπως επισημαίνει το The Conversation, η τεχνική αυτή είχε χρησιμοποιηθεί για τη μελέτη της λειτουργίας του εγκεφάλου κατά τη συνεργασία με άλλους. Αυτή τη φορά, οι επιστήμονες θέλησαν να μάθουν πώς λαμβάνονται αποφάσεις σε συνθήκες ανταγωνισμού και τι σημαίνει όταν μια απρόβλεπτη κίνηση μπορεί να καθορίσει το αποτέλεσμα.
Από την ανάλυση των δεδομένων, διαπιστώθηκε ότι οι παίκτες δυσκολεύονταν να είναι απρόβλεπτοι όταν αποφάσιζαν την επόμενη κίνησή τους. Παρότι η καλύτερη στρατηγική ήταν να αφεθούν στην τύχη, βασίστηκαν σε πρότυπα συμπεριφοράς και οι περισσότεροι προτίμησαν μία από τις επιλογές. Επικρατέστερη ήταν η «πέτρα», ακολούθησε το «χαρτί» ενώ το «ψαλίδι» ήταν εκείνο που προτιμήθηκε λιγότερο. Έπειτα από την ήττα, ο εγκέφαλός τους έτεινε να αναπαράγει πληροφορίες από τον προηγούμενο γύρο σχετικά με την επιλογή του αντιπάλου, γεγονός που οδήγησε σε επαναλαμβανόμενα μοτίβα. Με λίγα λόγια ενεργοποιήθηκε αυτόματα ένας μηχανισμός: «Τι έπαιξε ο άλλος; Τι έπαιξα εγώ; Τι να παίξω τώρα;». Αυτό, όμως, είναι παγίδα.

Αφήνουμε πίσω μας το παρελθόν
Αντιθέτως, όσοι κατάφερναν να αποσυνδεθούν από αυτό που είχε συμβεί προηγουμένως, λειτούργησαν δηλαδή χωρίς να αναλύσουν το παρελθόν, είχαν πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να κερδίσουν. Δεν προσπαθούσαν να προβλέψουν τον αντίπαλο, απλώς έπαιζαν. Σύμφωνα με τους ερευνητές αυτό δείχνει ότι όταν θέλουμε να λάβουμε μια απόφαση, χρησιμοποιούμε πληροφορίες σχετικά με το τι συνέβη στο παρελθόν για να καθορίσουμε τι θα κάνουμε στη συνέχεια. Εντούτοις, αυτή η τεχνική δεν αποδίδει πάντα.
Η μελέτη δεν δείχνει πώς να γίνουμε καλύτεροι σε ένα παιχνίδι τύχης, αλλά μας υπενθυμίζει ότι ο εγκέφαλος, ακόμα και σε απλές καταστάσεις, παλεύει ανάμεσα στη λογική πρόβλεψη και στην ενστικτώδη απρόβλεπτη αντίδραση. Όταν λειτουργούμε μηχανικά γινόμαστε προβλέψιμοι, αλλά όταν σπάμε το μοτίβο είναι πιο πιθανό να αναδειχθούμε νικητές, είτε πρόκειται για πέτρες και ψαλίδια, είτε για επαγγελματικά σχέδια. Η καλύτερη στρατηγική, επομένως, είναι η μη στρατηγική: Ηρεμία, λιγότερη σκέψη, αποσύνδεση από το παρελθόν. Ίσως τελικά αυτό να είναι το πραγματικό μυστικό για την επιτυχία -τουλάχιστον στο παιχνίδι.


