Μια νέα σειρά τριών άρθρων που δημοσιεύθηκε στο The Lancet εντοπίζει ότι τα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα (UPF) εκτοπίζουν τα φρέσκα και ελάχιστα επεξεργασμένα τρόφιμα και γεύματα, υποβαθμίζουν την ποιότητα της διατροφής και συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο πολλών χρόνιων ασθενειών.
Το πρώτο άρθρο του Lancet εξετάζει τα επιστημονικά στοιχεία για τα UPFs και την υγεία και παρουσιάζει δεδομένα, σύμφωνα με τα οποία τα UPFs εκτοπίζουν καθιερωμένα διατροφικά πρότυπα, υποβαθμίζουν την ποιότητα της διατροφής και συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο πολλών χρόνιων ασθενειών που σχετίζονται με τη διατροφή.
Επισημαίνεται ότι η διατροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε UPFs συνδέεται με υπερκατανάλωση τροφής, κακή διατροφική ποιότητα (υπερβολική ζάχαρη και ανθυγιεινά λιπαρά, πολύ λίγες φυτικές ίνες και πρωτεΐνες) και μεγαλύτερη έκθεση σε επιβλαβείς χημικές ουσίες και πρόσθετα. Επιπλέον, μια συστηματική ανασκόπηση 104 μακροχρόνιων μελετών εντόπισε ότι οι 92 από αυτές ανέφεραν αυξημένο κίνδυνο για μία ή περισσότερες χρόνιες ασθένειες, με μετα-αναλύσεις να δείχνουν σημαντικές συσχετίσεις για δώδεκα παθήσεις, μεταξύ των οποίων η παχυσαρκία, ο διαβήτης τύπου 2, τα καρδιαγγειακά νοσήματα, η κατάθλιψη και η πρόωρη θνησιμότητα από όλες τις αιτίες. Οι συγγραφείς αναγνωρίζουν πάντως ότι η έλλειψη μακροχρόνιων κλινικών και κοινοτικών δοκιμών αποτελούν σημαντική ανάγκη για μελλοντική έρευνα, όπως και ο εντοπισμός υποομάδων τροφίμων με διαφορετική θρεπτική αξία.
Το δεύτερο άρθρο περιγράφει την ανάγκη θέσπισης συγκεκριμένων πολιτικών που θα συμπληρώσουν την υπάρχουσα νομοθεσία για τη ρύθμιση και μείωση της παραγωγής, της προώθησης και της κατανάλωσης των UPFs, ώστε οι μεγάλες εταιρείες να λογοδοτούν για τον ρόλο τους στην προώθηση ανθυγιεινής διατροφής. Μεταξύ άλλων προτείνουν αυστηρότερους περιορισμούς μάρκετινγκ, ειδικά για διαφημίσεις που απευθύνονται σε παιδιά, απαγόρευση των υπερεπεξεργασμένων τροφίμων σε δημόσιους φορείς, όπως σχολεία και νοσοκομεία, και θέσπιση ορίων στην πώλησή τους και στον χώρο που καταλαμβάνουν στα ράφια των σούπερ μάρκετ. Ως επιτυχημένο παράδειγμα αναδεικνύουν το εθνικό πρόγραμμα σχολικής σίτισης της Βραζιλίας, το οποίο έχει εξαλείψει τα περισσότερα UPF και θα απαιτεί το 90% των τροφίμων να είναι φρέσκα ή ελάχιστα επεξεργασμένα έως το 2026.



