Η επόμενη πενταετία αναμένεται να φέρει μια ουσιαστική αναβάθμιση στον ενεργειακό χάρτη της χώρας. Η επέκταση του δικτύου φυσικού αερίου, που προβλέπει την ανάπτυξη 2.500 χιλιομέτρων νέων αγωγών και την ενεργοποίηση 258.000 πρόσθετων συνδέσεων, υπόσχεται να μεταμορφώσει τον τρόπο με τον οποίο νοικοκυριά και επιχειρήσεις προμηθεύονται ενέργεια. Πρόκειται για μια τεχνικά σύνθετη αλλά στρατηγικά κρίσιμη επένδυση που στοχεύει σε ευρύτερη πρόσβαση, μειωμένο κόστος και πιο καθαρές μορφές θέρμανσης.
Το σχέδιο ανάπτυξης εισάγει στο δίκτυο μεγάλες πόλεις της δυτικής και της βόρειας Ελλάδας, όπως την Πάτρα, το Αγρίνιο, τον Πύργο, τα Ιωάννινα, την Ηγουμενίτσα, την Άρτα και την Πρέβεζα. Η επέκταση καλύπτει επίσης μικρότερα αστικά κέντρα, με στόχο να εξαλειφθούν οι ενεργειακές «νησίδες» που μέχρι σήμερα βασίζονται αποκλειστικά στο πετρέλαιο ή σε λύσεις υψηλότερου κόστους.
Παράλληλα, η ανάπτυξη υποδομών LNG επιτρέπει την τροφοδοσία περιοχών όπου η δημιουργία παραδοσιακών αγωγών δεν είναι τεχνικά ή οικονομικά εφικτή. Με αυτόν τον τρόπο, η πρόσβαση στο φυσικό αέριο διευρύνεται ακόμη και σε απομακρυσμένες κοινότητες.
Για τα νοικοκυριά, η σύνδεση με το δίκτυο φυσικού αερίου συνεπάγεται χαμηλότερο ενεργειακό κόστος και μεγαλύτερη σταθερότητα στις τιμές. Για τις επιχειρήσεις, αποτελεί παράγοντα ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, καθώς μειώνει τα λειτουργικά έξοδα και επιτρέπει καλύτερο προγραμματισμό.
Επιπλέον, η ενσωμάτωση έξυπνων υποδομών και νέων μετρητών διευκολύνει τη διαχείριση κατανάλωσης, ενώ η δυνατότητα μελλοντικής χρήσης βιομεθανίου ή και πράσινων μιγμάτων ενέργειας συνδέει το έργο με τους στόχους της ενεργειακής μετάβασης.
Το στρατηγικό πλαίσιο μέχρι το 2030
Οι επενδύσεις που υλοποιούνται έως το 2030 υπερβαίνουν τα €690 εκατ. και αποτελούν την πιο εκτεταμένη ανάπτυξη δικτύου των τελευταίων δεκαετιών. Με την ολοκλήρωσή τους, περισσότεροι από ένα εκατομμύριο καταναλωτές θα έχουν πρόσβαση σε φυσικό αέριο, μειώνοντας τις ενεργειακές ανισότητες και ενισχύοντας την περιφερειακή ανάπτυξη.
Το νέο δίκτυο δεν αποτελεί απλώς τεχνικό έργο, αλλά μια κεντρική πολιτική επιλογή για ενεργειακή ασφάλεια, οικολογική αναβάθμιση και οικονομική ελάφρυνση των πολιτών.




