Μεγάλες καθυστερήσεις «γράφει» το πρόγραμμα «Διατηρώ», το οποίο φιλοδοξεί να καλύψει τις ανάγκες αποκατάστασης αξιόλογων ιστορικών, διατηρητέων, αλλά και επικίνδυνων για τη δημόσια ασφάλεια κτισμάτων.
Το πρόγραμμα θα είναι στα πρότυπα του «Εξοικονομώ», σύμφωνα με τις εξαγγελίες από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ήδη από το 2020, αλλά ακόμα δεν έχει μπει σε ράγες υλοποίησης. Μάλιστα, ο αρχικός σχεδιασμός υπολόγιζε τις ανάγκες για την υλοποίησή του σε περισσότερα από τα 450 εκατ. ευρώ, αλλά τελικά υποβλήθηκε αίτημα χρηματοδότησης στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) για ένα ποσό 200 εκατ. ευρώ, το οποίο όμως δεν συμπεριελήφθη στη λίστα των έργων που θα ευνοηθούν και έτσι αναζητήθηκαν άλλες πηγές. Τελικά, ο προϋπολογισμός του «προσγειώθηκε» στα 80 εκατ. ευρώ (από το ΕΣΠΑ), ποσό που σίγουρα δεν αρκεί για τις ανάγκες αποκατάστασης της σημαντικής κτιριακής υποδομής των πόλεων, η οποία καταρρέει.
Σε κάθε περίπτωση, στα μέσα Ιουλίου ανατέθηκε σε εταιρεία συμβούλων η εκπόνηση του οδηγού χρηματοδότησης του προγράμματος και μέσα στο φθινόπωρο θα πρέπει το έργο να έχει ολοκληρωθεί και παραδοθεί στο ΥΠΕΝ, ώστε να εγκριθεί το σχέδιο του οδηγού, το οποίο θα περιλαμβάνει τον προσδιορισμό των ωφελούμενων κτιρίων, των επιλέξιμων παρεμβάσεων, του κόστους κ.λπ
Σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό του ΥΠΕΝ στο «Διατηρώ» θα μπορούν να υπαχθούν ιδιωτικά, αλλά και δημόσια κτίρια, τα οποία ωστόσο θα απορροφήσουν σημαντικό μέρος του χαμηλού προϋπολογισμού του προγράμματος, αν και θα μπορούσαν να αναζητηθούν για αυτά άλλες πηγές χρηματοδότησης, στις οποίες δεν έχουν πρόσβαση οι ιδιώτες. Επίσης, ακόμα δεν έχει διευκρινιστεί εάν πρόσβαση στη χρηματοδότηση θα έχουν και μεγάλες επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν διατηρητέα κτίρια για εμπορικούς σκοπούς ή ως τουριστικές υποδομές.
Ακόμα μένει να διασαφηνιστεί εάν στις επιλέξιμες δαπάνες θα περιληφθούν και οι στερεωτικές εργασίες, καθώς σήμερα σημαντικό ποσοστό του ιστορικού κτιριακού αποθέματος των πόλεων (κηρυγμένα μνημεία, διατηρητέα και τα αξιόλογα κτίρια σε ιστορικούς τόπους και παραδοσιακούς οικισμούς) κινδυνεύουν να καταρρεύσουν.
Σήμερα, οι ιδιοκτήτες διατηρητέων κτιρίων, στην πλειονότητά τους, αδυνατούν να τα συντηρήσουν και να τα αποκαταστήσουν, γεγονός που τα οδηγεί σε εγκατάλειψη και επιδείνωση της στατικής τους επάρκειας, σε βαθμό που καταλήγουν επικίνδυνα για την ανθρώπινη ζωή.
Σε όλη την Ελλάδα έχουν καταγραφεί σχεδόν 9.500 ετοιμόρροπα και επικινδύνως ετοιμόρροπα κτίρια από τους δήμους, αναδεικνύοντας το μέγεθος του προβλήματος. Σε σχετική πρόσκληση που είχε απευθύνει από καιρό το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την καταγραφή αυτών των κτισμάτων, είχαν ανταποκριθεί 111 από τους 330 δήμους της χώρας. Από την Αχαΐα, στοιχεία έδωσαν ο Δήμος Αιγιάλειας (83 ετοιμόρροπα κτίσματα) και ο Δήμος Ερυμάνθου (12 ετοιμόρροπα).
Στην Πάτρα για τα διατηρητέα είναι συγκεχημένη κι αυτό γιατί δηλώνονται τόσο στο υπουργείο Πολιτισμού, όσο και στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Εκτιμάται ότι τουλάχιστον 500 κτίρια, ίσως και περισσότερα, είναι χαρακτηρισμένα ως διατηρητέα από τα δύο υπουργεία, ενώ πολλά βρίσκονται σε κατάσταση ετοιμόρροπου, αλλά κανείς δεν μπορεί να το πει αυτό με βεβαιότητα.
Ο προστάμενος της Υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων στην Πάτρα Γιώργος Παπανδρέου τόνισε στην «Πελοπόννησο» ότι οι διαφορές μεταξύ των δύο υπουργείων είναι σημαντικές, καθώς το υπουργείο Πολιτισμού χαρακτηρίζει τα διατηρητέα ως έργα τέχνης, ως εκ τούτου οι επιλέξιμες εργασίες αναστήλωσης περιλαμβάνουν μέχρι και την τοιχοποιία.
Σε κάθε περίπτωση, εκτιμάται ότι αν η χρηματοδότηση του προγράμματος «Διατηρών» παραμένει μόνο στα επίπεδα των 80 εκατ. ευρώ, δεν παρέχουν επαρκές κίνητρο για συμμετοχή και των ιδιωτών.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα επιστολή που απέστειλαν στον πρωθυπουργό τον περασμένο Φεβρουάριο 11 ελληνικές και διεθνείς οργανώσεις και φορείς πολιτών, το πρόγραμμα «Διατηρώ» για να βοηθήσει αποτελεσματικά τους ιδιοκτήτες διατηρητέων κτιρίων σε όλη τη χώρα θα έπρεπε να έχει προϋπολογισμό τουλάχιστον 500 εκατ. ευρώ.