Με αφορμή πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας «Αχαϊκή Πολιτεία» με τίτλο «Αιγυπτόκαστρο: Οδύσσεια 15 ετών για μια υπογραφή που δεν έρχεται. Μνημείο χαμένο στα γρανάζια της γραφειοκρατίας», η Εφορεία Αρχαιοτήτων Αχαΐας απέστειλε επιστολή με την οποία ξεκαθαρίζει τη θέση της, αποσαφηνίζει τις ενέργειές της και επιρρίπτει ευθέως την ευθύνη για το χρονίζον αδιέξοδο στον Δήμο Δυτικής Αχαΐας.
Επί της ουσίας, υπογραμμίζει πως δεν φέρει ευθύνη για τις όποιες καθυστερήσεις επιρρίπτοντας την ευθύνη αυτή στον Δήμο. Με άλλα λόγια, η Υπηρεσία επιβεβαιώνει την εφημερίδα που αυτό ακριβώς υποστήριξε στο προγενέστερο ρεπορτάζ της.
Ειδικότερα:
Σύμφωνα με την επιστολή που υπογράφει η αρχαιολόγος κα Μαρία Γκάτη, το φράγκικο Κάστρο Άρλας, ένα σημαντικό οχυρωματικό έργο του 13ου αιώνα, παραμένει στην πράξη απροσπέλαστο. Η μοναδική πρόσβαση στο μνημείο είναι αποκλεισμένη, καθώς η έκταση από τον επαρχιακό δρόμο έως την πύλη έχει περιφραχθεί και λειτουργεί ως ποιμνιοστάσιο. Η Υπηρεσία καθιστά σαφές ότι «είναι αντικειμενικά απαγορευτική η προσέγγιση στην πύλη και η πρόσβαση στο εσωτερικό του Κάστρου, λόγω άρνησης συνεργασίας του κτηνοτρόφου και των δυνητικά επικίνδυνων σκύλων που κυκλοφορούν ελεύθερα στον χώρο».
Η Εφορεία τονίζει ότι, σε αντίθεση με όσα αναφέρθηκαν περί εγγράφου οριοθέτησης, το πρόβλημα είναι βαθύτερο και εντοπίζεται αλλού. Όπως αναφέρει, έχει απευθυνθεί εγγράφως από το 2009 στον τότε Δήμο Ωλενίας και στον νυν Δήμο Δυτικής Αχαΐας, καθώς και σε άλλους αρμόδιους φορείς, προκειμένου να αποσαφηνιστεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς περιμετρικά του μνημείου και να προσδιοριστούν οι χρήσεις γης. Η απάντηση, ωστόσο, δεν ήρθε ποτέ.
«Η ευθύνη βαρύνει τον Δήμο Δυτικής Αχαΐας καθώς η διαχρονική αδυναμία του να ανταποκριθεί στα επανειλημμένα έγγραφα της Εφορείας […] καθιστά αδύνατη κάθε ενέργεια στο μνημείο», σημειώνεται χαρακτηριστικά στην επιστολή. Μάλιστα, διευκρινίζεται ότι η Προϊσταμένη της Εφορείας, Αναστασία Κουμούση, έχει θέσει το ζήτημα και δια ζώσης σε συναντήσεις της με τουλάχιστον δύο Δημάρχους.
Από την πλευρά της, η εφημερίδα διευκρινίζει ότι το αρχικό ρεπορτάζ δεν είχε σκοπό να αναδείξει οτιδήποτε μεμπτό για την Αρχαιολογική Υπηρεσία, η οποία, όπως αποδεικνύεται και από την επιστολή της αλλά και όπως σημειώθηκε στο αρχικό ρεπορτάζ της «Πολιτείας», έπραξε τα δέοντα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της και ουσιαστικά εφάρμοσε όσα προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία για αυτές τις περιπτώσεις. Εκείνο στο οποίο το δημοσίευμα εστίαζε, δεν ήταν άλλο από την πολυετή κωλυσιεργία εκ μέρους του Δήμου στο κρίσιμο ζήτημα του χαρακτηρισμού της γης πέριξ του μνημείου. Διότι αυτή ακριβώς η αδράνεια των τοπικών αρχών έχει οδηγήσει στην ιδιότυπη «ομηρία» του Κάστρου και εμποδίζει την Εφορεία Αρχαιοτήτων να προχωρήσει σε οποιαδήποτε εργασία καθαρισμού ή προστασίας του χώρου, ο οποίος ρημάζει, με τα ερείπια και τα επικίνδυνα πηγάδια στο εσωτερικό του να συνθέτουν μια εικόνα εγκατάλειψης. Το μπαλάκι, συνεπώς, βρίσκεται στο γήπεδο της δημοτικής αρχής, η οποία καλείται να δώσει επιτέλους τις λύσεις που εκκρεμούν για πάνω από μια δεκαετία.