Οι αλλεπάλληλες κρίσεις που βίωσε η ελληνική οικονομία και κοινωνία τα τελευταία χρόνια έχουν αφήσει ανεξίτηλο το σημάδι τους και στην αγορά κατοικίας. Οι τιμές μετά την «βουτιά» της περιόδου 2010 – 2018 ανακάμπτουν και πάλι δυναμικά τα τελευταία χρόνια – ακόμη και εν μέσω πανδημίας. Δεν συμβαίνει ωστόσο το ίδιο με τους μισθούς, με αποτέλεσμα να αλλάζει ένα βασικό έως τώρα χαρακτηριστικό του «ελληνικού ονείρου»: η ιδιοκατοίκηση. Οι σημερινοί 20αρηδες και 30αρηδες είναι μία γενιά ενοικιαστών και οι ειδικοί προειδοποιούν ότι ίσως δεν μπορέσουν ποτέ να αποκτήσουν το δικό τους ακίνητο.
Τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν κατά την έκθεση Prodexpo 2021 είναι αποκαλυπτικά των όσων άλλαξαν την τελευταία 20ετία και των νέων τάσεων, που διαμορφώνονται. Σύμφωνα με τον Κυριάκο Ξυδή, επικεφαλής της Berkshire Hathaway Home Services Athens Properties η αυξητική τάση των τιμών θα συνεχιστεί για τα επόμενα 5 -7 χρόνια, αν και με μονοψήφια ποσοστά ανόδου ετησίως. Σημαντική είναι η ζήτηση για αγορά κατοικίας στο κέντρο της Αθήνας, στα βόρεια και στα νότια προάστια, ενώ σταδιακά θα δούμε και άλλες περιοχές να ξεχωρίζουν, όπως οι συνοικίες του Πειραιά και κάποια σημεία στα ανατολικά προάστια.
34 χρόνια αποταμίευσης για μία κατοικία
Ωστόσο τη ζήτηση «κινούν» κυρίως επενδυτές εγχώριους και ξένους (κάποιοι εκ των οποίων επιθυμούν μεταξύ άλλων να αποκτήσουν golden visa) και όχι νέοι που θέλουν να αποκτήσουν το δικό τους σπίτι. Όπως εξήγησε ο Γιάννης Ξυλάς, Διευθύνων Σύμβουλος της GEOAXIS, «αναμένονται τεκτονικές αλλαγές στον τρόπο επιλογής και κατασκευής των κατοικιών, καθώς οι αξίες των ακινήτων αυξάνονται με πολύ ταχύτερο ρυθμό, σε σχέση με την άνοδο των μισθολογικών απολαβών». Τα στοιχεία που παρουσίασε αποκαλύπτουν ότι τα τελευταία 20 χρόνια (1998-2019), ο βασικός μισθός έμεινε σταθερός (αποπληθωρισμένα), τη στιγμή που οι αξίες των διαμερισμάτων αυξήθηκαν κατά 57%. «Ετσι, το όνειρο της ιδιόκτητης κατοικίας όλο και απομακρύνεται» σημείωσε.
Ανέφερε μάλιστα ότι η απόκτηση μιας τυπικής κατοικίας στην Ελλάδα με αποταμίευση του ⅓ του βασικού μισθού απαιτεί 34 χρόνια, την ώρα που στην Ελβετία απαιτεί μόνο 17 έτη. «Επομένως, η πρώτη αλλαγή έχει να κάνει με το ποσοστό ιδιοκατοίκησης. Αυτό με τη σειρά του αλλάζει τις προτιμήσεις και περνάμε στο δεύτερο mega trend που σχετίζεται με την περιαστική αστυφιλία. Όλα αυτά επηρεάζουν με τη σειρά τους την κατασκευή (3ο megatrend) αλλά και την έννοια της επένδυσης (4o megatrend), καθώς ολοένα και περισσότερο η κατοικία αποτελεί μέρος των χαρτοφυλακίων θεσμικών επενδυτών» τόνισε.
Στους επενδυτές τα ακίνητα
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Γιώργος Μαντζαβινάτος, γενικός διευθυντής της Q Real Estate Services. Όπως είπε θα χρειαστεί να απορροφηθούν χιλιάδες ακίνητα από την αγορά τα επόμενα χρόνια, αλλά αυτό δεν θα γίνει από ιδιώτες αγοραστές. «Πιστεύω ότι θα δούμε σημαντικές πωλήσεις χαρτοφυλακίων από REOs (ακίνητα που έχουν ανακτηθεί μέσω πλειστηριασμών), ή ακόμα και χαρτοφυλακίων μη εξυπηρετούμενων δανείων με ενέχυρο ακίνητα, με αγοραστές θεσμικούς επενδυτές, είτε εγχώριους είτε ξένους» σημείωσε.
Με την εκτίμηση αυτή συμφώνησε και ο Ούγκο Βέλεθ, συνιδρυτής και γενικός διευθυντής της Hipoges: «Περίπου το 60%-70% των εκπλειστηριαζόμενων ακινήτων θα επαναγοραστούν από τις εταιρείες. Εκτιμώ ότι από το δεύτερο εξάμηνο του 2022 και μετά, θα αρχίσουν να πέφτουν τα πρώτα από αυτά τα ακίνητα στην αγορά, με διάφορους τρόπους» είπε χαρακτηριστικά.
Στο μεταξύ, εταιρείες διαχείρισης και λιγότερο οι τράπεζες θα είναι οι πωλητές των εκπλειστηριαζόμενων ακινήτων. Όπως ανέφερε η Έλλη Κακούλλου, βοηθ. Γεν. Διεύθυνσης του ομίλου Real Estate της Εθνικής Τράπεζας,σήμερα, οι διαχειριστές δανείων και ακινήτων ελέγχουν χαρτοφυλάκια αξίας 62 δισ. ευρώ, έναντι 29 δισ. ευρώ των τραπεζών. Πρόκειται για πλήρη μεταστροφή της εικόνα σε σχέση με τα 107 δισ. ευρώ πριν από έξι χρόνια.