Τώρα που οι ελληνικές τράπεζες και εν γένει οι τράπεζες του Ευρωπαϊκού Νότου δεν αποτελούν τα μαύρα πρόβατα του Ευρωπαϊκού Νότου και συγχρόνως τα κόκκινα δάνεια ενισχύονται σε Γερμανία και Αυστρία, μήπως να δούμε εκ νέου την τραπεζική ένωση;
Περιθώρια συγκλίσεων σε ότι αφορά το πτωχευτικό δίκαιο και το δίκαιο των ακινήτων μεταξύ των χωρών μελών της Ε.Ε. φαίνεται να διαβλέπουν οι εποπτικές αρχές των τραπεζών προκειμένου να αξιοποιηθεί καλύτερα το δυναμικό της αγοράς.
Αυτό τόνισε η Κλαούντια Μπουχ, Προέδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, στην εκδήλωση “Finanzplatztag 2025” που διοργανώθηκε από την Börsen-Zeitung.
Το θέμα της ευρωπαϊκής εγγύησης καταθέσεων επανέρχεται στο προσκήνιο με νέα δεδομένα μιας και η Ελλάδα και γενικότερα πάλαι ποτέ αδύναμα τραπεζικές χώρες δεν είναι πια τα μαύρα πρόβατα της Ευρώπης. Τουναντίον.
Κεντρικό παράδειγμα επιτυχίας φαίνεται να αποτελούν οι ελληνικές τράπεζες σε ότι αφορά την εποπτεία του SSM μιας και η επικεφαλής επόπτρια Claudia Buch αναφέρεται συχνά σε αυτές προκειμένου να καταδείξει τη διαδρομή εξυγίανσης των ισολογισμών που οδήγησε τα κόκκινα δάνεια σε κάτι λίγο πάνω από το 3% σε σύγκριση με 50% το 2016.
Στην Γερμανία και την Αυστρία τα προβλήματα
«Με ποσοστό 2,3%, το επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων παραμένει χαμηλό. Ωστόσο, παρατηρούμε ήδη ελαφρά επιδείνωση – αν και, ενδιαφέρον, όχι στις χώρες όπου οι τράπεζες είχαν καταγράψει υψηλά ποσοστά αθέτησης δανείων στο παρελθόν. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αυξάνονται ιδιαίτερα στη Γερμανία και την Αυστρία, και σε μικρότερο βαθμό στη Γαλλία» ανέφερε η κα Μπουχ.
«Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει μειωθεί από σχεδόν 50% το 2016 σε λίγο πάνω από 3%, με οικονομική ανάπτυξη στο 2,4%, που είναι σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ γύρω στο 1%. Η οικονομική δυναμική είναι εξίσου θετική στην Ισπανία, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Κύπρο» θα πει η κυρία Μπουχ.

Η κερδοφορία των τραπεζών έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, κυρίως λόγω των υψηλότερων επιτοκίων.
Ωστόσο, οι τράπεζες μπορεί να είναι εξαιρετικά κεφαλαιοποιημένες και με ρευστότητα αλλά η ύπαρξή τους μπορεί ακόμα να απειληθεί όταν υπάρξει σοβαρή κυβερνοεπίθεση, όταν παραβιάσουν οικονομικές κυρώσεις ή υποπτεύονται ότι εμπλέκονται σε ξέπλυμα χρημάτων.
Ωστόσο οι τράπεζες αντιμετωπίζουν μια σειρά από προκλήσεις.
- Η ενεργειακή μετάβαση δεν έχει μόνον στατικά αποτελέσματα όπως η μείωση των πωλήσεων στη βιομηχανία των ακινήτων αλλά επηρεάζει και την αλυσσίδα των προμηθευτών του κλάδου.
- Σε όλο αυτό προστίθενται οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι – μία από τις προτεραιότητες της ευρωπαϊκής τραπεζικής εποπτείας. Οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι δεν αποτελούν μία νέα κατηγορία κινδύνου, αλλά επηρεάζουν τους κινδύνους πίστωσης, αγοράς, ρευστότητας και λειτουργίας που δεν είναι εύκολο να καταγραφούν.
- Οι κίνδυνοι για το κλίμα και το περιβάλλον, απαιτούν διαχείριση.
- Τέλος, η ψηφιοποίηση των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών επηρεάζει το ανταγωνιστικό τοπίο στον τραπεζικό τομέα. Χρησιμοποιώντας την τεχνητή νοημοσύνη, για παράδειγμα, οι τράπεζες μπορούν να αξιοποιήσουν καλύτερα τις πληροφορίες, να μειώσουν το κόστος και να λειτουργούν πιο αποτελεσματικά για να παραμείνουν ανταγωνιστικές.
Η συζήτηση για την ανταγωνιστικότητα δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για να χαλαρώσει η ΕΚΤ τις ρυθμίσεις καθώς οι ανθεκτικές τράπεζες είναι ένας καθοριστικός παράγοντας για τη διαμόρφωση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος.
Όσον αφορά τις τράπεζες, η τρέχουσα καλή κερδοφορία τους προσφέρει μια ευκαιρία να χτίσουν περισσότερη ανθεκτικότητα, τόσο χρηματοοικονομικά όσο και λειτουργικά.
Όπως αναφέρει η κα Μπουχ οποιαδήποτε τροποποίηση του κανονιστικού πλαισίου δεν πρέπει να γίνεται εις βάρος της ανθεκτικότητας.
Oι συζητήσεις για τις επιπτώσεις και τις παρενέργειες των κανονισμών θα πρέπει να βασίζονται σε συστηματικά στοιχεία.
Tα στοιχεία δείχνουν με σαφήνεια ότι η μεγαλύτερη ανθεκτικότητα του χρηματοοικονομικού τομέα δεν γίνεται εις βάρος της χρηματοδότησης ή της ανάπτυξης.
Την ίδια στιγμή, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να ολοκληρωθεί η τραπεζική ένωση.
Στην πραγματικότητα, χρειαζόμαστε αποτελεσματική ρύθμιση και εποπτεία για να διατηρήσουμε τη χρηματοοικονομική σταθερότητα ως βάση για βιώσιμη ανάπτυξη. Οι σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες των χρηματοοικονομικών κρίσεων μπορεί εύκολα να ξεχαστούν. Επομένως, πρέπει να είμαστε έτοιμοι τώρα για τις προκλήσεις του μέλλοντος σημειώνει η κα Μπουχ.
