Ερώτηση προς τον υπουργό Υγείας με θέμα «Μηχανισμός αυτόματης επιστροφής (clawback) των διαγνωστικών κέντρων και εργαστηρίων – οδυνηρές συνέπειες για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις» κατέθεσαν είκοσι ένας βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ με πρωτοβουλία του Βουλευτή Αχαΐας και Τομεάρχη Υγείας Ανδρέα Παναγιωτόπουλου.
Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση:
“Στην ερώτηση επισημαίνεται ότι το οριζόντιο αυτό μέτρο επιβλήθηκε στη δεκαετία της οικονομικής κρίσης και της σκληρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, προκειμένου να καταπολεμηθεί η σπατάλη και με πρόσχημα την προστασία της δημόσιας υγείας στο πλαίσιο των τότε συμβατικών υποχρεώσεων της χώρας.
Τονίζεται επίσης ότι έχουν περάσει δέκα ολόκληρα χρόνια από τότε που η χώρα βγήκε από τα μνημόνια τον Αύγουστο του 2018 επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και το μέτρο παραμένει ακόμη, οδηγώντας σε συσσώρευση υπέρογκων χρεών εκ μέρους των ιδιωτικών παρόχων υπηρεσιών υγείας οι οποίοι είναι συμβεβλημένοι με τον ΕΟΠΥΥ και προκαλώντας μεγάλη επαγγελματική και προσωπική επισφάλεια στους εμπλεκόμενους επαγγελματίες υγείας.
Με την παράθεση στοιχείων στη ερώτηση καταδεικνύεται το καταστροφικό αδιέξοδο που προκαλεί η συνέχιση της εφαρμογής του μέτρου και ζητείται μεταξύ άλλων η κατάργησή του, αφού έχουν εκλείψει οι λόγοι θέσπισής του”.
ΕΡΩΤΗΣΗ
Προς τον κ. Υπουργό Υγείας
Θέμα : Μηχανισμός αυτόματης επιστροφής (clawback) των διαγνωστικών κέντρων και εργαστηρίων – οδυνηρές συνέπειες για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις
Ο μηχανισμός αυτόματης επιστροφής (clawback) θεσπίστηκε με το άρθρο 100 του ν. 4172/2013. Το μέτρο αυτό ήταν απότοκο της δύσκολης δημοσιονομικής συγκυρίας και της ανάγκης επιβολής οριζόντιων μέτρων για την περιστολή των δημοσιονομικών δαπανών. Ιδίως, το μέτρο του «clawback» επιβλήθηκε προκειμένου να καταπολεμηθεί η σπατάλη και με πρόσχημα την προστασία της δημόσιας υγείας στο πλαίσιο των τότε συμβατικών υποχρεώσεων της χώρας. Την ίδια στιγμή το ανωτέρω άρθρο κατέτεινε στον εξορθολογισμό των δαπανών του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ) και την εξομάλυσνη των συνθηκών λειτουργίας του, με παράλληλη διασφάλιση των δικαιωμάτων και παροχών των ασφαλισμένων πολιτών.
Έκτοτε έχουν παρέλθει δέκα χρόνια εφαρμογής του οριζόντιου αυτού μέτρου και η οικονομική συγκυρία της χώρας έχει αλλάξει, κυρίως χάρις στην έξοδο της Ελλάδας από τις συνθήκες της δημοσιονομικής προσαρμογής, τον Αύγουστο του 2018. Ωστόσο, το άδικο αυτό μέτρο διατηρείται παρά τις ευνοϊκότερες συνθήκες αλλά και την ορθολογικότερη και σύγχρονη λειτουργία του ΕΟΠΥΥ.
Το μέτρο έχει οδηγήσει σε συσσώρευση υπέρογκων χρεών εκ μέρους των ιδιωτικών παρόχων υπηρεσιών υγείας οι οποίοι είναι συμβεβλημένοι με τον ΕΟΠΥΥ, γεγονός που δημιουργεί μεγάλη επισφάλεια ως προς την επαγγελματική αλλά και προσωπική ζωή των εμπλεκόμενων επαγγελματιών υγείας. Η δε αγορά αναδιατάσσεται μονομερώς υπέρ των πολυεθνικών και εν γένει μεγάλων επιχειρήσεων εις βάρος των μικρομεσαίων, οι οποίοι συμπιέζονται έως εξαφάνισης.
Συγκεκριμένα, και βάσει του προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ για το έτος 2023, για τα διαγνωστικά κέντρα οι υποχρεωτικές επιστροφές εκτιμώνται στα 78 εκατομμύρια ευρώ, ποσό το οποίο πιθανότατα θα είναι υψηλότερο.
Ενδεικτικό είναι ότι σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, τα ποσοστά των επιστροφών για τις εξετάσεις βιολογικών υλικών ανέρχονται στο 32,61%, για μαστογραφίες στο 39,89%, για τα υπερηχογραφήματα των ακτινοδιαγνωστικών εργαστηρίων στο 23,56%, για τις εξετάσεις βιοδεικτών BRCA στο 18,77%, για τα σπινθηρογραφήματα 19,81% και για τη μέτρηση οστικής πυκνότητας στο 34,46%
Επειδή το ουσιαστικό διακύβευμα του διαγνωστικού τομέα είναι ο έλεγχος της προκλητής ζήτησης (και άρα η συγκράτηση του κόστους και η καταπολέμηση της σπατάλης) με αξιόπιστα επιστημονικά διαγνωστικά πρωτόκολλα, ο εξορθολογισμός της δαπάνης του ΕΟΠΥΥ και η δραστική αντιμετώπιση της μη διαχειρίσιμης αύξησης των υποχρεωτικών επιστροφών.
Επειδή οι συνέπειες εφαρμογής του μηχανισμού αυτόματης επιστροφής έχουν αποδειχθεί καταστροφικές για τη μεγάλη πλειοψηφία των διαγνωστικών κέντρων και των εργαζομένων σε αυτά επαγγελματιών υγείας, οι οποίοι επιβαρύνοντα με υπέρογκα και δυσβάσταχτα χρέη.
Επειδή η θέσπιση ποιοτικών κριτηρίων του ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού των διαγνωστικών κέντρων (ΕΑΛΕ/Γ.Π. 37687/14-7-2022) και η σύνδεση της πλήρωσής τους με μειώσεις στα επιστρεπτέα ποσά μεροληπτεί καταφανώς υπέρ των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων εις βάρος των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων του κλάδου, χωρίς πραγματική επιστημονική αναβάθμιση της διάγνωσης.
Ερωτάται ο κ. Υπουργός:
Γιατί δεν καταργείται ο μηχανισμός αυτόματης επιστροφής (clawback), ιδίως όταν έχουν εκλείψει οι λόγοι θέσπισης και εφαρμογής του;
Πώς σκοπεύει να αντιμετωπίσει το υπαρκτό πρόβλημα της υπερσυνταγογράφησης διαγνωστικών εξετάσεων και του φαινομένου της προκλητής ζήτησης;
Θα επιβληθεί διαρκής και διαφανής έλεγχος εφαρμογής και λειτουργίας των επιστημονικών διαγνωστικών πρωτοκόλλων;
Θα επιτραπεί στην ΥΠΕΔΥΦΚΑ να επιτελέσει τον εποπτικό και ελεγκτικό ρόλο της;
Οι ερωτώντες βουλευτές
Ανδρέας Παναγιωτόπουλος
Αναγνωστοπούλου Αθανασία (Σία)
Αυλωνίτης Αλέξανδρος- Χρήστος
Βέττα Καλλιόπη
Γαβρήλος Γιώργος
Ζαμπάρας Μίλτος
Ηλιόπουλος Αθανάσιος (Νάσος)
Ηλιόπουλος Όθων
Καλαματιανός Διονύσιος
Κασιμάτη Νίνα
Μάλαμα Κυριακή
Μαμουλάκης Χαράλαμπος
Μεϊκόπουλος Αλέξανδρος
Νοτοπούλου Αικατερίνη
Παπαηλιού Γεώργιος
Παππάς Πέτρος
Πούλου Παναγιού
Σαρακιώτης Ιωάννης
Τζούφη Μερόπη
Χρηστίδου Ραλλία
Ψυχογιός Γεώργιος