Πολλά και από διαφορετικές κατευθύνσεις είναι τα σήματα κινδύνου που λαμβάνει η Ελλάδα σχετικά με την επάρκεια των υδάτινων πόρων της αλλά και τη διαχείριση του νερού γενικότερα τόσο στην αστική ύδρευση όσο και στην αγροτική χρήση, η οποία υπολογίζεται ότι αφορά το 80% της κατανάλωσης νερού.
Ηδη από τις αρχές του προηγούμενου έτους (Ιανουάριος 2024) η Ευρωπαϊκή Σύνοψη Κινδύνων Κλίματος, μια έκθεση υψηλής συμπύκνωσης και μεγάλης έκτασης που εκδόθηκε από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος και αποτελεί την πρώτη ολοκληρωμένη και συστηματική αποτίμηση των κύριων κλιματικών κινδύνων που αντιμετωπίζει η Ευρώπη στο σύνολό της (European Environment Agency, 2024. European Climate Risk Assessment. EEA Report No 01/2024.), σκιαγράφησε γλαφυρά τους κινδύνους που διατρέχει η Νότια Ευρώπη και φυσικά η Ελλάδα. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έκθεση, η Ελλάδα αντιμετωπίζει ήδη σοβαρή λειψυδρία, ενώ μέχρι το τέλος του αιώνα κινδυνεύει να υποστεί καταστροφικές επιπτώσεις στην υδροδότηση και τη γεωργία, αν δεν εφαρμοστούν αμέσως μέτρα προσαρμογής στις νέες κλιματολογικές συνθήκες. Η Σύνοψη Κινδύνων πήγαινε και ένα βήμα παρακάτω προτείνοντας πολιτικές δράσης με επίκεντρο την προώθηση της αποδοτικής χρήσης νερού και της εξοικονόμησης· την ανακαίνιση και βελτίωση της υπάρχουσας υποδομής υδροδότησης και άρδευσης, συμπεριλαμβανομένης της ελαχιστοποίησης των απωλειών, την ανάγκη οι αγρότες επίσης να στραφούν σε πιο ανθεκτικές στην ξηρασία καλλιέργειες, να βελτιώσουν την ικανότητα κατακράτησης νερού στα εδάφη τους, να αλλάξουν μοτίβα και χρονοδιαγράμματα καλλιέργειας και να υιοθετήσουν άλλες τεχνικές γεωργίας πιο φιλικής προς το κλίμα αλλά και στην επαναφορά φυσικών οικοσυστημάτων και υποδομών νερού. Ολα αυτά ήταν διαπιστώσεις και προτάσεις που ως έναν βαθμό είχαν ξαναειπωθεί από επιστήμονες ως τότε. Ηταν όμως η πρώτη φορά που αυτό έγινε επίσημα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Τι πρέπει να γίνει
Στην εικόνα αυτή ήρθαν να προστεθούν πρόσφατα μια επίκαιρη έρευνα του World Resources Institute από το 2023 που κατατάσσει την Ελλάδα στη 19η θέση παγκοσμίως ως προς τον κίνδυνο εμφάνισης λειψυδρίας, αλλά και η έκθεση που έγινε από την ιδιωτική εταιρεία Deloitte για λογαριασμό της ελληνικής κυβέρνησης (και αναδημοσίευσε το ΑΠΕ-ΜΠΕ) εξηγώντας σε μεγάλο βαθμό τα ευρήματα της προαναφερθείσας έρευνας.

Συγκεκριμένα, η έρευνα σημειώνει υπερδιπλασιασμό των απολήψεων νερού για λόγους ύδρευσης την περίοδο 2001-2022, της τάξης του 139%, αποδίδοντας την αύξηση αφενός στη διαρκώς αναπτυσσόμενη τουριστική κίνηση, αφετέρου στις απώλειες των απαρχαιωμένων δικτύων ύδρευσης που αγγίζουν σε πολλές περιπτώσεις το 50%. Ακόμα, σύμφωνα με την έρευνα, η Ελλάδα δαπανά τον μεγαλύτερο όγκο νερού ανά εκτάριο αρδευόμενης γης στην Ευρωπαϊκή Ενωση και σημαντικά υψηλότερο σε σχέση με τις συγκρίσιμες από άποψη κλιματολογικών στοιχείων μεσογειακές χώρες της ΕΕ. Παρά τη σημαντική μείωση στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις τα προηγούμενα χρόνια, οι απολήψεις υδάτων για άρδευση δεν έχουν μειωθεί σημαντικά, για λόγους που ξεκινούν από την αύξηση της θερμοκρασίας, τις μεγαλύτερες ανάγκες σε νερό ανά καλλιέργεια, τις μεγάλες απώλειες των δικτύων – τα περισσότερα από τα οποία είναι άνω των 20 ετών – και φτάνουν ως την καλλιέργεια ποικιλιών με μεγαλύτερες ανάγκες σε νερό. Είναι κρίσιμο να αναφερθεί το παράδειγμα του αβοκάντο, ένα αειθαλές δέντρο τροπικών περιοχών όπως το Μεξικό και η Κεντρική Αμερική, που καλλιεργείται μαζικά στη χώρα μας από τη δεκαετία του 1990. Η παραγωγή ξεκίνησε αρχικά από την Κρήτη, η οποία μέχρι και σήμερα προσφέρει τη μεγαλύτερη συνεισφορά στην εγχώρια παραγωγή, αλλά σύντομα η καλλιέργεια εξαπλώθηκε. Παραγωγοί μάς ανέφεραν πως σήμερα καλλιεργείται μέχρι τη Βόρεια Πελοπόννησο αλλά και το Μεσολόγγι, αντικαθιστώντας σταδιακά παραδοσιακές καλλιέργειες εσπεριδοειδών για παράδειγμα. Η πολύ υψηλότερη τιμή πώλησης του καρπού του αβοκάντο συγκριτικά με τις παραδοσιακές εγχώριες καλλιέργειες έχει οδηγήσει πολλούς αγρότες να στραφούν σε αυτό πιέζοντας σημαντικά τους υδάτινους πόρους, καθώς το φυτό αυτό είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο απαιτώντας υγρασία στο έδαφος ιδιαίτερα κατά την περίοδο της καρποφορίας του.
Ενα ακόμα κρίσιμο στοιχείο που επισημαίνει η έρευνα της Deloitte είναι η μείωση της διαθεσιμότητας των επιφανειακών πόρων και η αύξηση της χρήσης γεωτρήσεων με αποτέλεσμα την υφαλμύρωση των υδάτων. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ μάλιστα, την τελευταία εικοσαετία η άντληση υπόγειων υδάτων έχει αυξηθεί κατά 80% προκαλώντας πίεση του υδροφόρου ορίζοντα και συνακόλουθα υφαλμύρωσή του.
Πού κινούμαστε;
Πρόσφατα πάρθηκαν κάποια μέτρα για την αντιμετώπιση της ξηρασίας στην Αχαΐα από την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας και το εργαστήριο Φυσικής της Ατμόσφαιρας του Πανεπιστημίου Πατρών, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού έργου «Germ of Life – Ψηφιακή Διαχείριση Κινδύνου Ξηρασίας», με την τοποθέτηση πιλοτικών σταθμών διαχείρισης των μετεωρολογικών δεδομένων στην περιοχή της Αιγιάλειας, ώστε να καθίσταται εφικτή η έγκαιρη πρόβλεψη της ξηρασίας και η λήψη μέτρων από τους καλλιεργητές. Η πολυδιάσπαση της διαχείρισης του δικτύου μεταξύ περισσότερων από εκατό δημόσιων υπηρεσιών ύδρευσης, άρδευσης και αποχέτευσης δεν καθιστά εύκολη τη διαχείριση του προβλήματος. Στο μέτωπο των καλλιεργειών τα πράγματα μοιάζουν δύσκολα. Ενδεικτικό της κατάστασης είναι το παράδειγμα του Νέστου. Πρόσφατα ανακοινώθηκε σε αγρότες της κοιλάδας του Νέστου ότι θα λάβουν φέτος περίπου 35-50 κυβικά νερού κατ’ ανώτατο όριο λόγω έλλειψης, ενώ πέρυσι η διάθεση έφτασε τα 70 κυβικά. Οι ίδιοι λένε ότι η παραγωγή θα χαθεί καθώς δεν θα μπορέσουν να αρδεύσουν ικανοποιητικές ποσότητες. Την ίδια στιγμή δρομολογείται έργο που θα επεκτείνει το αρδευτικό σύστημα της περιοχής κατά 56.000 στρέμματα με βάση υδρολογική μελέτη που έγινε το 2005, δηλαδή 20 χρόνια πριν. Το ερώτημα είναι αν θα υπάρχει νερό για να κυλήσει στις νέες σωληνώσεις.