Η Ρίτα είναι βραχνιασμένη. «Δεν είμαι άρρωστη», λέει για να μας καθησυχάσει. «Είναι από τις φωνές που βάζω όλες αυτές τις ημέρες από το ισόγειο για να με ακούσουν όσοι βγαίνουν στα μπαλκόνια. Εχω ξελαρυγγιαστεί. Καμιά φορά πρέπει να εξηγήσω έτσι, φωνάζοντας, όλη τη διαδικασία, αφού δεν θέλουν να ανοίξουν την πόρτα της εισόδου».
Είναι τόσο περίεργο να δυσπιστούν μπροστά σε μια τέτοια φιγούρα. Κάλλιστα θα την έκανες μαθήτρια, η Ρίτα όμως είναι ένα ευγενικό, πανέξυπνο κορίτσι 23 ετών, νηπιαγωγός που φέτος ολοκληρώνει το μεταπτυχιακό της στις νέες τεχνολογίες. Αποφάσισε να εγγραφεί στην απογραφή πληθυσμού για να βγάλει ένα χαρτζιλίκι. Δεν την πήραν ως αναπληρώτρια φέτος και οι υποχρεώσεις της με τη διπλωματική δεν της επιτρέπουν να βρει μια κανονική δουλειά.
Και τι δεν άκουσε κατά την προσπάθεια διανομής των κωδικών σε συνοικισμό του βόρειου τομέα της Αττικής. Αλλα γράφονται, άλλα δεν γράφονται. «Τις πρώτες ημέρες με στρέσαρε πολύ η αντίδραση του κόσμου, η τόση αγένεια. Οταν όμως αρχίσαμε να πηγαίνουμε ανά δύο άτομα, η ατμόσφαιρα αμέσως ελάφρυνε. Ο ένας μίλαγε, ο άλλος σημείωνε, μπορούσες να το διαχειριστείς, να κάνεις και λίγο χιούμορ».
Μέσα σε δύο εβδομάδες, πάντως, είναι λες και έχει κάνει μεταπτυχιακό και στις ανθρώπινες σχέσεις. «Ξεκίνησα ντροπαλή, ψαρωμένη, μετά το έριξα στην ευγένεια, να τους κολακέψω, “πάρτε το χαρτί και δεν θα με ξαναδείτε” να τους λέω. Μετά απλώς προσπαθούσα με κάθε τρόπο να περάσω το χαρτί κάτω από την πόρτα». Το χειρότερο ήταν όταν η πόρτα είχε από κάτω λάστιχο ή εάν απ’ έξω ήταν πεταμένοι φάκελοι και λογαριασμοί. «Σε μια περίπτωση βρήκαμε ειδοποιητήριο από τράπεζα. Αν ο άλλος χρωστάει στην τράπεζα, σιγά μη μας ανοίξει».
Ποιες είναι οι κατηγορίες των απογραφομένων; «Υπάρχει ο “δεν ενδιαφέρομαι”, υπάρχει ο “δεν σου ανοίγω, αλλά ρίξ’ το κάτω από την πόρτα”, υπάρχει ο “θα σου ανοίξω μόνο αν ελέγξω εξονυχιστικά όλα τα πιστοποιητικά”, υπάρχει και ο “θέλω να απογραφώ, ακόμη και αν δεν είσαι εσύ η απογραφέας μου”. Δεν είναι πλάκα. Υπάρχουν οι αρνητές απογραφής, υπάρχουν όμως και εκείνοι που σε αναγνωρίζουν στον δρόμο από το βαλιτσάκι που κουβαλάς και σε κυνηγούν να τους δώσεις χαρτί».
«Ξεκίνησα ντροπαλή, ψαρωμένη, μετά το έριξα στην ευγένεια, να τους κολακέψω, “πάρτε το χαρτί και δεν θα με ξαναδείτε” να τους λέω», αναφέρει η 23χρονη Ρίτα.
«Αξίζει τον κόπο»
Τελικά άξιζε τον κόπο; Η Ρίτα δεν είναι σίγουρη. Εχει ρίξει πολλή δουλειά (μόλις το προηγούμενο βράδυ ήταν 40 λεπτά στο τηλέφωνο με μια γυναίκα που δεν μπορούσε να απογραφεί), αλλά δεδομένου ότι θα πληρωθεί με βάση τα σωστά συμπληρωμένα ερωτηματολόγια, εκτιμά ότι δεν θα πάρει περισσότερα από 250 ευρώ. «Μετράω μόνο 27 οριστικές υποβολές από 111 κατοικίες και η προθεσμία τελειώνει σε δύο ημέρες. Εχω απογραφόμενο που έχει κάνει οριστική υποβολή της δήλωσης και στο ερώτημα ποια ήταν η ασχολία σας το διάστημα από 16 έως 22 Οκτωβρίου 2021, έγραψε “μαμ, κακά και νάνι”». Παρ’ όλ’ αυτά αισθάνεται ότι έμαθε πολλά, εμπλούτισε το βιογραφικό της, ανέπτυξε τα soft skills σε ό,τι αφορά την επαφή με τον κόσμο. «Καταλαβαίνω γιατί παραιτούνται πολλοί απογραφείς (σ.σ. σε διάφορες περιοχές της χώρας, όπως στην Ηλεία, έχουν καταγραφεί μαζικές παραιτήσεις απογραφέων λόγω των δυσκολιών που αντιμετώπισαν στη διαδικασία), όμως είναι εμπειρία και ως τέτοια τελικά ναι, αξίζει τον κόπο».
Κάπως έτσι το βλέπει και ο Θέμης, 45 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος, ο οποίος δήλωσε συμμετοχή για να συμπληρώσει το εισόδημά του. Κινήθηκε στο κέντρο της Αθήνας, πολύ κοντά στο σπίτι του. «Η διαδικασία, ιδιαίτερα στο πρώτο σκέλος, ήταν εύκολη. Πας, δίνεις χαρτάκια, φεύγεις. Από τα 130 σπίτια μού άνοιξαν σχεδόν σε όλα. Μόνο μια γυναίκα άρχισε τα “φύγε”». Οχι ότι δεν ήταν επιφυλακτικός ο κόσμος. «Διαπίστωσα με τα μάτια μου ότι η Αθήνα φοβάται. Δύσκολα σου ανοίγει κάποιος και σου λέει “μπες μέσα”. Βρήκα πολλές κλειδωμένες πολυκατοικίες, που έπρεπε κάποιος να κατέβει να ξεκλειδώσει, βρήκα και πολλά κλειστά διαμερίσματα. Το 15% περίπου από τα 130. Υπήρχε μια ολόκληρη πολυκατοικία που από τα 8 διαμερίσματα κατοικούνταν τα δύο». Η εμπειρία, πάντως, ήταν θετική. «Γνωρίζεις ανθρώπους, μπαίνεις σε σπίτια που δεν θα έμπαινες ποτέ. Συνειδητοποιείς τη γειτονιά σου. Μαθαίνεις να διαχειρίζεσαι αντιδράσεις. Και βρίσκεις και πολύ κόσμο συνειδητοποιημένο. Κόσμο που ανταποκρίνεται, που εμπιστεύεται, που ανοίγει την πόρτα, που θέλει να αυτοαπογραφεί, που αγαπάει την Ελλάδα».
Διαχρονικοί οι αρνητές
«Αυτό δεν έχει ξαναγίνει». «Ακούς εκεί αρνητές απογραφών!». «Πρώτη φορά στην Ιστορία καταγράφονται τέτοια φαινόμενα». Guess again, απαντά ο επίκουρος καθηγητής Νεότερης Ελληνικής και Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ Δημήτρης Λυβάνιος, ο οποίος με ανάρτηση στο Facebook (που έχουμε την άδειά του να κοινοποιήσουμε) υποστηρίζει ότι στην Ιστορία έχουμε ξανασυναντήσει αρνητές απογραφών ουκ ολίγες φορές. «Γιατί; Διότι ο βασικός λόγος που ηγεμόνες και κυβερνήσεις έκαναν απογραφές δεν ήταν απλώς για να μάθουν πόσοι άνθρωποι ζούσαν στις χώρες τους, αλλά για να βρουν στοιχεία για να τους φορολογήσουν και να στρατολογήσουν (τους άρρενες). Και οι δύο αυτοί στόχοι είχαν πολλούς αρνητές! Από τον 19ο αιώνα και μετά, οι απογραφές γίνονταν και για να μάθει το έθνος-κράτος πόσοι κάτοικοί του ανήκαν στο “σωστό” έθνος και πόσοι ήταν “άλλοι” (δηλαδή επικίνδυνοι για την εδαφική του ασφάλεια). Η διάχυτη καχυποψία παρέμεινε ισχυρή: όταν το 1913 η ελληνική διοίκηση της Σαλονίκης έκανε απογραφή του πληθυσμού της πόλης, τονίστηκε ότι: “Η απογραφή δεν έχει κανένα ούτε φορολογικόν, ούτε στρατολογικόν, ούτε πολιτικόν σκοπόν, αλλ’ έχει απλώς και μόνον καθαρώς στατιστικόν και δημογραφικόν χαρακτήρα”. Δεν πείστηκαν όλοι!».