Ρεκόρ κερδοφορίας έσπασε για μια ακόμα χρονιά η πατρινή βιομηχανία Παύλος Ν. Πέττας, που είναι η μοναδική πατρινή εταιρεία που φιγουράρει πλέον στην περίφημη λίστα των «100 πιο κερδοφόρων επιχειρήσεων της Ελλάδας», μαζί με κολοσσούς όπως οι Motor Oil, Helleniq Energy, ΔΕΗ, Mytilineos, ΔΕΠΑ, Σκλαβενίτης, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, κά.
Συγκεκριμένα, η Παύλος Ν. Πέττας που περιλαμβάνεται στον τομέα OIL & ENERGY, βρίσκεται στην θέση 93 της σειράς κατάταξης των 100 πιο κερδοφόρων επιχειρήσεων, με κύκλο εργασιών που έφτασε το 2023 στα 274,45 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 35.4% σε σχέση με τον τζίρο του 2022.
Τα μικτά κέρδη της εταιρίας προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων, ανήλθαν σε 24.97 εκατ. ευρώ σημειώνοντας εντυπωσιακή αύξηση 195.7%.
Η P.N.P. ιδρύθηκε ως μια μικρή επιχείρηση παραγωγής σαπουνιού από τον Παύλο Πέττα και πήρε το όνομά του το 1947. Εξελίσσοντάς την διαρκώς, κατάφερε το 1977 να δημιουργήσει το πρώτο εργοστάσιο ζωικών πρωτεϊνών και αργότερα, το 1982, στα δύσκολα χρόνια της ελληνικής ανασυγκρότησης, να φτάσει στο κρίσιμο σημείο καμπής της εταιρείας με τη μετατροπή της μικρής επιχείρησης σε «Ανώνυμη Εταιρεία – Α.Ε.».
Δύο χρόνια αργότερα ξεκίνησε την επένδυση σε υλικοτεχνικό εξοπλισμό που θα ενίσχυε την παραγωγή φυτικών ελαίων και λιπών, εγκαθιστώντας σταδιακά δύο ραφιναρίες συνεχούς ροής όπως και εγκαταστάσεις υδρογόνωσης.
Η δεύτερη γενιά της P.N.P. επεκτάθηκε στην παραγωγή φυτικών μαργαρινών και την κομβική ίδρυση της FAMA ΕΠΕ το 1996, ενώ ακολούθησε η εταιρεία της Βορείου Ελλάδος τρία χρόνια αργότερα. Επένδυσε περαιτέρω σε νέα γραμμή παραγωγής για μαργαρίνες, ενώ το 2001 εγκαινίασε τις νέες εγκαταστάσεις στη ΒΙ.ΠΕ Σίνδου 1.300 τ.μ με ψυγεία 600 τ.μ.
Ένα χρόνο αργότερα η P.N.P. έδειξε τον εξωστρεφή της προσανατολισμό, με μια νέα γραμμή για μαργαρίνες στη Βουλγαρία, ενώ συνέχισε να παρουσιάζει ραγδαία πρόοδο, δραστηριοποιούμενη σήμερα σε δύο σημαντικούς τομείς, την παραγωγή φυτικών λιπών για τη βιομηχανία τροφίμων και πρώτες ύλες για την αγορά αρτοποιίας, υπό την FAMA Food Service που απέκτησε νέες εγκαταστάσεις στην Αθήνα το 2010 και νέες αποθήκες στο Ηράκλειο μια τριετία μετά.
Αφουγκραζόμενη τις ανάγκες για πράσινη ενέργεια, η εταιρεία με επικεφαλής τον Νικόλαο Πέττα, η εταιρεία αποφάσισε να επενδύσει τους πόρους της στις βιώσιμες πηγές ενέργειας το 2003 και ίδρυσε μία από τις πρώτες μονάδες παραγωγής βιοντίζελ στην Ελλάδα τον Αύγουστο του 2006, χρησιμοποιώντας υποπροϊόντα υφιστάμενων πηγών, δίνοντας έτσι επιπλέον αξία στην παραγωγική διαδικασία. Επιπλέον, η εταιρεία αναπτύσσει πλέον βιολογικά «ενεργειακά» φυτά, τα οποία καλλιεργούνται εξ ολοκλήρου από Έλληνες αγρότες, προκειμένου να παρέχει ενέργεια με βιώσιμα μέσα.
Ο ρυθμός παραγωγής της εταιρείας ξεπερνά τους 100000 τόνους ετησίως και λειτουργεί ανεξάρτητα από άλλες εγκαταστάσεις στη Βιομηχανική Περιοχή της Πάτρας. Οι εργαζόμενοι της εταιρείας είναι επιστημονικά εξειδικευμένοι, γεγονός που προσφέρει τη δυνατότητα παραγωγής βιοκαυσίμων δεύτερης γενιάς.
Η παραγωγική διαδικασία είναι πλήρως αυτοματοποιημένη και σε συνδυασμό με το Εργαστήριο Ποιοτικού Ελέγχου καθώς και το τμήμα Έρευνας και Ανάπτυξης δίνει τη δυνατότητα στην εταιρεία να χρησιμοποιεί μεγάλη ποικιλία φυσικών ουσιών για τις απαιτήσεις της.
Η εταιρεία είναι σε θέση όχι μόνο να καλύψει τις ανάγκες της Ελλάδας, αλλά και να εξάγει τα προϊόντα της σε άλλες χώρες της Ε.Ε. Η τρέχουσα στρατηγική της εταιρείας οδηγεί στην επίτευξη της παραγωγής «Πράσινης Ενέργειας».
Έξι χρόνια αργότερα ίδρυσε την εταιρεία Βιοαέριο Θράκης, με ποσοστό συμμετοχής 60% ενώ έχει επίσης λάβει 3 άδειες από τη ΡΑΕ για την κατασκευή 3 πράσινων σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ισχύος 3 MW ο καθένας στο βόρειο τμήμα της Θράκης που χρησιμοποιούν βιοαέριο το οποίο προέρχεται από αναερόβια χώνευση βιομάζας, όπως αυτή προκύπτει από την καλλιέργεια ενεργειακών καλλιεργειών.
Ομοίως το 2012 ίδρυσε την ALIARTOS BIOGAS S.A., με έδρα την κεντρική Ελλάδα, με ποσοστό συμμετοχής 60% και έλαβε επίσης 1 άδεια από τη ΡΑΕ για την κατασκευή 1 πράσινου σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας 3 MW που χρησιμοποιεί βιοαέριο το οποίο προέρχεται από αναερόβια χώνευση βιομάζας.
Την ίδια στιγμή, και ύστερα από 77 χρόνια ιστορίας, η P.N.P. έκανε το μεγάλο βήμα προς την αξιοποίηση του πρώην εργοταξιακού χώρου του έργου ζεύξης Ρίου – Αντιρρίου μετά από χρόνια αχρησίας. Τον Φεβρουάριο του 2023 αναδείχθηκε πλειοδότης, έναντι προσφοράς ύψους 2.885.000 ευρώ του παραθαλάσσιου ακίνητου, συνολικής έκτασης 165 στρεμμάτων, που βρίσκεται σε κομβικό σημείο σε σχέση με το κύριο οδικό δίκτυο της Δυτικής Ελλάδας, καθώς συνορεύει με την Ιονία Οδό.
Παράλληλα, η P.N.P. συνεχίζει να παράγει πλέον εξειδικευμένα προϊόντα που προσαρμόζονται σύμφωνα με τις ανάγκες των πελατών στις δύο πλήρως αυτόματες εγκαταστάσεις της στην επαρχία της Αχαΐας, ενώ το ισχυρό τμήμα Έρευνας και Ανάπτυξης παρέχει λύσεις στις νέες απαιτήσεις που δηλώνει η βιομηχανία τροφίμων στην οποία απευθύνεται κυρίως η P.N.P.
Η εταιρεία διαθέτει πλέον περισσότερα από 80.000 τ.μ. ιδιόκτητων εγκαταστάσεων στην Ελλάδα και άλλα 110.000 τ.μ. στη Βουλγαρία, περίπου 120 εργαζόμενους με υψηλή εκπαίδευση και κατάρτιση, πλήρως αυτόματο και ηλεκτρονικό εξοπλισμό ηλικίας μικρότερης των 3 ετών, τρία κέντρα διανομής σε όλη την Ελλάδα και σημαντικό όγκο εξαγωγών σε χώρες της Μεσογείου και της Ανατολικής Ευρώπης.