Λίγο μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η κυβέρνηση της γειτονικής Πολωνίας ψήφισε νόμο για υπερδιπλασιασμό του στρατού της και πήγε να… ψωνίσει όπλα.
Καθώς ο πόλεμος του Βλαντιμίρ Πούτιν μπαίνει στο δεύτερο έτος του, το σχέδιο επέκτασης του οπλισμού της Πολωνίας κλιμακώνεται σε πρωτοφανή επίπεδα, όπως αναφέρει εκτενές ρεπορτάζ του Bloomberg. Περιλαμβάνει σχεδόν 500 HIMARS ή ισοδύναμα συστήματα πυραύλων πολλαπλής εκτόξευσης μεγάλης εμβέλειας, 20 από τα οποία επέτρεψαν στην Ουκρανία να προκαλέσει σοβαρή ζημιά στη στρατιωτική μηχανή της Μόσχας.
Είναι, επίσης, προγραμματισμένο να παραληφθούν περισσότερα από 700 νέα αυτοκινούμενα βαρέα πυροβολικά – πάνω από έξι φορές περισσότερα απ’ ό,τι στο οπλοστάσιο της Γερμανίας και τριπλάσια προηγμένα άρματα μάχης απ’ όσα μπορούν να βάλουν μαζί η Βρετανία και η Γαλλία.
Η λίστα επιθυμιών της Πολωνίας είναι πιθανό να καταλήξει πολύ πέρα από τις δυνατότητές της, αλλά δεν είναι η μοναδική περίπτωση, αναφέρει το δημοσίευμα.
Οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο αντλούν διδάγματα από τον πρώτο πόλεμο υψηλής έντασης της Ευρώπης, από το 1945, επαναξιολογώντας τα πάντα, από αποθέματα πυρομαχικών μέχρι οπλικά συστήματα και γραμμές ανεφοδιασμού, σύμφωνα με νυν και πρώην αξιωματούχους άμυνας, καθώς και αρχεία ανοιχτού κώδικα σε δέκα χώρες και το ΝΑΤΟ. Ορισμένα κράτη επανεξετάζουν τα ίδια τα αμυντικά δόγματα που καθορίζουν για τι είδους πολέμους πρέπει να προετοιμαστούν.
Τα αποτελέσματα της σύγκρουσης δεν περιορίζονται στους γείτονες της Ουκρανίας. Η Κίνα, η Ινδία, η Ταϊβάν και οι ΗΠΑ παρακολουθούν στενά για τις επιπτώσεις χιλιάδες χιλιόμετρα ανατολικά. Τόσο πολύ, που ορισμένοι Αμερικανοί αξιωματούχοι αναφέρουν ότι αντιμετωπίζουν τις ευρωπαϊκές και ασιατικές κούρσες ασφαλείας ως αλληλένδετες ή, ενδεχομένως, -κάποια στιγμή- ως ενιαίες.
«Αυτή είναι η ιστορία του τέλους της μεταψυχροπολεμικής εποχής, και τελείωσε στις 24 Φεβρουαρίου 2022», δήλωσε ο Φρανσουά Εσμπούργκ, Γάλλος βετεράνος αμυντικός αναλυτής και πρώην κυβερνητικός σύμβουλος, περιγράφοντας μια εκκολαπτόμενη απομάκρυνση από την αναδιάρθρωση των χερσαίων δυνάμεων που ακολούθησε την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης το 1991.
«Ολοι οι στρατοί μας το περνούν αυτό, γιατί είναι ξεκάθαρο τώρα ότι κανένας -συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ- δεν έχει τα αποθέματα που θα χρειαζόταν για να αντιμετωπίσει έναν μεγάλο πόλεμο υψηλής έντασης», είπε ο Εσμπούργκ.
Για πολλές χώρες πιο κοντά στην Ουκρανία, τα βασικά μέτρα περιλαμβάνουν ραγδαία αύξηση των αμυντικών δαπανών, μεγαλύτερη εγχώρια παραγωγική ικανότητα και διευρυμένους στόλους αρμάτων μάχης, πυροβολικού και αεράμυνας.
Εξίσου κρίσιμο, σύμφωνα με μια βρετανική μελέτη για τα διδάγματα που αντλήθηκαν στην Ουκρανία από το Royal United Services Institute, είναι η διασφάλιση των όπλων, των drones και των πληροφοριών καινοτομίας σε πραγματικό χρόνο, που έχουν δώσει στην Ουκρανία σαφές πλεονέκτημα στο πεδίο της μάχης ενάντια σε έναν πολύ ισχυρότερο Ρώσο αντίπαλο.
Οι υπουργοί Αμυνας του ΝΑΤΟ υπέγραψαν αυτή την εβδομάδα νέα πολιτική οδηγία που καλεί τα μέλη να επενδύσουν περισσότερο στην αεράμυνα, στις δυνατότητες ισχυρής επίθεσης και στις βαρύτερες δυνάμεις, ενώ υπογραμμίζουν την ανάγκη για μεγαλύτερες επενδύσεις στον ψηφιακό εκσυγχρονισμό.
Καθώς η αμυντική κοινότητα συγκεντρώνεται για την ετήσια Διάσκεψη για την Ασφάλεια στο Μόναχο, μια έρευνα των G7 και ορισμένων χωρών των BRICS, που πραγματοποιήθηκε από τους διοργανωτές, επισημαίνει μιαν έξαρση στην αντίληψη κινδύνου μεταξύ των πληθυσμών -από πυρηνικό πόλεμο έως ελλείψεις τροφίμων-, συμπεριλαμβανομένων και των Κινέζων. Η δημοσκόπηση του MSC διεξήχθη σε ομάδες 1.000 ατόμων σε 12 χώρες από τις 19 Οκτωβρίου έως τις 7 Νοεμβρίου.
Ακόμα και η φιλική προς τη Ρωσία, Ουγγαρία, διογκώνεται, φοβούμενη πως θα βρεθεί σε ένα πιο ασταθές και απρόβλεπτο περιβάλλον ασφάλειας. Η Φινλανδία και η Σουηδία εγκατέλειψαν δεκαετίες διπλωματικής ουδετερότητας για να υποβάλουν αίτηση για ένταξη στο ΝΑΤΟ.
Αμυντικές εταιρείες που κατασκευάζουν μέρος του κορυφαίου εξοπλισμού της Ουκρανίας -όχι μόνο HIMARS, αλλά τα αντιαρματικά συστήματα Javelin και NLAW, που είχαν αντίκτυπο στα πρώτα στάδια του πολέμου, ή αυτοκινούμενα οβιδοβόλα, όπως το γαλλικό Caesar ή το γερμανικό PzH 2000, που εμφανίστηκαν αργότερα- είδαν τις προοπτικές τους να αυξάνονται.
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι σχεδιαστές όπλων παρακολουθούν στενά, καθώς ο πόλεμος της δωρεάς όπλων που κατασκευάζονται από τη Δύση ενάντια στο εκσυγχρονισμένο οπλοστάσιο της Ρωσίας δημιουργεί αναμφισβήτητα το μεγαλύτερο έδαφος ανάπτυξης για προϊόντα αμυντικής βιομηχανίας στη σύγχρονη ιστορία.
Η βρετανική BAE Systems Plc, για παράδειγμα, λέει ότι η προσπάθειά της να παραγάγει έναν αντικαταστάτη για το αμερικανικό Bradley, το οποίο κατασκευάζει η εταιρεία, αποτελεί πρόσθετη θωράκιση ώστε να αμύνεται ενάντια στους σύγχρονους αντιαρματικούς πυραύλους, όπως και βάση για την τοποθέτηση αντι-drone όπλων.
Για τα περισσότερα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, ο πόλεμος προκάλεσε σοκ, γράφει το Bloomberg. Είχαν κεφαλαιοποιήσει ένα λεγόμενο «μέρισμα» ειρήνης μετά την πτώση της Σοβιετικής Ενωσης, περικόπτοντας αμυντικούς προϋπολογισμούς, τερματίζοντας τη στρατολόγηση και τις διαμάχες ή πουλώντας τεράστιες ποσότητες υλικού με την πεποίθηση ότι ένας μεγάλος πόλεμος ξηράς δεν ήταν πλέον εύλογος.
Η Γερμανία, της οποίας μόνο το δυτικό μισό διέθετε χιλιάδες άρματα μάχης τη δεκαετία του 1980, έχει τώρα 321, σύμφωνα με το Military Balance, μια ετήσια επιθεώρηση αμυντικών δεδομένων από το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο διέθετε το 4% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος του σε μια ένοπλη δύναμη 325.000 ατόμων στα μέσα της δεκαετίας του 1980, τώρα ξοδεύει περίπου το μισό από αυτό σε μια επιτελική δύναμη 150.000 ατόμων.
Η μείωση των δαπανών έφτασε στο ναδίρ το 2014, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, αλλά ο αντίκτυπος του περασμένου έτους φαίνεται να προκαλεί τριγμούς, ακόμα και σε μια εποχή περιορισμένων προϋπολογισμών.
Πολλοί Ευρωπαίοι και Αμερικανοί αξιωματούχοι πιστεύουν ότι ο Πούτιν είναι αποφασισμένος να υποτάξει την πρώην σοβιετική γειτονιά της Ρωσίας, και θα επιδιώξει να ανοικοδομήσει τον στρατό του, ανεξάρτητα από την έκβαση του πολέμου. Η ετήσια έκθεση πληροφοριών της Εσθονίας, που δημοσιεύτηκε αυτό τον μήνα, υπολογίζει στα τέσσερα χρόνια τον χρόνο ανασύστασης των ρωσικών μονάδων -που έχουν εξαντληθεί στην Ουκρανία- στα σύνορά της.
Το κονδύλι της Πολωνίας για την άμυνα το 2023 έχει υπερδιπλασιαστεί από πέρυσι, συμπεριλαμβανομένων 97,4 δισ. ζλότι (22 δισ. δολάρια) που διατέθηκαν από τον κεντρικό προϋπολογισμό και άλλα 30-40 δισ. ζλότι που θα δαπανηθούν από ένα -εκτός προϋπολογισμού- ταμείο στρατού που δημιουργήθηκε πέρυσι. Συνολικά, η κυβέρνηση λέει ότι θα δαπανήσει το 4% του ΑΕΠ για την άμυνα φέτος – ποσοστό υψηλότερο από οποιοδήποτε κράτος του ΝΑΤΟ πριν από τον πόλεμο. Τα τρία εξίσου νευρικά κράτη της Βαλτικής ξεκίνησαν όλα τα… ψώνια πολωνικού τύπου.
Η Γερμανία δημιούργησε ένα ταμείο 100 δισ. ευρώ για να βοηθήσει τον προϋπολογισμό της να επιτύχει τον στόχο του ΝΑΤΟ στο 2% του ΑΕΠ, έπειτα από χρόνια υποσκελισμού. Παρά τις επικρίσεις για απροθυμία, συνέβαλε σημαντικά στα βαρέα όπλα στην Ουκρανία. Είναι έτοιμη να αυξήσει τον αμυντικό προϋπολογισμό της έως και 10 δισ. ευρώ το επόμενο έτος, σύμφωνα με άτομα που γνωρίζουν τα σχέδια.
Η ώθηση της χρηματοδότησης αναδιαμορφώνει τον αμυντικό τομέα της Γερμανίας. Η Rheinmetall AG επενδύει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ σε νέα εργοστάσια και γραμμές παραγωγής στο εσωτερικό και σε κοντινές χώρες, όπως η Ουγγαρία, με στόχο την επέκταση της παραγωγής τανκς και πυρομαχικών.
Η Diehl Defense ενισχύει την παραγωγή του αντιπυραυλικού της συστήματος IRIS-T -που επαινείται από την Ουκρανία για το ποσοστό επιτυχίας σχεδόν 100%-, το οποίο θα παίξει βασικό ρόλο στην πρωτοβουλία του καγκελάριου Ολαφ Σολτς να δημιουργήσει μια ευρωπαϊκή αντιπυραυλική ασπίδα. Δεκατέσσερα μέλη του ΝΑΤΟ και η Φινλανδία υπέγραψαν επιστολή προθέσεων για ένταξη στη λεγόμενη European Sky Shield.
Η Γαλλία, επίσης, προσπαθεί να αναδιαρθρώσει τις δυνάμεις της για πόλεμο υψηλής έντασης. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε νέα εξαετή χορήγηση 400 δισ. ευρώ για την περίοδο 2024-2030, αύξηση κατά ένα τρίτο σε σύγκριση με το τρέχον εξαετές πρόγραμμα δαπανών.
Οι ρωσικές δυνάμεις στην ανατολική περιοχή του Ντονμπάς της Ουκρανίας εκτόξευσαν κατά καιρούς τόσες οβίδες βαρέος πυροβολικού μέσα σε μία εβδομάδα, όσες -όπως λέει ο Γάλλος κατασκευαστής Nexter- χρησιμοποίησε με τα πυροβόλα όπλα Caesar 155 mm σε 13 χρόνια εκπαίδευσης και ανάπτυξης σε Αφγανιστάν, Λίβανο, Μάλι και Ιράκ.
Η κατάσταση μπορεί να είναι ακόμα πιο οξεία για το Ηνωμένο Βασίλειο. Σύμφωνα με το RUSI, ολόκληρο το απόθεμα βλημάτων πυροβολικού 155 χιλιοστών του βρετανικού στρατού θα είχε εξαντληθεί σε μόλις δύο ημέρες από Ρώσους πυροβολητές στο Ντονμπάς το περασμένο καλοκαίρι. Οι δυνάμεις της Ουκρανίας θα είχαν εξαντληθεί σε μία εβδομάδα.
Μια ολοκληρωμένη αμυντική αναθεώρηση και άλλα έγγραφα στρατηγικής που γράφτηκαν μόλις το 2021 θεωρούνται ήδη ξεπερασμένα και θα αναθεωρηθούν εντός εβδομάδων, σύμφωνα με πηγή με γνώση των συνομιλιών.
«Το υπουργείο Αμυνας της Βρετανίας θα ζητήσει 10 δισ. λίρες για να αντισταθμίσει τον πληθωρισμό και μια πρόσθετη ώθηση στα κεφάλαια για την ανασύσταση ενός στρατού που αδρανοποιήθηκε» εδώ και δεκαετίες, είπε η ίδια πηγή. Η απόφαση να μειωθούν οι αριθμοί των δυνάμεων, θεωρείται, μετά την Ουκρανία, στρατηγικό λάθος.
Η τάση για επανεξοπλισμό, παράλληλα, φαίνεται να ξεπερνά τα πολιτικά όρια. Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Ορμπαν, είπε πως αποφασιστική στιγμή για εκείνον υπήρξε μια συνάντηση του ΝΑΤΟ, τον Ιούλιο, μετά την οποία είπε στον υπουργό Αμυνάς του να «αυξήσει δραματικά» τις αμυντικές δυνατότητες της Βουδαπέστης.
Ο Ορμπαν έχει αρνηθεί να στείλει όπλα στην Ουκρανία και έχει επιβάλει δύσπιστες ενεργειακές κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Ακόμα κι έτσι, η ώθηση για επανεξοπλισμό δείχνει βαθιά ανησυχία για την έκθεση της Ουγγαρίας σε αυτό που αποκαλεί συχνά «ανεμοδαρμένη» περιοχή της Κεντρικής Ευρώπης, για την οποία πολέμησαν αυτοκρατορίες ανά τους αιώνες.
Για να ανταποκριθεί στην πρόκληση, η Ουγγαρία παρήγγειλε 45 νέα άρματα μάχης Leopard II, 218 οχήματα μάχης πεζικού Lynx, απροσδιόριστο αριθμό ελικοπτέρων Airbus 225 και γερμανικά PzH 2000, καθώς και ραντάρ και συστήματα NASAMS των ΗΠΑ για την ενίσχυση της αεράμυνάς της, σύμφωνα με το υπουργείο Αμυνας της χώρας.
Τα διδάγματα της Ουκρανίας και η Ταϊβάν
Πολλά διδάγματα από τον πόλεμο στην Ουκρανία έχουν λιγότερη σχέση με το υλικό απ’ ό,τι με τα πιο ήπια ζητήματα του εφοδιασμού, της εκπαίδευσης και της στρατηγικής, που δεν έχουν σύνορα.
«Οι Ρώσοι έδειξαν πόσο καταστροφική μπορεί να είναι η κακή διαχείριση των logistics», δήλωσε στο Bloomberg ο Μισέλ Φλουρνουά, πρώην υφυπουργός Αμυνας των ΗΠΑ, που προεδρεύει του Κέντρου για μια Νέα Αμερικανική Ασφάλεια στην Ουάσιγκτον. Ως ανάλογο παράδειγμα, μάλιστα, παραθέτει και την Ταϊβάν, όπου ΗΠΑ και Κίνα «φλερτάρουν» εδώ και καιρό με την κλιμάκωση: «Ta logistics θα ήταν δίκοπο μαχαίρι για την Ταϊβάν: 200 μίλια ωκεανού είναι δύσκολα για την Κίνα, αλλά είναι επίσης δύσκολο για την Ταϊβάν να ανεφοδιαστεί».
Η Ιαπωνία, μαζί με τις ΗΠΑ, ανησυχεί ότι η Κίνα -η οποία, όπως και η Ρωσία, χτίζει τον στρατό της για περισσότερο από μια δεκαετία- μπορεί να επιδιώξει να ενωθεί με τη δημοκρατικά κυβερνώμενη Ταϊβάν διά της βίας. Είναι μια σύγκρουση που θα ήταν ριζικά διαφορετική από αυτή της Ουκρανίας, καθώς θα διεξαγόταν στα 180 χλμ. του στενού της Ταϊβάν και θα μπορούσε να έχει ακόμα πιο επικίνδυνες συνέπειες, δεδομένης της κλίμακας της οικονομίας και των πόρων της Κίνας.
Ωστόσο, υπάρχουν συμπεράσματα από την Ουκρανία για την Ταϊβάν και τους συμμάχους της, συμπεριλαμβανομένης της σημασίας της εκπαίδευσης που έλαβαν οι δυνάμεις του Κιέβου στον ασύμμετρο πόλεμο κατά τη διάρκεια των οκτώ ετών μεταξύ των δύο προσπαθειών του Πούτιν να υποτάξει τη γείτονα της Ρωσίας. «Αυτή η εκπαίδευση, που διεξήχθη με τους συμμάχους μας, ήταν πολύ πιο αποτελεσματική απ’ ό,τι συνειδητοποιήσαμε», είπε ο Φλουρνουά. «Τώρα πρέπει να καταλάβουμε πώς να μεταφράσουμε αυτά τα μαθήματα στην Ταϊβάν».
Είναι πιο δύσκολο να κατανοήσουμε τις εκτιμήσεις που κάνει η Κίνα, επειδή αυτές οι συζητήσεις τείνουν να διεξάγονται αποκλειστικά από τον στρατό και θα περιελάμβαναν την αποδόμηση των αποτυχιών στο πεδίο της μάχης της Ρωσίας, ενός οικονομικού και στρατηγικού εταίρου, δημόσια.
Ωστόσο, μεταξύ των περιοδικών που παρέχουν ένα παράθυρο στη σκέψη του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, ένα -το Naval and Merchant Ships- έχει ασχοληθεί άμεσα με τον πόλεμο, με συγκεκριμένο ενδιαφέρον για το πώς να προστατευτούν οι Κινέζοι πεζοναύτες κατά την απόβαση.
Το άρθρο του για μια υποθετική αμφίβια εισβολή στην Ταϊβάν από την Κίνα βασίστηκε σε συγκεκριμένα μαθήματα από την Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένου ενός περιστατικού όταν η Ρωσία είπε ότι τα στρατεύματά της στο Φιδονήσι κατέρριψαν ένα ουκρανικό μαχητικό αεροσκάφος. Αυτό ώθησε την Κίνα να εξοπλίσει τους πεζοναύτες της με συστήματα αντιπυραυλικής άμυνας, για να τους προστατεύσει, καθώς προσγειώνονται, μέχρι να φτάσουν οι επίγειες δυνάμεις, σύμφωνα με το άρθρο.
«Βλέπουμε ανθρώπους στον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό και στην αμυντική βιομηχανία της Κίνας να μελετούν τα χαρακτηριστικά και την αποτελεσματικότητα διαφόρων συστημάτων των πεδίων μάχης, τα περισσότερα από τα οποία έχουν εφαρμογή σε επιχειρήσεις διασταυρούμενων στενών», δήλωσε ο Τζόελ Ούθναου, ανώτερος ερευνητής στο Κέντρο για τη Μελέτη των Κινεζικών Στρατιωτικών Υποθέσεων του National Defense University που εδρεύει στην Ουάσιγκτον. «Τα παραδείγματα περιλαμβάνουν μη στελεχωμένα εναέρια οχήματα και ηλεκτρονικό πόλεμο όπως χρησιμοποιούνται από τον ρωσικό στρατό στην Ουκρανία».
Ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός διερευνούσε ήδη ενεργά πώς να χρησιμοποιήσει drones για να βοηθήσει τις μονάδες χαμηλότερου επιπέδου να αξιολογήσουν το πεδίο της μάχης με μεγαλύτερη ακρίβεια, σύμφωνα με τον Ντέκερ Εβελετ, ερευνητή στο James Martin Centre for Nonproliferation Studies, μια καλιφορνέζικη ερευνητική ομάδα. Εχοντας δει την αποτελεσματικότητα των Ουκρανών στην παροχή μεμονωμένων μονάδων με drones για τον εντοπισμό και τη στόχευση απειλών, «αυτό είναι ένα μάθημα που ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός ενδιαφέρεται να μελετήσει και να χρησιμοποιήσει», είπε.
Η Ινδία έχει επίσης πιθανές συγκρούσεις ομότιμων κρατών για να ανησυχεί. Αν και οι συνθήκες στο πεδίο της μάχης θα ήταν και πάλι πολύ διαφορετικές από τις ανοιχτές πεδιάδες και τα δάση της Ουκρανίας, ο πόλεμος επηρέασε τη στρατηγική σκέψη της Ινδίας, σύμφωνα με τρεις ανώτερους αξιωματούχους, οι οποίοι ζήτησαν να μην κατονομαστούν επειδή δεν είναι εξουσιοδοτημένοι να μιλήσουν για το θέμα.
Σε γενικές γραμμές, περιλαμβάνεται η ανάγκη για μεγαλύτερη ενσωμάτωση δυνάμεων, μια βασική ρωσική αποτυχία. Σύμφωνα με τους αξιωματούχους, η κυβέρνηση εξετάζει μια πρόταση για ενσωμάτωση drones σε μηχανοποιημένες μονάδες και ξεκίνησε μια προσπάθεια για την απόκτηση μικρών έως μικροσκοπικών UAV παρακολούθησης.
Η πορεία των μαχών στην Ουκρανία έχει αναδείξει την αδυναμία της Ινδίας στους πυραύλους μεγαλύτερου βεληνεκούς, τους οποίους θα χρειαζόταν σε έναν πιθανό «πόλεμο χωρίς επαφή» κατά μήκος των ορεινών συνόρων της με την Κίνα, σύμφωνα με τους αξιωματούχους. Η κυβέρνηση παρήγγειλε την πρώτη παρτίδα 120 νέων, εγχώριας παραγωγής βαλλιστικών πυραύλων μικρού βεληνεκούς, γνωστούς ως Pralay, οι οποίοι είναι παρόμοιοι με τους ρωσικούς Iskander.
Η Ινδία έχει επίσης παραγγείλει περισσότερους αντιαεροπορικούς πυραύλους ώμου, γνωστούς ως MANPADS, για χρήση στα σύνορα με την Κίνα. Οι MANPADS, συμπεριλαμβανομένων των αμερικανικών πυραύλων Stinger που η Ουκρανία έχει μοιράσει ευρέως στα στρατεύματά της, έχουν αποδειχθεί βασικό στοιχείο στην προσπάθειά της να αντιμετωπίσει την αεροπορική κυριαρχία της Ρωσίας.
Ωστόσο, ίσως το πιο σημαντικό συμπέρασμα που συνάγεται στο Νέο Δελχί είναι ότι δεν μπορεί πλέον να βασίζεται τόσο πολύ στη Μόσχα για όπλα. Η Ρωσία χρειάστηκε να αφιερώσει την παραγωγική της ικανότητα στην πολεμική προσπάθεια, προκαλώντας την εξάντληση των προμηθειών ανταλλακτικών σε πελάτες στο εξωτερικό.
Η Ινδία επιδιώκει να συνεργαστεί περισσότερο με τις ΗΠΑ και τη Γαλλία, ιδίως για την αγορά όπλων, δήλωσαν οι αξιωματούχοι. Εχει επίσης διαθέσει τα δύο τρίτα του προϋπολογισμού των αμυντικών προμηθειών για εγχώριους παραγωγούς –συχνά σε κοινοπραξίες με ξένους κατασκευαστές όπλων–, αυξημένο κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες από το οικονομικό έτος 2022-2023.
«Η συντήρηση του εξοπλισμού ρωσικής προέλευσης είναι ένα ζήτημα», είπε ο αρχηγός του στρατού της Ινδίας Μανόζ Πάντε στους δημοσιογράφους τον περασμένο μήνα, προσθέτοντας ότι ο στρατός «εξετάζει εναλλακτικές πηγές προμηθειών».
Ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία σηματοδοτεί μια τεράστια αλλαγή, υπάρχουν κίνδυνοι να εξαγάγουμε βιαστικά συμπεράσματα, με το αποτέλεσμα να είναι ακόμα τόσο ασαφές, σύμφωνα με την Ντάρα Μάσικοτ, ανώτερη ερευνήτρια Rand Corporation, μια δεξαμενή σκέψης με έδρα την Καλιφόρνια.
Τα περισσότερα ρωσικά άρματα μάχης, για παράδειγμα, δεν καταστράφηκαν από Javelin ή NLAW όπως πιστεύεται ευρέως, αλλά από κατευθυνόμενο πυροβολικό. Η ένοπλη υπεροχή της Ρωσίας αρχικά υποτιμήθηκε από τους παρατηρητές και στη συνέχεια απορρίφθηκε, μαζί με την ποιότητα των όπλων της.
Πολλά θα μπορούσαν να αλλάξουν εάν η Ρωσία μάθει από τα λάθη και αναπτύξει την αεροπορία της πιο αποτελεσματικά. «Απλώς πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί σχετικά με τα μαθήματα που παίρνουμε από αυτό», είπε η Μάσικοτ.
Η Πολωνία, για παράδειγμα, δεν μπορεί να περιμένει.
Ο υπουργός Αμυνας, Μάριους Μπλάστσακ, είπε πέρυσι ότι η Πολωνία θα δημιουργήσει δύο νέες στρατιωτικές μεραρχίες για την ενίσχυση της άμυνας στην κεντρική και ανατολική χώρα, ένα έργο που απαιτεί περίπου 20.000 νέους στρατιώτες. Η κυβέρνηση είπε επίσης ότι απέρριψε μακροχρόνια σχέδια εισβολής-ανταπόκρισης που βασίζονταν σε μια στρατηγική βαθιάς άμυνας, που υποστηρίχθηκε από τον ποταμό Βιστούλα. Ο Βιστούλα διασχίζει τη Βαρσοβία, χωρίζοντας τη χώρα στα δύο.
Η έγκριση του Πενταγώνου στις 7 Φεβρουαρίου να πουλήσει στην Πολωνία 18 HIMARS και συναφή πυρομαχικά σε πακέτο περίπου 10 δισ. δολαρίων ήταν μόνο ένα ποσοστό του αρχικού αιτήματος της Πολωνίας για 486 συστήματα – σχεδόν όσα έχει κάνει ποτέ η Lockheed Martin Corp.
Η αμερικανική εταιρεία δήλωσε πέρυσι ότι θα αυξήσει την παραγωγή στα 96 HIMARS ετησίως. Ακόμα κι έτσι, μια τόσο μεγάλη παραγγελία θα χρειαζόταν χρόνια για να προχωρήσει και δεν έχει ακόμη εγκριθεί από την Ουάσιγκτον.
Αντί να σταθεί στην ουρά, η Πολωνία ζήτησε 288 μονάδες αμερικανικού M270, ισοδύναμου της Νότιας Κορέας, το βαρύτερο δίδυμο της HIMARS που φέρει διπλάσιο αριθμό εκτοξευτών πυραύλων. Μέχρι στιγμής έχει αιτηθεί 218 από τα συστήματα πολλαπλών πυραύλων εκτόξευσης K249 Chunmoo, τα οποία είναι συμβατά με πυρομαχικά HIMARS. Τα πρώτα 18 αναμένονται φέτος.
Οσο αποφασισμένη κι αν είναι η Βαρσοβία να ανοικοδομήσει την άμυνά της, υπάρχει μεγάλος σκεπτικισμός ως προς το αν η χώρα μπορεί να τη διατηρήσει, ένα ζήτημα που ενδέχεται να επιβαρύνει μια σειρά από άλλους προϋπολογισμούς χωρών του ΝΑΤΟ καθώς προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα με τις αυξανόμενες απαιτήσεις τόσο της υγειονομικής περίθαλψης όσο και της αντιμετώπισης της γήρανσης του πληθυσμού.
Πρώτον, ο νόμος για την άμυνα της Πολωνίας του περασμένου έτους προβλέπει την αύξηση του αριθμού των πολωνικών στρατευμάτων σε 250.000 από 114.000 σε 12 χρόνια. Αυτό συνεπάγεται καθαρή προσθήκη περισσότερων από 11.000 στρατιωτών ετησίως, σε μια περίοδο που οι ένοπλες δυνάμεις αγωνίζονται να διατηρήσουν τους υπάρχοντες στρατιώτες.
Η προσθήκη εκατοντάδων HIMARS ή Chunmoos θα απαιτούσε τεράστιους πόρους, πέρα από το ήδη θεόρατο κόστος αγοράς, συμπεριλαμβανομένων πολλών χιλιάδων καλά εκπαιδευμένου προσωπικού για τη λειτουργία, την προμήθεια και τη συντήρησή τους. Τα συστήματα θα χρειάζονταν αποθήκευση για χιλιάδες πυραύλους μεγέθους ενός καγιάκ.
Με σχεδόν 1.400 νέα κύρια άρματα μάχης που προβλέπονται επίσης, συμπεριλαμβανομένων 366 αμερικανικών Abrams που παραγγέλθηκαν λίγο πριν και λίγο μετά την έναρξη του πολέμου και 1.000 νοτιοκορεατικών K2 Panthers (με τα περισσότερα από τα τελευταία να κατασκευάζονται στην Πολωνία), οι αλυσίδες συντήρησης και επιμελητείας για την υποστήριξή τους θα είναι τεράστιες.
«Αν και η γενική κατεύθυνση φαίνεται να είναι σωστή, όταν εξετάζω τους αριθμούς του νέου εξοπλισμού που παραγγέλθηκε, δεν είμαι σίγουρος αν κάποιος προέβη σε διεξοδική ανάλυση για τις τοποθεσίες όπου ο στρατός πρέπει να τον αποθηκεύσει και ποιος θα τον χειριστεί αργότερα και θα τον συντηρήσει», είπε ο Τόμας Ντρέβνιακ, απόστρατος στρατηγός και επιθεωρητής της Πολωνικής Πολεμικής Αεροπορίας.
Απλώς ο οπλισμός των 96 ελικοπτέρων Apache στη λίστα αγορών της Πολωνίας, με το καθένα να μεταφέρει 16 πυραύλους Hellfire με πολύ πάνω από 100.000 δολάρια το τεμάχιο, συμπεριλαμβανομένων των ανταλλακτικών και της συντήρησης, θα κόστιζε τουλάχιστον 150 εκατ. δολάρια.
«Το κόστος του νέου εξοπλισμού αντιπροσωπεύει μόνο το 25% έως 30% του συνολικού προϋπολογισμού που απαιτείται για τη διατήρηση των στρατευμάτων», δήλωσε ο Ντρέβνιακ. Υπενθυμίζοντας τη δεινή κατάσταση των πολωνικών ενόπλων δυνάμεων μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού, πρόσθεσε: «Υπηρετούσα σε έναν στρατό 300.000 που δεν είχε πόρους για τίποτα, ούτε για καύσιμα ούτε καν για γεύματα».