Ομιλία με όσο το δυνατόν μικρότερο δημοσιονομικό κόστος –τουλάχιστον για τον φετινό προϋπολογισμό– αναμένεται να αναγνώσει στα εγκαίνια της Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης ο πρωθυπουργός.
Η παγκόσμια αναστάτωση που επικρατεί στις αγορές ομολόγων λόγω της αύξησης των επιτοκίων αλλά και η «στενή παρακολούθηση» της Ελλάδας από τους ελεγκτικούς οίκους, ενόψει ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας, κρίνεται ότι καθιστούν απαγορευτικές τις όποιες εξαγγελίες μπορεί να εκληφθούν ως «οπισθοχώρηση» σε δημοσιονομικό επίπεδο.
Στελέχη του οικονομικού επιτελείου ξεκαθαρίζουν ότι το τοπίο δεν αναμένεται να έχει ξεκαθαρίσει μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου, οπότε αν υπάρξουν ανακοινώσεις για μέτρα στήριξης, αυτά θα είναι απολύτως στοχευμένα, με εφάπαξ χαρακτήρα και ποσοτικοποιημένα ώστε να μην τεθεί υπό αμφισβήτηση ο στόχος για παραγωγή πρωτογενούς πλεονάσματος τουλάχιστον 0,7% του ΑΕΠ μέσα στη φετινή χρονιά. Ηδη έχουν απορριφθεί οι όποιες σκέψεις για μέτρα οριζόντιου χαρακτήρα –π.χ επιδότηση της τιμής του πετρελαίου θέρμανσης από τον κρατικό προϋπολογισμό, fuel pass κ.λπ.–, ενώ ακόμη και ενισχύσεις που έχουν ήδη εξαγγελθεί, όπως το νέο κοινωνικό τιμολόγιο του ηλεκτρικού ρεύματος αλλά και η ενίσχυση στους συνταξιούχους που δεν θα πάρουν αύξηση λόγω προσωπικής διαφοράς, θα προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί.
Την εβδομάδα που πέρασε, πηγές του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών έσπευσαν να κατεβάσουν τον πήχυ των προσδοκιών όσον αφορά το ενδεχόμενο λήψης πρόσθετων μέτρων στήριξης. Τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού στο 7μηνο –καταγράφηκε υπέρβαση 2,34 δισ. ευρώ έναντι των στόχων στα φορολογικά έσοδα– δημιούργησαν προσδοκίες.
Ωστόσο, κορυφαία στελέχη του οικονομικού επιτελείου έσπευσαν να διευκρινίσουν ότι, παρά τα φαινόμενα, ο φετινός προϋπολογισμός εκτελείται μέχρι στιγμής βάσει των δεδομένων που έχουν αποτυπωθεί στο πρόγραμμα σταθερότητας (εκεί αναγράφεται ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ μέσα στο τρέχον έτος). Και επισήμως το υπουργείο υποστηρίζει ότι το «υπερπλεόνασμα» που αποτυπώνουν τα στοιχεία του 7μήνου είναι σε μεγάλο βαθμό ταμειακό και όχι δημοσιονομικό. Εσοδα που εισπράχθηκαν μέσα στο 2023 αλλά αντιστοιχούν στην περυσινή χρονιά δεν μπορούν να προσμετρηθούν στο φετινό πλεόνασμα. Και είναι αρκετά αυτά τα χρήματα (470 εκατ. ευρώ από την ετεροχρονισμένη είσπραξη των φετινών τελών κυκλοφορίας και 367 εκατ. ευρώ από την είσπραξη του περυσινού φόρου εισοδήματος μέσα στο τρέχον έτος).
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να παραχθεί πρόσθετος χώρος μέχρι το τέλος του έτους. Για παράδειγμα, τα φορολογικά έσοδα του Ιουλίου (ακόμη και μετά την αφαίρεση των επιστροφών) ξεπέρασαν κατά 150 εκατ. ευρώ τον στόχο, παρά τη μετάθεση της προθεσμίας καταβολής της 1ης δόσης του φόρου εισοδήματος λόγω της παράτασης στις φορολογικές δηλώσεις. Ετσι, τον Αύγουστο, με την είσπραξη και της διπλής δόσης του φόρου εισοδήματος, η υπέρβαση μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερη.
Οι δύο αβεβαιότητες
Ομως, αυτό δεν αναιρεί το πλήθος των παραγόντων που προκαλούν αβεβαιότητα:
1. Οι απότομες μεταβολές στις τιμές των ενεργειακών προϊόντων επηρεάζουν και τον κρατικό προϋπολογισμό. Με την κατάθεση συμπληρωματικού προϋπολογισμού 700 εκατ. ευρώ για φέτος, θα επιχειρηθεί να καλυφθούν και τα αυξημένα λειτουργικά έσοδα της φετινής χρονιάς. Το αν οι πόροι θα αποδειχθούν αρκετοί θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό και από την πορεία των τιμών της ενέργειας ειδικά προς το τέλος του χρόνου.
2. Τα στοιχεία από τις δηλώσεις ΦΠΑ έδειξαν μείωση εσόδων στις επιχειρήσεις κατά το β΄ τρίμηνο. Μπορεί σε μεγάλο βαθμό αυτό να είναι συγκυριακό και να οφείλεται στις μειώσεις των τιμών της ενέργειας, ωστόσο το πώς θα εξελιχθεί η κατανάλωση από το φθινόπωρο συνιστά επίσης παράγοντα αβεβαιότητας. Ηδη από το β΄ τρίμηνο πολλές χώρες της Ευρωζώνης βλέπουν την οικονομική δραστηριότητα να γυρίζει σε αρνητικό πρόσημο, οπότε είναι ένας παράγοντας αβεβαιότητας το πώς θα εξελιχθεί η οικονομική δραστηριότητα ειδικά στο τελευταίο 4μηνο της χρονιάς.