«Κανείς δεν το περίμενε… Ποιος θα το φανταζόταν… Οι δημοσκοπήσεις έπεσαν έξω… Ανατροπή…». Τέτοιου τύπου φράσεις τείνουν να επαναλαμβάνονται με αυξημένη συχνότητα τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και πέρα από τα μάλλον στενά όρια των καθ’ ημάς πολιτικών εξελίξεων.
Από την Ισπανία του Πέδρο Σάντσεθ έως τη Σουηδία του Τζίμι Ακεσον και από την Ιταλία της Τζόρτζια Μελόνι έως τη Βρετανία του Ρίσι Σούνακ, πολλοί είναι εκείνοι που στέκονται πια ημιάφωνοι μπροστά στη ροή των εκλογικών αποτελεσμάτων επαναξιολογώντας το πολιτικό τους ένστικτο μέσα από υπαρξιακά ερωτήματα του τύπου «πώς δεν το είδαμε να έρχεται».
Οι κυβερνώντες Σοσιαλιστές (PSOE) του Πέδρο Σάντσεθ υπέστησαν βαριές απώλειες στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές που διεξήχθησαν την περασμένη Κυριακή στην Ισπανία, καθώς βρέθηκαν -ξαφνικά, περίπου έξι μήνες πριν από τις εθνικές εκλογές που αναμένονταν στα τέλη της χρονιάς- να χάνουν τον έλεγχο πόλεων (Σεβίλλη, Βαλένθια κ.ά.) και κοινοτήτων (Αραγονία, Λα Ριόχα, Βαλεαρίδες Νήσοι, Βαλένθια κ.ά.) που τώρα περνούν στα χέρια του κεντροδεξιού Λαϊκού Κόμματος/PP, το οποίο, όμως, θα χρειαστεί σε κάποιες περιοχές να ενώσει τις δυνάμεις του με το -επίσης ενισχυμένο εκλογικά- ακροδεξιό Vox για να μπορέσει να κυβερνήσει.
Μεγάλοι κερδισμένοι των ισπανικών εκλογών της περασμένης Κυριακής: το κεντροδεξιό PP του Αλμπέρτο Νούνιεθ, που ανέβασε το ποσοστό του κατά σχεδόν 9%, αλλά και το ακροδεξιό Vox του Σαντιάγο Αμπασκάλ, που ανέβασε τη δική του επίδοση κατά 3,5%.
Μεγάλοι ηττημένοι, από την άλλη πλευρά, σχεδόν όλοι οι άλλοι: το κεντροαριστερό PSOE του Πέδρο Σάντσεθ, οι αριστεροί Unidas Podemos της Γιόνε Μπελάρα, αλλά και οι κεντρώοι Ciudadanos.
«Στη Μαδρίτη και αλλού, το PP εκμεταλλεύτηκε την υποχώρηση του κεντροδεξιού κόμματος των Ciudadanos, το οποίο κόντεψε να χαθεί από τον εκλογικό χάρτη βιώνοντας μια καταστροφική νύχτα (σ.σ.: την περασμένη Κυριακή). Το ακροαριστερό Podemos, από την άλλη πλευρά, υπέστη και αυτό σημαντικές απώλειες, μεταξύ άλλων χάνοντας και τις συνολικά δέκα έδρες που είχε στο περιφερειακό κοινοβούλιο της Μαδρίτης», γράφει ο Γκάι Χέτζκοου στην ανταπόκρισή του για το Politico.
Πρόωρες στις 23 Ιουλίου
Αντιδρώντας κατά τρόπο «δραματικό» σε ένα «δραματικό» εκλογικό αποτέλεσμα, όπως ήταν -σύμφωνα με την El Pais- εκείνο της 28ης Μαΐου, ο 51χρονος Πέδρο Σάντσεθ έσπευσε να βάλει τη χώρα της Ιβηρικής σε τροχιά πρόωρων εκλογών με ορίζοντα πια τις 23 Ιουλίου, θέτοντας τους Ισπανούς ψηφοφόρους προ των ευθυνών τους.
Πρωθυπουργός από το καλοκαίρι του 2018 και έπειτα, ο Σάντσεθ επέλεξε να ρισκάρει επισπεύδοντας κατά περίπου πέντε μήνες την εκλογική αναμέτρηση που κανονικά ήταν προγραμματισμένο να διεξαχθεί στη χώρα προς τα τέλη του 2023. Ο ίδιος ενδεχομένως να ελπίζει τώρα ότι οι επερχόμενες συμπράξεις της κεντροδεξιάς (PP) με την ακροδεξιά (Vox), σε δημοτικό/περιφερειακό επίπεδο, θα οδηγήσουν αντανακλαστικά πολλούς ψηφοφόρους πίσω στη δεξαμενή του PSOE.
Εάν οι τοπικές κάλπες αποτελούν «πρόβα τζενεράλε» εν όψει των εθνικών εκλογών, τότε «προσέξτε καλά, γιατί το Λαϊκό Κόμμα (PP), εάν κερδίσει, μπορεί να συγκυβερνήσει με την άκρα δεξιά (Vox)»: Αυτό είναι το μήνυμα που λέγεται πως θέλει να στείλει πια ο Σάντσεθ στους ψηφοφόρους, ακολουθώντας μια στρατηγική παρόμοια με εκείνη που είχε υιοθετήσει ο Αντόνιο Κόστα πέρυσι στην Πορτογαλία.
Με συνταγή Κόστα ο Σάντσεθ;
Πριν από τις πορτογαλικές εκλογές του 2022, ο ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματος (PS), Αντόνιο Κόστα, προειδοποιούσε τους ψηφοφόρους ότι εάν ψηφίσουν την κεντροδεξιά (PSD) θα είναι σαν να ανοίγουν παράλληλα την πόρτα της εξουσίας και σε πιο ακραίες φωνές (όπως, για παράδειγμα, της παράταξης Chega), που διαμορφώνουν τάσεις στα δεξιά του πολιτικού φάσματος. Ο Κόστα τελικώς επικράτησε, και μάλιστα με διαφορά, στις κάλπες του 2022, εξασφαλίζοντας την αυτοδυναμία.
Δεν είναι καθόλου βέβαιο, ωστόσο, ότι θα μπορούσαν να ακολουθήσουν ανάλογη πορεία και ο Σάντσεθ με το PSOE, που κυβέρνησαν τα περασμένα χρόνια στην Ισπανία, όχι αυτοδύναμα, αλλά με τη στήριξη άλλων πολιτικών δυνάμεων, όπως των Unidas Podemos από το 2020 και έπειτα.
Η Ισπανία, η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, οδεύει πια προς πρόωρες εκλογές στις 23 Ιουλίου, με το κομματικό τοπίο στη χώρα, ωστόσο, να έχει αλλάξει σημαντικά σε σχέση με το όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, αναδιαμορφώνοντας όχι μόνο τα δεξιά, αλλά και τα αριστερά του πολιτικού φάσματος.
Από την άνοδο στην πτώση
Οι δεξιοί Ciudadanos έκαναν γνωστό σήμερα ότι δεν πρόκειται καν να πάρουν μέρος στις βουλευτικές εκλογές του Ιουλίου, ενώ και οι αριστεροί Podemos, από την άλλη πλευρά, αποτελούν πια σκιά του παλαιού εαυτού τους.
Στο εκλογικό τους απόγειο, την περίοδο από το 2016 έως το 2019, τα εν λόγω κόμματα συγκέντρωναν μαζί σχεδόν 35% (με το 21,2% του 2016 να αποτελεί την καλύτερη επίδοση για το Podemos σε εθνικές εκλογές και το 15,9% του 2019 αντιστοίχως την καλύτερη επίδοση για τους Ciudadanos). Πλέον, όχι πολλά χρόνια μετά, οι Ciudadanos αποσύρονται από την εκλογική κούρσα, ενώ το Podemos επιδίδεται σε έναν αγώνα με στόχο πια όχι τη νίκη, αλλά την επιβίωση.
Πώς φτάσαμε, όμως, έως εδώ;
Η κατάληξη μπορεί να ομοιάζει, η πορεία προς την «κόλαση», όμως, ήταν μάλλον διαφορετική για τις δύο παρατάξεις.
Οι Ciudadanos γεννήθηκαν στην Καταλονία το 2006, κομίζοντας ένα πολιτικό μήνυμα όχι απόσχισης από τη Μαδρίτη, αλλά συμπόρευσης με αυτήν. Από το 2014 και έπειτα θα άρχιζαν να «διαγωνίζονται» και σε εθνικό επίπεδο, πέρα από τα όρια της καταλανικής αυτόνομης κοινότητας. Ηταν η στάση τους, ωστόσο, κατά την περίοδο της καταλανικής κρίσης των ετών 2017 – 2018 που θα τους έκανε γνωστούς διεθνώς. Την περίοδο που ο Κάρλες Πουτζδεμόν έκανε προπαγάνδα υπέρ της απόσχισης, οι Ciudadanos κινούνταν στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Ως νέο κόμμα που ήταν, δεν είχαν στην πλάτη σκάνδαλα για τα οποία θα έπρεπε να απολογηθούν όπως η ισπανική κεντροδεξιά, σκάνδαλα με μίζες όπως για παράδειγμα εκείνο με πρωταγωνιστή τον άλλοτε κομματικό ταμία του PP Λουίς Μπάρθενας το οποίο οδήγησε το 2018 και στην έξοδο του Μαριάνο Ραχόι από την πρωθυπουργία έπειτα από πρόταση μομφής.
Στην πορεία, ωστόσο, από τις εθνικές εκλογές του 2019 και έπειτα, η πορεία των Ciudadanos θα έπαιρνε σταδιακά διαφορετική τροπή. Πολλοί περίμεναν ότι η παράταξη θα έμπαινε το 2019 σε μια συγκυβέρνηση με το PSOE του Σάντσεθ, ωστόσο ο τότε 40χρονος ηγέτης των Ciudadanos Αλμπέρτ Ριβέρα είχε άλλα σχέδια. Προτίμησε να κρατήσει το κόμμα στην αντιπολίτευση, έκανε σκληρή κριτική στον Σάντσεθ από τα δεξιά, παρουσιάστηκε πρόθυμος να συνομιλήσει ακόμη και με το ακροδεξιό Vox, και όλα αυτά με στόχο να βγει ο ίδιος μπροστά ως νέος ηγέτης συνολικά της ισπανικής δεξιάς. Οι κινήσεις του αυτές ωστόσο προκάλεσαν την αντίδραση μερίδας στελεχών, με αποτέλεσμα να αρχίσουν οι παραιτήσεις. Μέσα σε λίγους μήνες, από τον Απρίλιο του 2019 ως τον Νοέμβριο της ίδια χρονιάς, οι Ciudadanos του Ριβέρα είδαν το ποσοστό τους να υποχωρεί από το 15,9% (εκλογές Απριλίου) στο 6,8% (εκλογές Νοεμβρίου) κι έχασαν 47 έδρες, πέφτοντας από τις 57 στις 10. Η κατάρρευση οδήγησε στην παραίτηση του ιδίου του Ριβέρα την ίδια χρονιά, και όπως όλα δείχνουν ήταν η αρχή του τέλους, ενός τέλους το οποίο επισφραγίζεται πια με τη σημερινή ανακοίνωση της μη-συμμετοχής του κόμματος στις επόμενες εθνικές εκλογές.
Διαφορετική ήταν, ωστόσο, η πορεία των Podemos που επέλεξαν το 2020 να ενταχθούν ως ελάσσων εταίρος στην κυβέρνηση του Πέδρο Σάντσεθ υπό το PSOE και… το πλήρωσαν.
Το Podemos γεννήθηκε το 2014 μέσα από το κίνημα των Ισπανών αγανακτισμένων (Indignados), υπό την ηγεσία του Πάμπλο Ιγκλέσιας. Το 2020 μπήκε στην κυβέρνηση, το 2021 είδε τον Ιγκλέσιας να παραιτείται (έπειτα από την απογοητευτική επίδοση της παράταξης στις εκλογές της Μαδρίτης) και έκτοτε συνεχίζει να πέφτει.
Οσο για την ισπανική πολιτική σκηνή, εκείνη δείχνει πια να επιστρέφει στις «εργοστασιακές ρυθμίσεις» του διπολισμού των PP και PSOE, δύο πόλων που παρουσιάζονται πια να συγκεντρώνουν μαζί στις δημοσκοπήσεις πάνω από 55%: περίπου 32% το κεντροδεξιό Λαϊκό Κόμμα και 23% οι Σοσιαλιστές.
Στην τρίτη θέση, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, ακολουθεί το ακροδεξιό Vox με περίπου 15% και στην τέταρτη ένας νεοσυσταθείς συνασπισμός αριστερών δυνάμεων, ονόματι Sumar, υπό την ηγεσία της νυν υπουργού Εργασίας, Γιολάντα Ντίαθ, από τον οποίο όμως έχει μείνει προς το παρόν απ’ έξω το Podemos…