Η Βενετία γνωρίζει καλά πώς να γοητεύει τους ισχυρούς του πλανήτη, σε σημείο που να επιθυμούν να συνδέσουν τις μοναδικές στιγμές τους με το μαγικό σκηνικό της. Η επιλογή του μεγιστάνα Τζεφ Μπέζος και της Λόρεν Σάντσεζ να διοργανώσουν τον γάμο τους εκεί, έχει προκαλέσει αίσθηση και ουκ ολίγες αντιδράσεις. Λίγοι, όμως, γνωρίζουν ότι το ορμητήριο του ζευγαριού και των εκλεκτών καλεσμένων τους στην πόλη έχει άμεση σχέση με την Ελλάδα.


Ενα αριστοκρατικό παλάτι του 16ου αιώνα
Το Palazzo Papadopoli, που σήμερα λειτουργεί ως Aman Venice, θεωρείται σήμερα ένα από τα πιο πολυτελή ξενοδοχεία του κόσμου. Το παλάτι αυτό φέρει ιστορικά ένα ελληνικό επώνυμο και μια ιστορία βαθιά ριζωμένη στις συνδέσεις της Ελλάδας με την ελίτ της Ευρώπης. Δεσπόζει στις όχθες του Canal Grande με την ίδια αρχοντική κομψότητα εδώ και σχεδόν πέντε αιώνες.
Το υπέρλαμπρο κτίριο είναι χαρακτηριστικό της ελληνικής υπερηφάνειας. Μόνο τυχαίο δεν είναι πως, παρ’ ότι στέκει στο κέντρο της πόλης για σχεδόν πέντε αιώνες κι έχει αλλάξει πολλούς ιδιοκτήτες και κατόχους, για τους αυθεντικούς Βενετσιάνους διατηρεί το ελληνικό του επώνυμο. Ακόμα και σήμερα θα βρείτε πολλούς στη Βενετία το αποκαλούν Palazzo Papadopoli, παρά το ότι λειτουργεί εδώ και μια ντουζίνα χρόνια ως πολυτελές ξενοδοχείο της αλυσίδας Aman.
Οι πρώτες πέτρες τοποθετήθηκαν γύρω στο 1560, όταν η πλούσια βενετσιάνικη εμπορική οικογένεια Κοτσίνα ανέθεσε την κατασκευή του στον αρχιτέκτονα Τζιαν Τζιάκομο Ντεϊ Γκρίτζι. Το αποτέλεσμα ήταν ένα από τα πλέον εντυπωσιακά αναγεννησιακά παλάτια της Βενετίας, με μαρμάρινες πρόσοψεις, συμμετρικά τοξωτά παράθυρα και εσωτερικούς χώρους με τοιχογραφίες που έκοβαν την ανάσα.
Η μοίρα του κτιρίου άλλαξε δραστικά τον 19ο αιώνα, όταν πέρασε στα χέρια ενός φιλόδοξου και δραστήριου Έλληνα. Ο Νικόλαος Παπαδόπουλος, γόνος εύπορης ελληνικής οικογένειας από την Κωνσταντινούπολη και μετέπειτα τραπεζίτης στη Βιέννη, αγόρασε το παλάτι το 1864. Μαζί με τον αδελφό του Αντώνιο, ευγενείς πλέον με τον τίτλο «Papadopoli Aldobrandini», πραγματοποίησαν μεγάλες ανακαινίσεις, πρόσθεσαν αίθουσες χορού, επανασχεδίασαν τους ιδιωτικούς κήπους και μετέτρεψαν το παλάτι σε κέντρο κοσμικής ζωής. Ορισμένοι ιστορικοί λένε πως τα βράδια εκεί θύμιζαν μικρές αυλές της Βιέννης, γεμάτες μουσική, πολιτική ίντριγκα και διεθνείς προσωπικότητες.



Ο Νικόλαος Παπαδόπουλος, που αργότερα έγινε γνωστός με την ιταλική μορφή του ονόματός του ως Niccolò Papadopoli, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1841 και μεγάλωσε μέσα σε μια εύπορη ελληνική οικογένεια της διασποράς. Σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες, όμως σύντομα στράφηκε στον χρηματοπιστωτικό τομέα, ακολουθώντας το κύμα των πλούσιων Ελλήνων τραπεζιτών που άκμαζαν τότε στη Βιέννη, τη Βενετία και την ευρύτερη Αυστροουγγρική αυτοκρατορία.
Ήταν φιλόδοξος και εξαιρετικά καλλιεργημένος. Παντρεύτηκε την Ματίλντε Αλντομπραντίνι, ευγενή ιταλικής καταγωγής, και έτσι δημιουργήθηκε ο κλάδος «Papadopoli-Aldobrandini». Εκτός από τραπεζίτης, ο Παπαδόπουλος υπήρξε ενεργός πολιτικός και διπλωμάτης, μέλος της αυλής της Βιέννης και με έντονο ενδιαφέρον για τις τέχνες και τη φιλοσοφία. Χρηματοδότησε υποτροφίες, έργα τέχνης και αρχαιολογικές έρευνες. Το παλάτι παρέμεινε στην οικογένεια για δεκαετίες, σχεδόν μέχρι τον τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Aναγεννησιακή αρχιτεκτονική και αριστοκρατική γοητεία
Στις οροφές του κτιρίου δεσπόζουν ακόμη τοιχογραφίες του Τζιοβάνι Μπατίστα Τιέπολο, του σημαντικότερου Βενετσιάνου ζωγράφου του 18ου αιώνα. Οι βιβλιοθήκες, τα σαλόνια και τα υπνοδωμάτια διατηρούν εκείνο το μυσταγωγικό φως της εποχής των παπικών απεσταλμένων και των αυτοκρατορικών φιλοξενιών.




Μετά από χρόνια σχετικής αχρηστίας στον 20ό αιώνα, το παλάτι αναγεννήθηκε όταν πέρασε στα χέρια της Aman Resorts και μετατράπηκε από το 2013 σε πολυτελές ξενοδοχείο, με μόλις 24 σουίτες, όλες φιλοτεχνημένες με υλικά παλαιάς κοπής και σύγχρονες ανέσεις. Από τότε, έχει φιλοξενήσει αρχηγούς κρατών, σταρ του κινηματογράφου και γαλαζοαίματους. Εκεί ο Τζορτζ Κλούνεϊ έκανε τη δεξίωση του δικού του γάμου το 2014.
Τώρα, ήρθε η σειρά του Τζεφ Μπέζος, του δεύτερου πλουσιότερου ανθρώπου στον κόσμο, να γράψει το δικό του κεφάλαιο στην ιστορία του Palazzo Papadopoli. Αν και ο ίδιος και η Σάντσεζ θα παντρευτούν σε ιδιωτική τελετή σε άλλο σημείο (η οποία άλλαξε, μάλιστα, για λόγους ασφαλείας και διακριτικότητας), οι βασικοί καλεσμένοι και η υψηλή κοινωνία της Silicon Valley θα μείνουν στο παλάτι των Παπαδόπουλων.


Η επιλογή αυτή δεν είναι καθόλου τυχαία. Το Aman Venice είναι ταυτόχρονα φαντασμαγορικό και διακριτικό, ένας συνδυασμός που ακριβώς αντανακλά τον τρόπο με τον οποίο κινείται η νέα παγκόσμια ελίτ: με άκρατο πλούτο αλλά και συνείδηση αισθητικής ιστορίας. Το ξενοδοχείο ανήκει στον διεθνή όμιλο Aman Resorts, γνωστό για τα εξαιρετικά boutique ξενοδοχεία του σε ιστορικές τοποθεσίες με απολύτως περιορισμένο αριθμό δωματίων.
Σήμερα, το ξενοδοχείο διαθέτει 24 μοναδικές σουίτες, πολλές με ζωγραφισμένες οροφές, αυθεντικά παρκέ και παλιά τζάκια. Υπάρχει προφανώς ιδιωτική προβλήτα, για άφιξη με βάρκα απευθείας από το Canal Grande. Από την εποχή του Παπαδόπουλου ακόμα έχουν διατηρηθεί οι εσωτερικοί χώροι με μουσειακά εκθέματα, με βιβλιοθήκη του 19ου αιώνα, αίθουσες χορού και μπαρόκ σαλονάκια που λειτουργούν ως χώροι υποδοχής ή διακριτικής συνάντησης.
Αυτό, όμως, που κάνει το ξενοδοχείο μοναδικό σ’ ολόκληρη τη Βενετία είναι ο ιδιωτικός του κήπος. Σε μια περιοχή όπου κάθε σπιθαμή γης είναι αξιοποιημένη και οικοδομήσιμη, οι μεγάλοι κήποι του παλατιού πάντα φιλοξενούσαν δεξιώσεις, εκδηλώσεις και δείπνα υπό το φως των φαναριών.





Η φιλοσοφία του Aman είναι η «ήσυχη πολυτέλεια»: προσωπικό διακριτικό αλλά πάντα διαθέσιμο (αναλογούν έξι υπάλληλοι σε κάθε ένοικο, μια από τις υψηλότερες αναλογίες στον κόσμο των ξενοδοχείων), υπηρεσίες κατ’ απαίτηση, ιδιωτικότητα απόλυτη. Δεν είναι τυχαίο ότι στην εποχή των υπερπολυτελών resorts, το Aman Venice σπάνια διαφημίζεται. Δεν χρειάζεται. Οι ισχυροί το γνωρίζουν ήδη.
Οι τιμές ξεκινούν από περίπου 2.500€ τη βραδιά, ενώ οι βασιλικές σουίτες (όπως αυτή του Τιέπολο, την οποία κατά πληροφορίες χρησιμοποιεί το μελλόνυμφο ζεύγος) μπορούν να φτάσουν τις 10.000€ τη βραδιά, ειδικά κατά περιόδους υψηλής ζήτησης. Εννοείται ότι για τις ημέρες αυτές έχει κλειστεί κατ’ αποκλειστικότητα από τον Μπέζος, προκειμένου να προσφέρει τη μεγαλύτερη δυνατή άνεση στους υψηλούς του καλεσμένους.