
Για πρώτη φορά βλέπουμε ολοκληρωμένη την εντυπωσιακή τοιχογραφία, μια από τις αξιομνημόνευτες στον κόσμο, που στολίζει τον τάφο του Φιλίππου Β, το μεγαλύτερων και ίσως σημαντικότερο έργο του κλασικού κόσμου που έχει αποκαλυφθεί μέχρι σήμερα. Στην σύνθεση ξεχωρίζουν έξι σκηνές κυνηγιού, σε ανοιχτό χώρο, με μια σειρά από σκυλιά να εφορμούν σε διαφορετικά θηράματα, μια μεταφορική ίσως διάσταση του κυνηγιού που προσομοιάζεται με αυτή του πεδίου μάχης.
Εντύπωση προκαλεί η απεικόνιση του νεαρού να κυνηγού που κάλλιστα θα μπορούσε να παραπέμπει στον Αλέξανδρο, ο οποίος εκείνη την εποχή είχε αναδειχθεί νικηφόρος επιδεικνύοντας τις ξεχωριστές στρατηγικές του ικανότητες στη μάχη της Χαιρώνειας. Η μνημειακών διαστάσεων τοιχογραφία είχε έρθει στο φως με την αποκάλυψη του τάφου του Φιλίππου Β, τον περίφημο βασιλικό τάφο ΙΙ, το 1977 από τον Μανόλη Ανδρόνικο, μαζί με τους ανεκτίμητους θησαυρούς και συνιστά ένα από τα αντιπροσωπευτικότερα έργα του «χρυσού αιώνα» της ελληνικής ζωγραφικής. Το έργο δεν εντυπωσιάζει μόνο με την πολυπλοκότητά του και την εξαίσια αισθητική αλλά και με την τεχνική που παρότι μοιάζει με νωπογραφία είναι ξηρογραφία με επάλληλες στρώσεις χρωμάτων.

Ωστόσο η κακή κατάσταση και διατήρηση της επιφάνειας της δυσκόλευαν τον θεατή να αντιληφθεί όχι μόνο την αξία της αλλά και τις παραστάσεις. Προσπάθειες ακριβούς αποτύπωσης όλων όσων συνέβαιναν σε αυτή την εντυπωσιακή σκηνή κυνηγιού, ένα μοτίβο που επανέρχεται στην τέχνη των Μακεδόνων, είχαν γίνει το 1979 από τον Ανδρόνικο και την ομάδα του αλλά ωστόσο βασιζόταν σε εικασίες και σε όλα όσα είναι γνωστά από τις πηγές. Σήμερα, για πρώτη φορά, με τη βοήθεια της τεχνολογίας, το Υπουργείο Πολιτισμού, η Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και η αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας συνεργάστηκαν με το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών στο ερευνητικό πρόγραμμα «Η τοιχογραφία με το κυνήγι από τον Τάφο ΙΙ στη Βεργίνα: μια καινοτόμος διεπιστημονική προσέγγιση για τη μελέτη και την απεικόνιση ενός ζωγραφικού αριστουργήματος της κλασικής αρχαιότητας», συμμετέχοντας ενεργά σε αυτό.


Το διεπιστημονικό έργο ReVis, με επιστημονική υπεύθυνη την Δρα Χαρίκλεια Μπρεκουλάκη, αποτελεί, επομένως, την πρώτη ολοκληρωμένη και επιστημονικά τεκμηριωμένη μελέτη της τοιχογραφίας των Αιγών, αξιοποιώντας πρωτοποριακές, μη επεμβατικές, διαγνωστικές και απεικονιστικές τεχνικές. Απώτερος στόχος της έρευνας είναι η ακριβέστερη κατανόηση της τεχνικής και της εικονογραφίας της τοιχογραφίας, καθώς και η πρόταση μιας νέας ψηφιακής αποκατάστασης σε φυσικές διαστάσεις, βασιζόμενη στα αρχαιομετρικά δεδομένα της έρευνας και συνδυάζοντας εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης (Χρίστος Σιμάτος, εικαστικός) και σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία (Εμμανουήλ Μπιτσάκης, ζωγράφος). Μέσα από αυτή την καινοτόμο μελέτη έρχονται στο φως νέα στοιχεία για τα αρχαία χρώματα, την τεχνοτροπία και την εικονογραφία της εμβληματικής αυτής τοιχογραφίας των Αιγών, αλλά και γενικότερα για τη μνημειακή ελληνική ζωγραφική του 4ου αι. π.Χ.
Στη διεθνή ημερίδα θα ανακοινωθούν τα αποτελέσματα της έρευνας από όλες τις ομάδες που συμμετείχαν στο έργο και θα παρουσιαστούν οι διαγνωστικές μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν στην επιτόπια εξέταση της τοιχογραφίας, η οποία πραγματοποιήθηκε στον Αρχαιολογικό Χώρο των Αιγών (μνημείο UNESCO) τον Μάρτιο του 2023. Στο τέλος της επιστημονικής ημερίδας, διακεκριμένοι επιστήμονες θα σχολιάσουν τη νέα πρόταση αποκατάστασης της τοιχογραφίας με το κυνήγι (βλ. συνημμένη πρόσκληση και πρόγραμμα).
Το έργο που έλαβε χρηματοδότηση από το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ.) υλοποιείται σε συνεργασία με το Κέντρο Φυσικών Ερευνών «Δημόκριτος», Ινστιτούτο Πυρηνικής και Σωματιδιακής Φυσικής, με επικεφαλής τον Διευθυντή Ερευνών Δρα Ανδρέα Καρύδα, και την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας, με επιστημονική επί τόπου υπεύθυνη την Προϊσταμένη Τμήματος Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και Μουσείων Δρα Αναστασία Γεωργιάδου. Το ReVis έχω εξασφαλίσει πρόσβαση στις προηγμένες τεχνολογικά πειραματικές υποδομές της Ευρωπαϊκής Κοινοπραξίας IPERION-HS/MOLAB.


