Τουλάχιστον απρόθυμοι να ανοίξουν τα πορτοφόλια τους εμφανίζονται οι καταναλωτές στην Ευρωζώνη, με αποτέλεσμα η ανάκαμψη την οποία αναμενόταν να πυροδοτήσουν να τίθεται σε αμφισβήτηση.
Η οικονομία της Ευρωζώνης υπεραπέδωσε το πρώτο μισό του έτους, αλλά έκτοτε φαίνεται να χάνει τον βηματισμό της. Η βιομηχανία εξακολουθεί να πασχίζει και τα νοικοκυριά δεν καταφέρνουν να καλύψουν το κενό, με αποτέλεσμα το οικονομικό κλίμα να κινείται χαμηλότερα από τα προ-πανδημίας επίπεδα.
Με τον πληθωρισμό να προσεγγίζει τον στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για 2%, κάποιοι αξιωματούχοι θεωρούν ότι η ασθενής οικονομία ενισχύει τα επιχειρήματα υπέρ της μείωσης των επιτοκίων, αυτή την εβδομάδα. Όμως, εάν η αδυναμία συνεχιστεί και το 2025, ρίχνοντας τον πληθωρισμό χαμηλότερα από τον στόχο, τότε επενδυτές και αναλυτές θεωρούν ότι θα χρειαστεί μια πιο δραματική χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής.
«Η αδύναμη ανάπτυξη φαίνεται να προβληματίζει περισσότερο την ΕΚΤ τελευταία», λέει στο Bloomberg ο Simon Wells, επικεφαλής οικονομολόγος της HSBC για την Ευρώπη. «Επομένως, η αδύναμη κατανάλωση θα μπορούσε να ωθήσει τους χαράσσοντες την πολιτική προς μια πιο χαλαρή κατεύθυνση».
Θεωρητικά, τα στοιχεία «δείχνουν» προς μία καταναλωτική ανάκαμψη. Ο πληθωρισμός έχει αποκλιμακωθεί στο 2,2% από το υψηλό του 10,6%, η ανεργία διαμορφώνεται σε ιστορικό χαμηλό, τα εισοδήματα αυξάνονται πιο γρήγορα από ό,τι οι τιμές και η μείωση του κόστους δανεισμού κάνει τα στεγαστικά δάνεια φθηνότερα.
Παρόλα αυτά, όμως, οι καταναλωτικές δαπάνες εμφανίζονται ασθενείς. Και αυτό, παρά την ώθηση από το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου στη Γερμανία και του Ολυμπιακούς Αγώνες στη Γαλλία. Η κατανάλωση των νοικοκυριών μειώθηκε κατά 0,1% το δεύτερο τρίμηνο, έδειξαν τα στοιχεία της Eurostat.
Στη Γερμανία μειώθηκε ακόμα περισσότερο, καθώς η καταναλωτική εμπιστοσύνη πλήττεται από τις απολύσεις και τις χρεοκοπίες επιχειρήσεων. Η ανακοίνωση της Volkswagen ότι σκοπεύει να κλείσει εργοστάσια για πρώτη φορά στα 87 χρόνια της ιστορίας της, αποτελεί ένα ακόμα χτύπημα.
Οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου τα πηγαίνουν καλύτερα, αλλά και αυτές αντιμετωπίζουν δυσκολίες, όπως για παράδειγμα στην Ιταλία και την Ισπανία, όπου οι κυβερνήσεις αίρουν τα μέτρα στήριξης έναντι της ακρίβειας.
«Τα νοικοκυριά ίσως να περιμένουν λιγότερο υποστηρικτική δημοσιονομική πολιτική τον επόμενο χρόνο, καθώς κάθε οικονομία πρέπει να κάνει προσπάθειες να μειώσει το χρέος της», λέει στο Bloomberg η Laurine Pividal, οικονομολόγος της Coface.
Με τα πραγματικά εισοδήματα των νοικοκυριών να παραμένουν κολλημένα κάτω από τα επίπεδα του 2019, οι πιέσεις στην κατανάλωση δεν προκαλούν εντύπωση, σημειώνει η Fitch Ratings, αν και εξακολουθεί να θεωρεί ότι υπάρχουν οι συνθήκες για μια ανάκαμψη.
Πολλοί εξακολουθούν να προβλέπουν την αναβίωση των καταναλωτικών δαπανών, αν και κάπως πιο αργά από ό,τι ήλπιζαν αρχικά.
Οι υψηλότερες αμοιβές θα αρχίσουν όλο και περισσότερο να αποτυπώνονται στις δαπάνες των νοικοκυριών, είχε εκτιμήσει τον Αύγουστο η Bundesbank.
Όπως εξηγεί ο Dorian Roucher, οικονομολόγος της γαλλικής στατιστικής υπηρεσίας Insee, οι καταναλωτές προσάρμοσαν την συμπεριφορά τους πολύ γρήγορα στην αύξηση των τιμών, αλλά την αναπροσαρμόζουν μόνο σταδιακά τώρα που ο πληθωρισμός μειώνεται.