Σχεδόν μία εβδομάδα μετά την κινηματογραφική διάρρηξη στο Μουσείο του Λούβρου, δύο άνδρες συνελήφθησαν και τέθηκαν υπό κράτηση ως ύποπτοι για την υπόθεση.
Η σύλληψή τους το Σάββατο το βράδυ, επιβεβαιώθηκε επίσημα σήμερα, Κυριακή. Οι πρώτες σχετικές πληροφορίες για την πρόοδο στην αστυνομική έρευνα ήρθαν στη δημοσιότητα από γαλλικά Μέσα, μεταξύ των οποίων τα Paris Match και Le Parisien.
Η εισαγγελέας του Παρισιού Λορ Μπεκό δήλωσε σε ανακοίνωσή της το πρωί ότι «ερευνητές της αστυνομίας πραγματοποίησαν συλλήψεις το βράδυ του Σαββάτου».
Σύμφωνα με την εφημερίδα Le Monde, ένας από τους δύο υπόπτους είναι Γάλλος υπήκοος, ενώ ο άλλος έχει διπλή γαλλοαλγερινή υπηκοότητα.
Ο τελευταίος συνελήφθη το Σάββατο γύρω στις 10 μ.μ. (τοπική ώρα) στο αεροδρόμιο Ρουασί-Σαρλ ντε Γκωλ στο Παρίσι, καθώς ετοιμαζόταν να επιβιβαστεί σε πτήση προς την Αλγερία.
Οι δύο ύποπτοι παρακολουθούνταν για αρκετές ημέρες από την αστυνομία, με την ελπίδα πως οι κινήσεις τους θα οδηγούσαν στα ίχνη των κλοπιμαίων, καθώς και των συνεργών τους. Στη συνέχεια όμως, η αστυνομία επιτάχυνε τις επιχειρήσεις. Ο δεύτερος ύποπτος συνελήφθη ταυτόχρονα, στο προάστιο Σεν Σαν Ντενί του Παρισιού.
Γνωστοί στην αστυνομία
Και οι δύο, ηλικίας περίπου 30 ετών, ήταν γνωστοί στην αστυνομία για κλοπές, σύμφωνα με πηγή της Le Monde. Η κράτησή τους για οργανωμένη κλοπή και εγκληματική συνωμοσία μπορεί να διαρκέσει έως και 96 ώρες.
Σε αυτό το στάδιο της έρευνας, η αστυνομία επιδιώκει να εντοπίσει τα πολύτιμα κοσμήματα που εκλάπησαν, η αξία των οποίων εκτιμάται πως φτάνει στα 88 εκατ. ευρώ, καθώς και στον εντοπισμό των συνεργών τους. Ο Γάλλος υπουργός Εσωτερικών Λοράν Νινιές έδωσε τα «θερμά του συγχαρητήρια στους ερευνητές που εργάστηκαν ακούραστα» για την υπόθεση, με μήνυμά του στο X το πρωί.
Η εισαγγελέας του Παρισιού από πλευράς της, «εξέφρασε λύπη» για την αποκάλυψη των πληροφοριών από τον Τύπο, η οποία, όπως ανέφερε, «θα μπορούσε να δυσχεράνει τις προσπάθειες των περίπου 100 αστυνομικών, οι οποίοι συμμετέχουν στην αναζήτηση τόσο των κλεμμένων κοσμημάτων όσο και των δραστών».
Διευκρίνισε ότι η εισαγγελία θα παράσχει «πρόσθετες πληροφορίες» για την υπόθεση στο τέλος της περιόδου αστυνομικής κράτησης των συλληφθέντων.
Την Κυριακή 19 Οκτωβρίου, γύρω στις 9:30 π.μ., τέσσερα άτομα έστησαν ανυψωτικό έξω από το Μουσείο του Λούβρου και δύο από αυτούς, φορώντας μάσκες, εισέβαλαν στην γκαλερί «Απόλλων». Αφού έσπασαν προθήκες που περιείχαν τα κοσμήματα, χρησιμοποιώντας τροχούς, οι κλέφτες διέφυγαν με δύο σκούτερ που οδηγούσαν οι συνεργοί τους.
«Πάντα βρίσκουμε τους κλέφτες»
Η διάρρηξη, η οποία έγινε viral σε ολόκληρο τον κόσμο, διήρκεσε συνολικά επτά έως οκτώ λεπτά. «Ελήφθησαν πάνω από 150 δείγματα DNA» στο σημείο, ανακοίνωσε η Λορ Μπεκό την Πέμπτη. Κατά τη διαφυγή τους, οι δράστες άφησαν πίσω τους γάντια, κράνος, δύο τροχούς, κίτρινο γιλέκο και φορητό ραδιόφωνο, από τα οποία επίσης ελήφθησαν δείγματα. Δεν είχαν χρόνο να βάλουν φωτιά στο ανυψωτικό, το οποίο εξετάστηκε επίσης από την αστυνομία.
Η εισαγγελέας εξήγησε ακόμη ότι η βιντεοεπιτήρηση «κατέστησε δυνατή την παρακολούθηση» της διαδρομής των δραστών τόσο στο Παρίσι όσο και σε γειτονικές περιοχές. Επίσης, εικόνες των κινήσεων των δραστών ήταν διαθέσιμες από δημόσιες και ιδιωτικές κάμερες (αυτοκινητόδρομους, τράπεζες, επιχειρήσεις κ.λπ.), πρόσθεσε. Αυτά τα στοιχεία κατέστησαν δυνατή την αναγνώριση των δύο υπόπτων που συνελήφθησαν, σύμφωνα με την εισαγγελία.
Εκτός από το στέμμα της αυτοκράτειρας Ευγενίας, το οποίο βρέθηκε κατεστραμμένο, οι ερευνητές δεν έχουν ακόμη εντοπίσει ίχνος των υπόλοιπων κοσμημάτων που εκλάπησαν.
«Πάντα καταλήγουμε να βρίσκουμε τους κλέφτες», δήλωσε ο Λοράν Νινιές σε συνέντευξή του που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα La Tribune Dimanche. «Δυστυχώς, η λεία συχνά βγαίνει στο εξωτερικό. Ελπίζω να μην έχει συμβεί το ίδιο σε αυτή την περίπτωση, παραμένω αισιόδοξος», πρόσθεσε. Οι αρχές ανησυχούν πως οι δράστες θα μπορούσαν να έχουν αφαιρέσει διαμάντια και πολύτιμους λίθους και να έχουν ήδη λιώσει τα κοσμήματα.





