Ακουστικούς αισθητήρες μέσα σε δάση τοποθέτησαν επιστήμονες του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ στο πλαίσιο της δράσγς «Εφαρμογή επίγειων οπτικών και ακουστικών αισθητήρων σε προστατευόμενες περιοχές της Ελλάδας για τη παρακολούθηση της πανίδας και των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων».
Η ακουστική παρακολούθηση του δάσους επιτρέπει μεταξύ άλλων την ανίχνευση πυροβολισμών από λαθροθήρες.
Τα ευρήματα που προέκυψαν από 18 μικρόφωνα που τοποθετήθηκαν σε έκταση 1.700 τετραγωνικών χιλιομέτρων στη Ροδόπη παρουσίασε σε διαδικτυακή εκδήλωση ο ερευνητής του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών Δρ Χρήστος Αστάρας.
«Οι αισθητήρες τοποθετήθηκαν δειγματοληπτικά σε περιοχές NATURA και Καταφύγια Άγριας Ζωής (ΚΑΖ) και από τον Ιούλιο του 2019 έως τον Ιανουάριο του 2020 κατέγραφαν όλο το 24ωρο. Όταν πήραμε τα στοιχεία και «τρέξαμε» τους σχετικούς αλγόριθμους, ανιχνεύσαμε πάνω από 2,500 πυροβολισμούς σε 12 από τους 18 αισθητήρες», ανέφερε ο κ. Αστάρας.
Πυροβολισμοί σε Καταφύγια Άγριας Ζωής
Όπως προέκυψε, πολύ μικρό ποσοστό των πυροβολισμών (0,5%) ήταν εκτός κυνηγετικής περιόδου. Οι πυροβολισμοί αυτοί πάντως δεν αποδίδονται αναγκαστικά σε λαθροθηρία, επισήμανε ο ερευνητής. Συνήθως καταγράφονται κοντά σε στάνες, κάτι που σημαίνει ότι ίσως προήλθαν από κτηνοτρόφους που πυροβολούν για να διώχνουν λύκους.
«Από το σύνολο όμως των πυροβολισμών, το 3,3% ήταν εκτός ωραρίου, δηλαδή μισή ώρα πριν από την ανατολή του ηλίου και μισή ώρα μετά τη δύση, ενώ περίπου 17% έγιναν εντός Καταφυγίων Άγριας Ζωής», τόνισε ο κ. Αστάρας. Παράλληλα, εντός του παρθένου δάσους του Φρακτού καταγράφηκαν 13 πυροβολισμοί κοντά στα σύνορα με τη Βουλγαρία που, σύμφωνα με τους μελετητές, στόχευαν είτε στο αγριόγιδο είτε στο κόκκινο ελάφι.
Τρεις ακουστικοί αισθητήρες τοποθετήθηκαν και στο Εθνικό Πάρκο Δέλτα του Έβρου κατά τη διάρκεια ολόκληρης της κυνηγετικής περιόδου 2019-2020, κατά την οποία ανιχνεύθηκαν 43.000 πυροβολισμοί. «Το ανησυχητικό είναι», τόνισε ο κ. Αστάρας, «ότι οι πυροβολισμοί ήταν 40% εκτός ωραρίου, δηλαδή υπήρχαν νόμιμοι κυνηγοί σε νόμιμες περιοχές αλλά κυνηγούσαν πριν χαράξει και πολύ μετά που δύει ο ήλιος, οπότε δεν μπορείς να ξεχωρίσεις τα προστατευόμενα είδη».
Αλγόριθμοι ανίχνευσης συμβάντων
Οι αισθητήρες για την παθητική ακουστική παρακολούθηση είναι σαν… αυτιά στο δάσος αφού, όπως εξηγεί ο κ. Αστάρας, καταγράφουν το σύνολο των ήχων της περιοχής, που αποτελούνται από ανέμους, τη ροή ενός ποταμού, βροχή, αστραπές, τα καλέσματα των ζώων και τους ήχους που προκαλεί ο άνθρωπος, όπως ένα μαρσάρισμα από μοτοσυκλέτα ή πυροβολισμοί.
«Οι ακουστικοί αισθητήρες ακούνε πάνω – κάτω ό τι ακούει και ένα ανθρώπινο αυτί. Καταγράφουν το ηχοτοπίο σε κάρτες μνήμης αλλά ειδικά, όταν καταγράφουν συνεχόμενα, το πρόβλημα είναι ότι πνίγεσαι σε δεδομένα», επισημαίνει ο κ. Αστάρας.
Πολύτιμη βοήθεια στην κατανόηση των δεδομένων αποτελούν οι αυτόματοι αλγόριθμοι ανίχνευσης περιστατικών, χωρίς τους οποίους η ικανότητα αξιοποίησης της ακουστικής παρακολούθησης θα ήταν πολύ μειωμένη.
«Για παράδειγμα, ειδικά για τους πυροβολισμούς, σκανάρουν γρήγορα τα ακουστικά σου δεδομένα- μέσα σε μερικές ώρες μπορούν να σκανάρουν 3-4 μήνες δεδομένων- και σού δίνουν κάποια δυνητικά αποτελέσματα. Βέβαια δεν υπάρχει ένας τέλειος αλγόριθμος, θέλουμε όμως αποδοτικούς αλγόριθμους και στο πλαίσιο του έργου είχαμε σχετικούς για πυροβολισμούς, για αιγοπρόβατα και σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Τεχνολογίας και Έρευνας στην Κρήτη, αναπτύξαμε τον δικό μας αλγόριθμο για αλυσοπρίονα», αναφέρει ο κ. Αστάρας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ