Οι Ελληνίδες κάνουν όλο και λιγότερα παιδιά σε όλο και μεγαλύτερη ηλικία: Η μεγάλη… κατρακύλα των γεννήσεων ξεκινά από το 1990, ωστόσο το «παράδοξο», στο οποίο έχουν βρεθεί μπροστά οι δημογράφοι, είναι ότι παρόλο που το σύνολο των γεννήσεων έχει μειωθεί κατά 30%, οι γεννήσεις προερχόμενες από γυναίκες ηλικίας άνω των 40 ετών πενταπλασιάσθηκαν. Μάλιστα, τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: Οι γεννήσεις από μητέρες μεγαλύτερης ηλικίας ήταν μόλις 1,4% του συνόλου στις αρχές της δεκαετίας του ’90, για να φτάσει το 2023 – 2024 κοντά στο 9%. Διπλασιασμός καταγράφηκε και στις γεννήσεις από γυναίκες ηλικίας 30-39 ετών, αντίθετα οι γεννήσεις από γυναίκες στη δεκαετία των 20 (20–29) ίσως και λίγο νωρίτερα… έπιασαν πάτο.
Σύμφωνα με τον πρώην διευθυντή του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων (ΕΔΚΑ) του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και ιδρυτικό μέλος του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών (ΙΔΕΜ) Βύρωνα Κοτζαμάνη, η «έκρηξη» των μετά τα 39 έτη γεννήσεων, οφείλεται κατά βάση στη μετατόπιση – για διάφορους λόγους – της ηλικίας απόκτησης παιδιών σε όλο και μεγαλύτερη ηλικία. Ωστόσο, την τελευταία δεκαετία, καθοριστικό ρόλο έπαιξε και η πρόοδος των τεχνικών υποβοηθουμένης γονιμότητας και η προσφυγή σε αυτές ενός όλο και μεγαλύτερου αριθμού ζευγαριών.
Παρά την πρόοδο που έχει σημειώσει ο τομέας της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και τη διευρυμένη πρόσβαση σε αυτόν, φαίνεται, σύμφωνα με τους επιστήμονες, πως δεν πρόκειται να οδηγήσουν τις δυο επόμενες δεκαετίες σε μια αύξηση των προερχομένων από γυναίκες 40 ετών και άνω γεννήσεων.
«Το πλήθος των γυναικών των ηλικιών αυτών, εν απουσία μετανάστευσης, θα μειωθεί σημαντικά – κατά 35% ανάμεσα στο 2022 και το 2042. Η ανακοπή των πτωτικών τάσεων και η ανόρθωση των δεικτών γονιμότητας και των γεννήσεων είναι ανέφικτη, εάν δεν δημιουργηθεί στη χώρα μας ένα εξαιρετικά ευνοϊκό για τη δημιουργία οικογένειας και την απόκτηση του επιθυμητού αριθμού παιδιών περιβάλλον που θα επιτρέψουν στις νεότερες γενεές να φέρουν στον κόσμο τον αριθμό των παιδιών που επιθυμούν», σημειώνει ο Κοτζαμάνης.
Οικογένειες
Στο μεταξύ, εντυπωσιακά είναι τα στοιχεία που αφορούν τις οικογένειες, τα οποία συμπεριλαμβάνονται στην πρόσφατη δημοσίευση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής από την απογραφή πληθυσμού – κατοικιών 2021.
Είναι χαρακτηριστικό πως την ώρα που τα παντρεμένα ζευγάρια με παιδιά καταγράφουν μείωση της τάξης του 10,7% συγκριτικά με 10 χρόνια πριν, οι συμβιούντες με παιδιά, ζευγάρια, δηλαδή, που απέκτησαν παιδιά αλλά δεν ανέβηκαν τα σκαλιά της εκκλησίας ή του δημαρχείου, εκτοξεύτηκαν στους 26.684, σημειώνοντας αύξηση 116,6%! Ενισχυμένες αριθμητικά εμφανίζονται και οι μονογονεϊκές οικογένειες, καθώς εκείνες με μόνη μητέρα έφτασαν τις 411.340 (αύξηση 5,7%) ενώ με μόνο πατέρα τις 87.430, καταγράφοντας αύξηση 17,5%.
Την ίδια στιγμή, επιβεβαιώνεται πως η απόκτηση παιδιών γίνεται μετ’ εμποδίων, καθώς μείωση καταγράφουν οι οικογένειες ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών. Ετσι, οι οικογένειες με δύο παιδιά μειώθηκαν κατά 9,3%, όπως και οι οικογένειες με τρία παιδιά ενώ εκείνες που έχουν από τέσσερα και πάνω κατέγραψαν μείωση 8%. Εκπληξη, πάντως, αποτελεί το ποσοστό των οικογενειών με πάνω από τέσσερα παιδιά στην Αττική, που σύμφωνα με τα στοιχεία αυξήθηκαν κατά 2%.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία της απογραφής, τα νοικοκυριά στην ελληνική επικράτεια έφτασαν τα 4.332.448, καταγράφοντας αύξηση 4,8% σε σχέση με την προηγούμενη απογραφή. Σε ό,τι δε, αφορά το επίπεδο εκπαίδευσης, σχεδόν 6 στους 10 έλληνες πολίτες (και των δύο φύλων) έχουν ολοκληρώσει πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση ενώ λιγότεροι από 20% έχουν αποκτήσει πτυχίο τριτοβάθμιας ςκπαίδευσης.
Εργαζόμενοι
Με τα στοιχεία της απογραφής να «σκιαγραφούν» το προφίλ του έλληνα πολίτη, προκύπτει πως οι εργαζόμενοι στη χώρα μας αγγίζουν τα 4 εκατομμύρια, με το 76% να απασχολούνται στον τριτογενή τομέα και μόλις το 9,1% στον πρωτογενή, δηλαδή με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Την ίδια στιγμή, οι έλληνες συνταξιούχοι είναι μια… ισχυρή κοινωνική ομάδα, καθώς αριθμεί περίπου 2,5 εκατομμύρια άτομα ενώ με τα οικιακά ασχολούνται λίγο παραπάνω από ένα εκατομμύριο Ελληνες και Ελληνίδες. Οσο για εκείνους που κάθονται στα θρανία και τα πανεπιστημιακά έδρανα, αυτοί φτάνουν σχεδόν το 1.800.000.