Σημαντικές δυσκολίες που θα επιβαρύνουν το κλίμα και το 2025 αναμένεται να αντιμετωπίσουν τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, επηρεάζοντας ιδίως την αυτοκινητοβιομηχανία και τον τραπεζικό κλάδο. Ηδη, οι ευρωαγορές είχαν σαφώς χαμηλότερη επίδοση από τους «ανταγωνιστές» τους διεθνώς, μένοντας πολύ πίσω σε σύγκριση με τη Wall Street το 2024, λόγω έλλειψης τεχνολογικών καινοτομιών, πολιτικής αστάθειας, επιβράδυνσης της Κίνας και γεωπολιτικών εντάσεων. Τώρα, ελλοχεύουν επιπλέον κίνδυνοι, όπως το ενδεχόμενο επιβολής δασμών στις ΗΠΑ, η πορεία της Κίνας, αλλά και η κατάληξη της πολιτικής αναστάτωσης σε Γαλλία και Γερμανία, που κατά πάσα πιθανότητα θα συνεχίσουν να επιβαρύνουν το επενδυτικό περιβάλλον.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τους δασμούς από τη νέα κυβέρνηση του Donald Trump, οι προοπτικές της ευρωπαϊκής οικονομίας συνδέονται στενά με τις παγκόσμιες αγορές, με αποτέλεσμα πολλές εταιρείες, ιδιαίτερα στη Γερμανία, να εξαρτώνται έντονα από τα έσοδα της δραστηριότητάς τους στο εξωτερικό. Ο Trump έχει απειλήσει για δασμούς στις γερμανικές εταιρείες αυτοκινήτων αν δεν μεταφέρουν την παραγωγή τους στις ΗΠΑ.
Παρότι ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ δεν έχει επιβεβαιώσει αν θα υπάρξουν δασμοί στις εισαγωγές από την Ευρωζώνη, οι μετοχές του κλάδου των αυτοκινήτων κατέγραψαν κατακόρυφη πτώση όταν προανήγγειλε δασμούς σε Καναδά, Μεξικό και Κίνα. Αν πράγματι επιβληθούν δασμοί, τότε το μεγαλύτερο «χτύπημα» θα δεχθεί η αυτοκινητοβιομηχανία, που δέχεται ήδη πίεση από τον πόλεμο στην Ουκρανία και την εξασθένηση της ζήτησης από την Κίνα.
Συγκεκριμένα, η πορεία της κινεζικής οικονομίας αποτέλεσε μεγάλο «βαρίδι» για τις ευρωαγορές, ιδίως τον κλάδο της πολυτέλειας, το 2024, και είναι πιθανό να συνεχίσει να επηρεάζει την επίδοσή τους και το νέο έτος, καθώς παρά τα μέτρα τόνωσης που ανακοινώθηκαν πρόσφατα, η πορεία ανάκαμψής της είναι αβέβαιη.
«Αν οι κινεζικές αρχές δεν στραφούν προς την τόνωση της εγχώριας ζήτησης, τα μέτρα στήριξης δεν είναι πιθανό να πυροδοτήσουν μία σταθερή ενίσχυση στις ευρωπαϊκές αγορές, και ο θετικός αντίκτυπος των μέτρων αυτών θα είναι σχετικά περιορισμένος», δήλωσε ο Michael Brown, επικεφαλής οικονομολόγος στην Pepperstone London, σύμφωνα με το Euronews.
Σε κάθε περίπτωση, οι κίνδυνοι παραμένουν, δεδομένου ότι ένας εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω υποτίμηση του κινεζικού γουάν, επιδεινώνοντας την καταναλωτική δύναμη των Κινέζων και τη ζήτηση για ευρωπαϊκά προϊόντα.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι η πολιτική αβεβαιότητα σε Γαλλία και Γερμανία θα συνεχίσει να επηρεάζει τις ευρωαγορές. Η γαλλική αγορά είχε τη χειρότερη επίδοση ανάμεσα στις μεγάλες οικονομίες, με τον χρηματιστηριακό δείκτη CAC 40 να καταγράφει πτώση φέτος σε αντίθεση με το ράλι σε ΗΠΑ και Ασία. Η Γαλλία συνεχίζει να παλεύει με την εκτίναξη του κρατικού χρέους και το πολιτικό αδιέξοδο σε ό,τι αφορά τον προϋπολογισμό του 2025.
Στη Γερμανία, πάντως, ο δείκτης DAX ακολούθησε τις παγκόσμιες τάσεις και άγγιξε νέα υψηλά χάρη στην εξαιρετική επίδοση των κλάδων της τεχνολογίας και της άμυνας. Οι επενδυτές, όμως, θα παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις στις πρόωρες ομοσπονδιακές εκλογές του Φεβρουαρίου μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης συνασπισμού.
Σε κάθε περίπτωση, η έλλειψη σταθερής ηγετικής δύναμης στις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης αναμένεται να επιβαρύνει το κλίμα στα χρηματιστήρια και το 2025.