Ένα φρικτό έγκλημα διαβάζουν οι αναγνώστες του «Νεολόγου» των Πατρών στο φύλλο της 21ης Ιουνίου 1911 ο «Νεολόγος». Στην τρίτη σελίδα της εφημερίδας, υπάρχει η είδηση με τον τίτλο «Φρικαλέον κακούργημα – Υλοτόμος φονεύων τρεις δι’ 60 δραχμάς». Πρόκειται το τριπλό φονικό που έγινε στην Αμφιλοχία (Καρβασαρά τότε), με δράστη έναν υλοτόμο και θύματα έναν 55χρονο, μια 35χρονη και μια 15χρονη.
«Φοβερόν κακούργημα διεπράχθη προχθές την μεσημβρίαν εν Καρβασαρά, προξενήσαν κατάπληξιν και φρίκην καθ’ όλην την Ακαρνανανίαν, όπου μετ’ ολίγον μετεδόθησαν αι άγριαι λεπτομέρειαι αυτού. Εις υλοτόμος, ο Χρήστος Τ. εφόνευσε τον έμπορον Παντελήν Ν. εντός της οικίας του, επλήγωσε θανασίμως την σύζυγόν του Αικατερίνην και εφόνευσε και την μικράν υπηρέτριάν του Χρυσάνθη δια τινα χρηματικήν διαφοράν εξήκοντα δραχμών.»
Η διαφορά
Ο συντάκτης του «Νεολόγου» εξιστορεί τι είχε συμβεί μεταξύ των δύο ανδρών πριν το φονικό ως εξής: «Ο Παντελής Ν. γωστότατος έμπορος ξυλανθράκων εν Καβασαρά, είχε προσλάβει προ τινός χρόνου εις την υπηρεσίαν του τον εκ Βουλγαρελίου της Άρτης υλοτόμον Χρήστον Τ. επί μικρά αμοιβή. Ο Τ. ειργάζετο, ελπίζων, ότι θα ελάμβανε παρά του Ν. τον συμφωνηθέντα μισθόν. Αλλ’ αι ελπίδες του διεψεύσθησαν υπό των πραγμάτων. Και έλαβε μεν κατά το διάστημα, καθ’ ο ειργάσθη υπό του Ν. διάφορα μικρά ποσά, αλλά όταν επρόκειτο να φύγη, ο Νεμπάρης δεν ήθελε να τω πληρώση εξήκοντα δραχμάς, ας ώφειλεν εις αυτόν. Ο Τ., περιβαλλόμενος υπό πολλών αναγκών, προ παντός δε μη έχων ενδύματα, προσέφυγε κα’ επανάληψιν εις τον Ν., ζητών παρ’ αυτού το κθυστερούμενον ποσόν των εξήκοντα δραχμών. Ούτως όμως ηρνείτο να πληρώση, ισχυριζόμενος ότι δεν ώφειλε τίποτε εις τον υλοτόμον. Κατόπιν δε της αρνήσεώς του ο Τ. ηναγκάσθη να απευθυνθή εις τον αστυνόμον Καρβασαρά υπομοίραχον κ. Δημητρίου, ον παρεκάλεσεν, όπως επέμβη παρά των κ. Ν. προς εξόφλησιν του λ)σμού. Ο κ. Δημητρίου επενέβη και ο Ν., τον οποίον είδεν, εδέχθη να πληρώση την οφειλήν του εις τον Τ.». Ωστόσο, ο έμπορος – όπως μας πληροφορεί το ρεπορτάζ – δεν τήρησε την υπόσχεσή του προς τον αστυνόμο την οποία έδωσε δυο φορές. Αλλά ούτε την Τρίτη φορά που ο υλοτόμος πήγε για να πάρει τα λεφτά του, ο έμπορος αντί να του τα δώσει, του απάντησε ότι «θα εξήταζε τους λ)σμούς διά να ιδή αν τω οφείλε πράγματι τας 60 δραχμάς».
Η μοιραία συνάντηση
Αν και, όπως γράφει ο «Νεολόγος», ο υλοτόμος εξοργίστηκε από τη στάση του πρώην αφεντικού του, συμφώνησε να τον επισκεφθεί το μεσημέρι της Κυριακής και αφού ο τελευταίος είχε κοιτάξει τα βιβλία του για να διαπιστώσει εάν χρώσταγε τις 60 δραχμές. Πράγματι, ο υλοτόμος στη μία μετά το μεσημέρι της Κυριακής βρέθηκε στο σπίτι του εμπόρου, που έμελε να γίνει η σκηνή του τριπλού φονικού, και όπως γράφει το ρεπορτάζ της εποχής: «Ήρχισε συζητών μετ’ αυτού δια την οφειλήν των 60 δραχμών. Ο Ν. εξήτασε τα βιβλία του και μετά την εξέτασιν, ανήγγειλεν εις τον Τ. ότι δεν τω εχρεώστει τας 60 δραχμάς. Ο Τ. εταράχθη ακούσας ταύτα και είπε:
Μα μου τα χρωστάς κυρ Παντελή. Θέλω να μου δώσης τα λεφτά μου!
Δεν σου χρεωστώ τίποτε, απάντησεν ο Ν.
Ο Τ. εξηγείρετο ολοέν και μετά πάροδον ολίγων λεπτών της ώρας έκφρων γενόμενος, ανασπά την μάχαιράν του και πλήττει δι’ αυτής τον Ν., ο οποίος εκραύγασε, καλών εις βοήθειαν. Αλλ’ ο Τ. μαινόμενος, έπληξε εξάκις τον Ν., τον οποίον απετελείωσε».
Ο φόνος της συζύγου και της υπηρέτριας
Η αναπάντεχη επίθεση του υλοτόμου εναντίον του εμπόρου και οι εκκλήσεις του τελευταίου σε βοήθεια, προκάλεσαν πανικό και φόβο στο σπίτι στο οποίο βρίσκονταν η σύζυγος του θύματος, τα δυο τους παιδιά και η υπηρέτρια. Όπως περιγράφει ο συντάκτης του «Νεολόγου» των Πατρών: «Εις τας φωνάς του θύματος, έσπευσεν η σύζυγός του Αικατερίνη, μία ευειδέστατη γυνή. Έσπευσε δια να βοηθήση τον ατυχή σύζυγόν της κρεουργούμενον υπό του απαισίου υλοτόμου, αλλά και εφώναζε καλούσα τους γείτονας εις βοήθειαν. Όταν όμως επλησίασε τον κακούργον, ούτος έτρεξε και διά της μαχαίρας έπληξε ταύτη εις την κοιλίαν. Ήτο δε φοβερόν το κατενεχθέν τραύμα. […]. Καθ’ ην δε στιγμήν ώραμα και κατά των μικρών παιδιών, η δεκαπενταετίς υπηρέτρια της οικογένειας, ονόματι Χρυσαυγή, έτρεξε φωνάζουσα, δια να κατέλθη την κλίμακα και ειδοποιήση την αστυνομικήν αρχήν, όπως συλλάβη τον κακούργον και εμποδίση την εξακολούθησιν της αιματοχυσίας. Αλλ’ ο τρομερός υλοτόμος εγκατέλειψε τότε τους παίδας και επέπεσαν κατά της υπηρετρίας, την οποίαν συνήντησε παρά την κλίμακα. Η μικρά κόρη εκραύγαζε και ο κακούργος ενέπηξε μεθ’ ομρής την μάχαιράν του εις τον λαιμόν της, αφήσας αυτήν άπνουν. Τότε πλέον ήσυχος, αφ’ ου εξώντωσε το ανδρόγυνον και την υπηρέτριαν έτρεξε και κατήλθεν της οικίας, κρατών την μάχαιραν αιμοστάζουσαν».
Η παράδοση του δράστη
Όπως διαβάζουμε στο ίδιο ρεπορτάζ ο υλοτόμος αμέσως μετά την πράξη του και υπό τα φοβισμένα βλέμματα των γειτόνων που είχαν βγει από τα σπίτια τους από τις φωνές, πήγε στην αστυνομία και παραδόθηκε. «… ούτος εισήλθεν εις το αστυνομικόν κατάστημα και παρεδόθη ει τον αστυνόμον κ. Δημητρίου, ομολογήσας το έγκλημά του και ισχυρισθείς, ότι δεν ηδύνατο να υποφέρη πλέον την δυστροπίαν του Ν. και εφόνευσε αυτόν, ως και την γυναίκα του».
Τα θύματα
Όπως διαβάζουμε στο ίδιο ρεπορτάζ ο έμπορος ήταν 55 ετών «εύπορος κατά τι, αλλ’ ολίγον δύστροπος εις τας δοσοληψίας του», η σύζυγός του «ωραία γυνή ηλικίας 35 ετών» και η υπηρέτρια Χαραυγή «καλή κόρη, ήγε το δέκατον πέπτον έτος της ηλικίας της». Όσο για τον δράστη αυτός περιγράφεται ως «σωματώδης τις υλοτόμος, άγριος την θέαν».