Η ακρίβεια δεν είναι απλώς μια οικονομική έννοια ή ένας αριθμός στις στατιστικές. Είναι το καθημερινό άγχος για εκατομμύρια νοικοκυριά. Είναι το καρότσι που γεμίζει ολοένα πιο δύσκολα ή δεν γεμίζει καν κάθε εβδομάδα. Είναι το βλέμμα στο ταμείο του σουπερμάρκετ ή τον πάγκο της λαϊκής που παγώνει μπροστά στον λογαριασμό και ενίοτε αναγκάζει το χέρι να βγάλει κάποια προϊόντα από τη σακούλα. Από το γάλα και το κρέας μέχρι τα ψάρια, τη σοκολάτα ή το ψωμί και φυσικά το λάδι, σχεδόν κανένα βασικό αγαθό δεν έχει μείνει ανεπηρέαστο. Οι τιμές ανεβαίνουν, οι μισθοί μένουν στάσιμοι και οι καταναλωτές προσπαθούν να επιβιώσουν καθημερινά με «κόφτες», λίστες ανάγκης και επιλεκτικές αγορές.
Η οικονομική πίεση δεν είναι πια εξαίρεση αλλά κανόνας. Οπως τονίζει στα «ΝΕΑ» ο Απόστολος Ραυτόπουλος, πρόεδρος της Ενωσης Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδας της ΓΣΕΕ, η κατάσταση έχει ξεπεράσει πλέον κάθε όριο: «Η ακρίβεια και η αισχροκέρδεια συνεχίζονται με αμείωτη ένταση. Πρωταθλητές φέτος η σοκολάτα, ο καφές, τα φρούτα, τα ψάρια, το μοσχαρίσιο κρέας και τα αιγοπρόβατα. Τη μια φταίνε οι κλιματολογικές συνθήκες, την άλλη οι αρρώστιες – πάντα όμως πληρώνει ο καταναλωτής. Το μοσχάρι φτάνει μέχρι και τα 20 ευρώ, οι σαρδέλες τα 17, ο γαύρος τα 12, η σοκολάτα ξεπερνά τα 2 ευρώ. Και οι προσφορές, πολλές φορές, είναι παραπλανητικές. Εχουμε τιμές Ελβετίας και μισθούς Ελλάδας».
Η αγορά, προσθέτει, λειτουργεί «ασύδοτα και όχι ελεύθερα», με ανύπαρκτους ελεγκτικούς μηχανισμούς, ενώ οι παραπλανητικές προσφορές παραμένουν ατιμώρητες. «Η αγοραστική δύναμη συρρικνώνεται. Η Ελλάδα παραμένει πρωταθλήτρια στον ΦΠΑ, που είναι ο υψηλότερος στην Ευρώπη. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι».
Κραυγή αγωνίας
Η εικόνα που συναντήσαμε κατά τη «δειγματοληπτική» περιοδεία μας σε γειτονιές της Αθήνας είναι γνώριμη: στο σουπερμάρκετ της γειτονιάς, άνθρωποι να υπολογίζουν τι μπορούν να πάρουν και τι πρέπει να αφήσουν. Για του λόγου το αληθές, στην Καλλιθέα, ένα τυπικό πρωινό Τρίτης, οι διάδρομοι είναι γεμάτοι κόσμο αλλά τα καρότσια μισοάδεια. Εκεί συναντάμε τη Μαρία, 33 ετών, αναπληρώτρια δασκάλα και μητέρα ενός παιδιού δύο ετών, και τον Γιώργο. «Το παιδί θέλει τροφή με θρεπτικά συστατικά. Πρέπει να του δίνω κρέας, μοσχάρι συγκεκριμένα, τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα. Ο παιδίατρος το τονίζει. Αλλά πώς να το κάνω όταν βλέπω το κιλό να φτάνει 17, 18 ή και 20 ευρώ; Το βλέπεις και το προσπερνάς», μας απαντά. Και συνεχίζει: «Το γάλα έχει πάει σχεδόν 2 ευρώ, το λάδι παραμένει κοντά στα 10. Το βούτυρο κοστίζει πάνω από 3 ευρώ για ένα μικρό πακέτο. Και μιλάμε για τα βασικά. Δεν έχει μείνει τίποτα “φτηνό” πια, μόνο ψευδαισθήσεις ότι θα πετύχεις καμιά προσφορά». Γι’ αυτό, όπως λέει, «μαγειρεύω με ό,τι πιο οικονομικό βρίσκω. Περιορίζω τα κρέατα, παίρνω όσπρια και ζυμαρικά. Δεν αγοράζω καθόλου έτοιμα σνακ. Μόνο αν περισσέψει κάτι. Ολη μου η σκέψη είναι πώς να καλύψω τα βασικά χωρίς να φτάσουμε στο “τίποτα”».
Από την πλευρά του, ο 69χρονος Γιώργος Β., συνταξιούχος πλέον, δείχνει να αναπολεί το παρελθόν. «Οταν ήμουν νέος, έζησα την Ελλάδα αλλιώς. Πηγαίναμε στα σουπερμάρκετ και δεν σκεφτόμασταν πόσα λεφτά θα χαλάσουμε. Αντιθέτως, προτεραιότητά μας ήταν η αγορά των ποιοτικότερων προϊόντων». Τα πράγματα, όμως, έχουν αλλάξει δραματικά σήμερα: «Μετά ήρθε η κρίση και μας… γονάτισε. Δεν περίμενα ποτέ στη ζωή μου ότι στην ηλικία που έχω φτάσει θα μετράω τα λεφτά και δεν θα “με βγάζουν” ούτε μέχρι τα μισά του μήνα. Πρέπει να αλλάξουν τα πράγματα, γιατί αλλιώς θα αρχίσουμε όλο και περισσότεροι να βρισκόμαστε στον δρόμο».
Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει και η σύγκριση που κάνει ο Απόστολος Τ., 60 ετών και οικονομικός μετανάστης. «Η Ελλάδα είναι ακριβή. Από τα προϊόντα στα σουπερμάρκετ μέχρι τις εξόδους σε καφετέριες και ταβέρνες. Το 2002 έφυγα από την Ελλάδα και πήγα να δουλέψω στη Σουηδία. Πλέον στην Ελλάδα έρχομαι μόνο δύο ή τρεις μήνες τον χρόνο. Κάθε φορά που πηγαίνω σε σουπερμάρκετ στη Σουηδία μένω με ανοιχτό το στόμα καθώς βλέπω επώνυμες μάρκες ελληνικής φέτας να κοστίζουν τα μισά από ό,τι στην Ελλάδα».
Τι λένε οι πολίτες σε σουπερμάρκετ και λαϊκές: «Η κατάσταση βρίσκεται στο απροχώρητο, η ακρίβεια έχει φτάσει στον Θεό»
Γιώργος Μ., 74 ετών
συνταξιούχος, με τέσσερα εγγόνια
«Η σύνταξή μου είναι 780 ευρώ. Πληρώνω ρεύμα, φάρμακα, βοηθάω τα παιδιά μου όπως μπορώ. Παλιά έπαιρνα ό,τι χρειαζόμουν, τώρα σκέφτομαι τι να κόψω. Το τυρί, λίγο – έχει φτάσει σχεδόν 10 ευρώ το κιλό. Το ψάρι, καθόλου, με 12 ευρώ και πάνω. Και το κρέας, μόνο αν έχει πέσει σε καμιά προσφορά. Πριν από λίγες μέρες είδα το μοσχάρι 19 ευρώ. Το προσπέρασα. Το χειρότερο είναι ότι δεν μπορείς να κάνεις σχέδια. Μπαίνεις στο σουπερμάρκετ και δεν ξέρεις αν θα σου φτάσουν τα λεφτά μέχρι το τέλος του μήνα. Το γάλα κοντεύει 2 ευρώ, το λάδι έχει πάει 9 και 10. Και κάθε εβδομάδα, κάτι καινούργιο έχει ακριβύνει. Ολο και κάτι πρέπει να αφήσεις πίσω».
Γεωργία Π., 54 ετών
ιδιωτική υπάλληλος
«Η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο, οι πρώτες ύλες έχουν φτάσει στον Θεό. Δεν μπορούμε άλλο να αντέξουμε την ακρίβεια σε προϊόντα όπως κρέατα, αλλαντικά και γαλακτοκομικά. Η κυβέρνηση πρέπει επιτέλους να δράσει και να μπει ένα ταβάνι στις τιμές. Με καλά φτιαγμένους λόγους πείθουν τον κόσμο ότι τα πράγματα πάνε καλύτερα. Η αλήθεια είναι ότι αν δεν το δούμε αυτό στην πράξη, δηλαδή στους μισθούς μας και στις τιμές των προϊόντων, τότε δεν μπορούμε να πιστέψουμε τίποτα».
Νατάσσα Κ., 36 ετών
ιδιωτική υπάλληλος
«Το πρόβλημα της ακρίβειας είναι γενικό. Σίγουρα ο πόλεμος της Ρωσίας με την Ουκρανία συνεχίζει να μας επηρεάζει αλλά και το χάος που επικρατεί σε χώρες της ΕΕ όπως η Γαλλία. Σίγουρα κάτι πρέπει να γίνει για να μπορούμε να βγάζουμε καλύτερα τον μήνα, ωστόσο δεν ξέρω κατά πόσο μπορεί η ελληνική κυβέρνηση να κάνει κάτι για αυτό. Εύχομαι η ΕΕ πάνω από όλα να δώσει μια κατευθυντήρια γραμμή σε όλα τα κράτη μέλη της ώστε να καταπολεμήσουμε την ακρίβεια ως σύνολο».
Πέτρος Μ., 44 ετών
ελεύθερος επαγγελματίας
«Την ακρίβεια τη νιώθει μόνο όποιος δεν… προσπάθησε αρκετά να τα βγάλει πέρα. Εχουμε περάσει πολύ χειρότερα χρόνια από αυτά που διανύουμε τώρα. Υπάρχουν εννοείται ακόμη αρκετά προβλήματα, ωστόσο η χώρα μας πάει καλά. Η ακρίβεια προφανώς είναι υπαρκτή, αλλά δεν γίνεται να φταίει για όλα αυτά η κυβέρνηση. Τα περισσότερα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε είναι εισαγόμενα. Αν κάποιος είναι πραγματικά εργατικός τότε τα ακριβά αγαθά δεν θα τον επηρεάσουν».
Ελπίδα Π., 20 ετών
ιδιωτική υπάλληλος, φοιτήτρια
«Οταν ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα του ελληνικού λαού, αυτή τη στιγμή, είναι η ακρίβεια στα προϊόντα, δεν γίνεται ο ίδιος ο Πρωθυπουργός να μην κάνει κάτι για αυτό. Είναι απλώς απαράδεκτο. Εγώ ζω μαζί με τους γονείς μου και σαν οικογένεια έχουμε συνολικό εισόδημα γύρω στα 2.500 ευρώ τον μήνα και πάλι πρέπει να σκεφτόμαστε πολύ προσεκτικά το κάθε μας έξοδο γιατί αλλιώς “πέφτουμε έξω”. Το πρόβλημα βέβαια δεν είναι μόνο της σημερινής κυβέρνησης αλλά και όλων των προηγούμενων. Ας σταματήσει πλέον η κοροϊδία, έχουμε πραγματικές ανάγκες».
Στάθης Κ., 22 ετών
ιδιωτικός υπάλληλος, φοιτητής
«Ανήκω στη γενιά που μεγάλωσε μέσα στην κρίση. Από τα 18 μου δουλεύω για να στηρίξω τις σπουδές μου, καθώς πέρασα σε άλλη πόλη. Πλέον είμαι 22 και τα πράγματα είναι χειρότερα. Ακόμα δουλεύω και πλέον τα βγάζω ακόμα πιο δύσκολα. Ζω με την ελπίδα για ποιοτικότερη ζωή. Για το δικό μου καλό έχω πάρει την απόφαση ότι όταν τελειώσω τις σπουδές μου θα μετακομίσω στο εξωτερικό για μία ζωή με αξιοπρέπεια. Ελπίζω πως τα πράγματα θα γίνουν καλύτερα και θα γυρίσω κάποια στιγμή πίσω στη χώρα μου σε άλλες… παραστάσεις».

