Η ενεργειακή κρίση που ξέσπασε στην Ευρώπη και η οποία επιδεινώθηκε λόγω του πολέμου στην Ουκρανία έχει προκαλέσει πληθώρα ανησυχιών μέχρι τώρα.
Παρ’ όλα αυτά, αρκετοί είναι αυτοί οι οποίοι πιστεύουν πως η ενεργειακή κρίση αυτή αποτελεί «δώρο» για την Ευρώπη, αφού επιτάχυνε την μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ).
Σύμφωνα με την ανορθόδοξη αυτή άποψη του επενδυτή και στελέχους της Clean Energy Transition LLP, Περ Λεκάντερ, η ρωσική εισβολή και η ενεργειακή κρίση που έχουν προκαλέσει οι αποφάσεις του Πούτιν δεν είναι ο κύριος λόγος της κρίσης που αντιμετωπίζει η Ευρώπη. Μιλώντας σε συνέντευξή του στο CNBC, ο Λεκάντερ τόνισε πως οι κινήσεις του Κρεμλίνου μπορεί να αποδειχθούν θετικές για την Ευρώπη ενώ υπογράμμισε πως: «Η κρίση αυτή οφείλεται στην μακροπρόθεσμη έλλειψη επενδύσεων στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τη γραφειοκρατία των κρατών-μελών της Ε.Ε. Παράλληλα, οφείλεται στις πολιτικές αποφάσεις που ελήφθησαν για το κλείσιμο ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων λιγνίτη, πυρηνικής ενέργειας και άνθρακα».
Προσπάθεια για επιβίωση
Ο Λεκάντερ υπογράμμισε, παράλληλα πως τα μέτρα που έλαβε η Ένωση μετά από τη μείωση των ροών ρωσικού φυσικού αερίου εξασφάλισαν την «επιβίωσή» της το φετινό χειμώνα. Σύμφωνα με το zerohedge, ο Λεκάντερ τόνισε πως η δραματική μείωση της ζήτησης ήταν μία εξαιρετικά σημαντική και επιτυχημένη κίνηση. Η επιστροφή στην καύση υδρογονανθράκων αποτέλεσε, επίσης, σημαντικό παράγοντα της επιτυχίας αυτής. Ο τρίτος παράγοντας ήταν η μείωση της γραφειοκρατίας στον τομέα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η επιτάχυνση της κατασκευής νέων φωτοβολταϊκών και αιολικών πάρκων.
H «καταστροφή» αυτή της ζήτησης η οποία έχει οδηγήσει σε μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου στην Ευρώπη θα μπορούσε να οφείλεται, πάντως, στις εξωφρενικές τιμές του υδρογονάνθρακα. Εκατομμύρια Ευρωπαίων πολιτών βρίσκονται αντιμέτωποι με «φουσκωμένους» λογαριασμούς ρεύματος δεδομένης της μεταβλητότητας των αγορών ενέργειας λόγω της έλλειψης ρωσικών υδρογονανθράκων. Το σαμποτάζ στον αγωγό Nord Stream έχει παίξει κι αυτό σημαντικό ρόλο στην όλη κρίση.
Άλλος ένας λόγος για τη μειωμένη ζήτηση είναι το σχετικά θερμότερο φετινό φθινόπωρο. Δεδομένης της αυξημένης θερμοκρασίας, τα περισσότερα νοικοκυριά δεν αναγκάστηκαν να ανάψουν καλοριφέρ νωρίς, μειώνοντας τα γενικότερα επίπεδα κατανάλωσης. Τώρα πια, όμως, εν μέσω του χειμώνα και των κρύων θερμοκρασιών, η κατανάλωση αυτή θα αυξηθεί και πάλι.
Στόχοι και επενδύσεις
Η Ευρώπη, όμως, ενδέχεται να μην έχει αποφύγει ακόμα τα χειρότερα. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Guardian, η Γερμανία κινδυνεύει με σημαντικές ελλείψεις φυσικού αερίου αφού δεν έχει καταφέρει να επιτύχει το στόχο μείωσης της ζήτησης που είχε θέσει. Ο λόγος της αποτυχίας αυτής ήταν το πρόσφατο κύμα κακοκαιρίας στη χώρα την προηγούμενη εβδομάδα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε μείωση της ζήτησης της τάξης του 15% αλλά η προσπάθεια επίτευξης του 20% στην βιομηχανική «καρδιά» της Ευρώπης, Γερμανία, αποτέλεσε υπερβολικά φιλόδοξο στόχο. Το εάν η υπόλοιπη Ευρώπη θα καταφέρει να επιτύχει το στόχο του 15% δεν είναι ακόμα γνωστό αφού η ζήτηση αυξάνεται δραματικά όταν οι θερμοκρασίες αγγίξουν τους -10 βαθμούς Κελσίου.
Υπάρχει, όμως, και «φως στο τούνελ» της ενεργειακής κρίσης, σύμφωνα με τον Λεκάντερ, ο οποίος υποστηρίζει πως η ενίσχυση των επενδύσεων και της γενικότερης αγοράς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας τόσο από την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και από τους επενδυτές αυτούς καθαυτούς, θα βοηθήσει στην ενεργειακή μετάβαση της Γηραιάς Ηπείρου και την επίτευξη της ενεργειακής της ανεξαρτησίας.
Τα προβλήματα
Παρά τις ελπίδες αυτές, υπάρχουν ορισμένα εμπόδια που οι εταιρείες του κλάδου και οι αρχές καλούνται να αντιμετωπίσουν. Η έλλειψη σημαντικών και σπάνιων μεταλλευμάτων και ορυκτών θα επιδεινωθεί τα επόμενα χρόνια λόγω ακριβώς αυτής της αύξησης της ζήτησης για την «πράσινη» μετάβαση που προωθεί η Ε.Ε. Παράλληλα, οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον τομέα της αιολικής ενέργειας υπογραμμίζουν πως οι ισολογισμοί τους έχουν «κοκκινίσει», ενώ ανησυχούν λόγω του ανταγωνισμού των κινεζικών εταιρειών. Επιπροσθέτως, η ευρωπαϊκή αγορά φωτοβολταϊκών βασίζεται ως επί το πλείστον στα κινεζικά πάνελ, κάτι το οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση προσπαθεί να αλλάξει άμεσα, επηρεάζοντας την ισορροπία προσφοράς-ζήτησης στην αγορά.
Το σημαντικότερο πρόβλημα, όμως, που αντιμετωπίζει η Ευρώπη αυτή τη στιγμή είναι πως ο επόμενος χειμώνας θα είναι δυσκολότερος του φετινού, αφού το 2022 οι ευρωπαϊκές χώρες μπόρεσαν να βασιστούν στις ρωσικές ροές φυσικού αερίου μέχρι αυτές να σταματήσουν.
Οι «κάνουλες» θα παραμείνουν κλειστές το 2023, κάτι που σημαίνει πως η Γηραιά Ήπειρος θα αναγκαστεί να στραφεί σε περισσότερες εναλλακτικές -και ακριβότερες- λύσεις. Τα στελέχη της Ε.Ε. ήδη συζητούν τη θέσπιση πλαισίου δημιουργίας κοινής αγοράς φυσικού αερίου και ζητούν τη στήριξη της ΙΕΑ έτσι ώστε να προετοιμαστούν για τον επόμενο χειμώνα.
Η καταστροφή της ζήτησης μπορεί, μεν, να αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης, αλλά όπως υπογραμμίζει το zerohedge, ιδιαίτερα στις κρύες περιοχές της Ευρώπης δεν πρέπει να αντισταθμίσει τη σημασία της υγείας και της επιβίωσης των πολιτών.