Η χθεσινοβραδινή εκλογική αναμέτρηση για την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ έκρυβε μια επιβεβαίωση και μια «έκπληξη». Η κυρίαρχη εσωκομματική αίσθηση – στα λεγόμενα off the record – τα τελευταία 24ωρα ήταν ότι ραντεβού για την επόμενη Κυριακή θα έδιναν ο Νίκος Ανδρουλάκης και ο Γιώργος Παπανδρέου, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά. Η εκτίμηση δεν ήταν απόλυτη (και δεν θα μπορούσε να ήταν με ένα τόσο «ρευστό» εκλογικό σώμα), ωστόσο ήταν πλειοψηφούσα, παρότι δεν κανένας δεν «ξέγραφε» τον Ανδρέα Λοβέρδο. Αυτό το σκέλος επιβεβαιώθηκε.
Η έκταση της νίκης του ευρωβουλευτή, όμως, δεν ήταν κάτι στο οποίο θα στοιχημάτιζαν πολλοί. Ο ίδιος δεδομένα διατηρούσε ισχυρούς πυρήνες, όπως είχε φανεί και από τις εσωκομματικές του 2017, ωστόσο, η είσοδος του πρώην πρωθυπουργού στην κούρσα, αλλά και οι γενικότερες ανακατατάξεις που έφερε ο πρόωρος χαμός της Φώφης Γεννηματά στο εσωκομματικό «παζλ», δημιούργησαν μια αρκετά απρόβλεπτη δυναμική.
Τίποτα από τα παραπάνω, ωστόσο, δεν αποτυπώθηκε στην κάλπη, οδηγώντας σε μια καθαρή επικράτηση που τον καθιστά ακλόνητο φαβορί σε έξι ημέρες. Μια γρήγορη ματιά στον εκλογικό χάρτη είναι ενδεικτική: ο κ. Ανδρουλάκης σάρωσε στην Κρήτη, αγγίζοντας ποσοστά πάνω από το 60% (συνολικά κοντά στο 55% στα νησιά), παρότι στο παραδοσιακά «πράσινο» νησί ο Γ. Παπανδρέου διέθετε πυρήνες επιρροής. Επικράτησε του πρώην πρωθυπουργού και στη Θεσσαλία, όπου έχει επίσης εδραιωμένες δυνάμεις. Κέρδισε σχεδόν καθολικά στη Βόρεια Ελλάδα, όπου ο Ανδρέας Λοβέρδος μετρούσε αρκετά ισχυρά χαρτιά.
Κατάφερε έτσι να καλύψει το «κενό» της Αττικής, όπου τα αποτελέσματα τον έφερναν πίσω από τους δύο βασικούς του αντιπάλους και άλλες «τρύπες» στον χάρτη, όπως σημαντικό τμήμα της Δυτικής Ελλάδας και της Πελοποννήσου, όπου ο κ. Παπανδρέου είχε το πάνω χέρι.
Μπορεί να ανατραπεί το σκηνικό στον δεύτερο γύρο; Με βάση τα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί, φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο. Όχι μόνο επειδή η διαφορά ειναι σημαντική, αλλά και λόγω των συσχετισμών που έχουν διαμορφωθεί.
Αφενός, ο κ. Ανδρουλάκης, στον προθάλαμο πλέον της ηγεσίας, έχει αποκτήσει θέση ισχύος στις όποιες πιθανές συζητήσεις για συμμαχίες θα μπορούσαν να προκύψουν. Αφετέρου, η απογοήτευση στις δεξαμενές του κ. Παπανδρέου αναμένεται ότι θα περιορίσει τη συμμετοχή τους την ερχόμενη Κυριακή, οδηγώντας πιθανόν σε σημαντικά ποσοστά αποχής ψηφοφόρων του.
Ως προς τον Ανδρέα Λοβέρδο, τέλος, η επικράτησή του με υψηλά ποσοστά στην Αθήνα και γενικότερα το λεκανοπέδιο δεν ήταν αρκετή. Εδώ και αρκετές ημέρες, είχε διαφανεί ότι αυτό που θα έκρινε την είσοδό του στον δεύτερο γύρο θα ήταν η απήχησή που θα είχε το κάλεσμά του στο «εθνικό ακροατήριο», δηλαδή στις δεξαμενές πέραν της κομματικής βάσης, όπου είχε μειονέκτημα έναντι των δύο αντιπάλων του. Εκ του αποτελέσματος, απεδείχθη πως η απήχησή του αυτή δεν ήταν επαρκής. Στην πρώτη του δήλωση μετά το αποτέλεσμα, πάντως, χθες βράδυ από τη Χαρ. Τρικούπη, τόνισε πως συνεχίζει δυνατά «με ενότητα και σεμνότητα», σε μια «θεσμική» τοποθέτηση.
Παρακαταθήκη και μεγάλο στοίχημα η συμμετοχή
Πέραν προσώπων και αποτελεσμάτων, πάντως, το ΚΙΝΑΛ – στο σύνολό του – αποκόμισε από τη χθεσινή διαδικασία ένα αδιαμφισβήτητο κέρδος: τη συμμετοχή. Οι ενδείξεις για αυξημένο ενδιαφέρον προϋπήρχαν όλο διάστημα που προηγήθηκε, από το φορτισμένο κλίμα που έφερε η αιφνίδια απώλεια της Φώφης Γεννηματά και την κάθοδο του Γιώργου Παπανδρέου, έως τη δημοσκοπική άνοδο που παρουσιάζει σταθερά η παράταξη εδώ και ενάμιση περίπου μήνα.
Ο αστάθμητος παράγοντας της πανδημίας δημιουργούσε ερωτηματικά, τα οποία, ωστόσο, από νωρίς το πρωί της Κυριακής είχαν αρχίσει να εξαϋλώνονται. Οι 270.000 ψήφοι ξεπέρασαν και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις της Χαρ. Τρικούπη, προσθέτοντας, παράλληλα και μια επιπλέον οργανωτική πρόκληση, η οποία, σε γενικές γραμμές, απαντήθηκε χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα.
Στο ΚΙΝΑΛ έχουν κάθε λόγο να αισθάνονται ικανοποίηση από τη μαζική προσέλευση στις κάλπες, ωστόσο, υπάρχει παράλληλα και ένα μεγάλο, σύνθετο στοίχημα για τη νέα ηγεσία: η κεφαλαιοποίησή της.
Από τη μία πλευρά, μεν, σε μια περίοδο που το έδαφος φαντάζει πιο πρόσφορο από το 2017, για αλλαγές των πολιτικών συσχετισμών. Από την άλλη, δε, με τα εσωκομματικά δεδομένα να δημιουργούν την αίσθηση ότι οι ασκήσεις ισορροπίας και ενότητας για τον νέο πρόεδρο, δεν αποκλείεται να συνοδευτούν από «αγκάθια».