Στο χαρτί της οικονομίας ποντάρει πλέον και πολιτικά η κυβέρνηση, όπως έγινε φανερό από τις δηλώσεις στελεχών του οικονομικού επιτελείου, τις τελευταίες μέρες, μετά την ανακοίνωση της μεγάλης αύξησης, κατά 16,2%, του ΑΕΠ του δεύτερου τριμήνου και βεβαίως και την ομιλία του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ.
Τα στοιχεία που προκύπτουν από την ανάλυση του ΑΕΠ, αλλά και από άλλους δείκτες που βλέπουν καθημερινά το φως της δημοσιότητας, δικαιολογούν, πράγματι, την αισιοδοξία που μεταδίδεται, αν και –σύμφωνα με αναλυτές– είναι μάλλον νωρίς να μιλήσει κανείς με βεβαιότητα για το κατά πόσον μπήκαν οι βάσεις για μια διατηρήσιμη και υγιή ανάπτυξη. Αν, δηλαδή, θα προχωρήσει η ελληνική οικονομία ένα βήμα παραπέρα, μετά την ανάκτηση του χαμένου εδάφους της πανδημίας και την ανάκαμψη σχήματος V, για την οποία επικρατεί ευφορία.
Στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης υποστηρίζουν ότι πέρα από τους δείκτες, που γεννούν αισιοδοξία, έχουν γίνει αποδέκτες σημαντικού επενδυτικού ενδιαφέροντος, που μπορεί να βάλει την οικονομία σε σταθερή και υγιή επενδυτική τροχιά, με όχημα κυρίως το Ταμείο Ανάπτυξης. «Είμαστε στο παρά 1΄ για επενδυτική έκρηξη», σημειώνει πηγή.
Συγκεκριμένα, το ενδιαφέρον προέρχεται από τους τομείς της κατασκευής μπαταριών, της ιατρικής-βιοτεχνολογίας (αντικαρκινικά), των πλαστικών, της ενέργειας, όπου προγραμματίζονται επενδύσεις 10 δισ. ευρώ, του τουρισμού, της φαρμακοβιομηχανίας και της ύδρευσης. «Η Ελλάδα ξαναμπαίνει στον επενδυτικό χάρτη», υποστηρίζουν στην κυβέρνηση, σημειώνοντας ότι πρόκειται για μεγάλες επενδύσεις, όχι δεκάδων, αλλά εκατοντάδων εκατομμυρίων. Αλλωστε, σημειώνουν, σε αυτό στηρίζονται και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης που υπογράφουν τις προσεχείς μέρες συμφωνίες με την κυβέρνηση για χρηματοδότηση επενδύσεων, συνολικά έως 6 δισ. ευρώ, με χρηματοδότηση από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης.
Λεφτά υπάρχουν
«Εχουμε τα κεφάλαια για να στηρίξουμε την ανάπτυξη», τόνιζε κυβερνητικός παράγων τις προηγούμενες ημέρες, επικαλούμενος τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης αλλά και τις μεγάλες, πρόσφατες ιδιωτικοποιήσεις (ΔΕΔΔΗΕ, ΔΕΠΑ, Εγνατία). Η κυβέρνηση θεωρεί ότι βρίσκει ανταπόκριση μεταξύ των επενδυτών, καθώς έχει δρομολογήσει αυτά που υποσχέθηκε, δηλαδή την αλλαγή μακροοικονομικού υποδείγματος, την προώθηση διαρθρωτικών αλλαγών και την επίλυση του τραπεζικού προβλήματος.
Επενδύσεις και εξαγωγές είναι δύο βασικοί δείκτες που «δείχνουν» σε μόνιμα αναπτυξιακά χαρακτηριστικά. Αντίθετα, η κατανάλωση, όσο ευπρόσδεκτη κι αν ήταν, όπως εμφανίστηκε δυναμικά μετά τα lockdowns, συνεισφέροντας 9 μονάδες στην ετήσια αύξηση του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο, δεν συνιστά «καύσιμο» για το μέλλον.
Οι ακαθάριστες επενδύσεις αυξήθηκαν το πρώτο εξάμηνο κατά 16% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2019, αλλά η βάση ήταν χαμηλή από 8,5 δισ. ευρώ σε 10 δισ. ευρώ. Οπως επισημαίνει χαρακτηριστικά τραπεζική πηγή, οι επενδύσεις ήταν παραδοσιακά στο 22%-23% του ΑΕΠ ετησίως και τώρα είναι στο 11%. Η ίδια πηγή υποστηρίζει ότι υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να δούμε αύξηση το 2022, με τη βοήθεια του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς το ενδιαφέρον είναι τεράστιο. Η προσδοκώμενη ανάπτυξη κατά 4%-5% το 2022, υποστηρίζει, θα προέλθει από επενδύσεις και όχι κατανάλωση.
Οι εξαγωγές ήταν κι αυτές υψηλότερες το 7μηνο Ιανουαρίου – Ιουλίου σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2019. Διαμορφώθηκαν στα 16,4 δισ. ευρώ, εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών και της αξίας των πλοίων, έναντι 13,6 δισ. ευρώ την ίδια περίοδο του 2019, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ. Το πρόβλημα εδώ είναι ότι εξίσου δυναμικός ήταν και ο ρυθμός αύξησης των εισαγωγών.
Τα έσοδα από τον τουρισμό, εξάλλου, αναμένεται να ξεπεράσουν το 50% των εσόδων του 2019, ενώ για το 2022 προβλέπεται εκρηκτική περαιτέρω άνοδος.
Ανησυχούν για πανδημία και πληθωρισμό
Παρά την ευφορία, στην κυβέρνηση διατυπώνουν μία από τις πιο συντηρητικές προβλέψεις για την άνοδο του ΑΕΠ φέτος. Βλέπουν την αύξησή του στο 5,9%, όταν οι πλέον πρόσφατες προβλέψεις διεθνών οίκων και τραπεζών το ανεβάζουν ακόμη και πάνω από 8%.
Χαρακτηριστικά, η Οxford Economics ανέβασε την πρόβλεψή της την Παρασκευή στο 8,2%, στο ίδιο ποσοστό που την τοποθέτησε λίγο νωρίτερα και η Μoody’s Analytics, ενώ η Capital Economics την τοποθέτησε στο 8,5% και η UBS στο 7,9%. Η Scope Ratings κατά την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας την προηγούμενη εβδομάδα ανέβασε την πρόβλεψή της για το ΑΕΠ στο 8,6% και η Wood στο 6,5%. Η Εθνική Τράπεζα ανακοίνωσε νέα πρόβλεψη για ανάπτυξη 7,5%. Ακόμη και μεταξύ των θεσμών επικρατεί πιο αισιόδοξη εκτίμηση από αυτήν της κυβέρνησης.
Η αλήθεια είναι ότι οι κίνδυνοι δεν έχουν εκλείψει. Στο οικονομικό επιτελείο μιλούν για δύο βασικούς:
1. Την πορεία της πανδημίας, η οποία μπορεί να κρύβει δυσάρεστες εκπλήξεις το τέταρτο τρίμηνο.
2. Τον πληθωρισμό. Ανησυχούν κυρίως μήπως μετατραπεί σε μόνιμο πρόβλημα αυτό που θα μπορούσε να είναι παροδικό, στον βαθμό που οφείλεται στην απότομη αύξηση της ζήτησης και την αδυναμία της προσφοράς να ανταποκριθεί. Στις πηγές ανησυχίας πρέπει να προστεθεί, επίσης, σύμφωνα με αναλυτές, η στάση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία φαίνεται να κλείνει το μάτι για συνέχιση της στήριξης της Ελλάδας, μετά το πρόγραμμα παροχής ρευστότητας, λόγω πανδημίας, αλλά ακόμη τίποτα δεν είναι σίγουρο.
Πηγές της κυβέρνησης μεταφέρουν, πάντως, ότι αθροιστικά για τη διετία προβλέπεται πλέον ρυθμός ανάπτυξης 1,5 μονάδα υψηλότερος από την προηγούμενη πρόβλεψη. Δεδομένου ότι η προηγούμενη πρόβλεψη ήταν για ρυθμό 3,6% φέτος και 6,2% το 2022, δηλαδή αθροιστικά περίπου 10%, η νέα πρόβλεψη είναι για 11,5% περίπου, με τη φετινή χρονιά να προβλέπεται στο 5,9% και λίγο πιο χαμηλά τον επόμενο χρόνο.