Νέες υποχρεώσεις, αυξημένα κόστη αλλά και ευθύνες για δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις και επαγγελματίες -καθώς και για τον κάθε φορολογούμενο πολίτη όμως- προκαλεί το πλαίσιο ελέγχων για το «βρώμικο χρήμα», όπως εφαρμόζεται στη χώρα μας τουλάχιστον από το 2018. Και ενώ οι διοικητικές και κρατικές αρχές δεν έχουν ακόμα επιλύσει προβλήματα αλληλοεπικάλυψης των μεταξύ τους αρμοδιοτήτων το Κράτος μεταθέτει και ευθύνες στους ιδιώτες, παρότι οι «τρύπες» στο ξέπλυμα του χρήματος παραμένουν.
Λογιστές, δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, κτηματομεσίτες, τράπεζες, χρηματιστηριακές εταιρίες, εταιρίες καζίνο -και όχι μόνον- εκφράζουν προβληματισμούς επειδή επιφορτίζονται να παρακολουθούν, να καταγράφουν και να ελέγχουν όλους τους πελάτες τους για τυχόν ύποπτες συναλαγές -ακόμα όμως και για π.χ. 1.000 ευρώ που θα μεταφέρουν από ένα λογαριασμό σε έναν άλλον… επίσης δικό τους λογαριασμό.
Ανησυχούν επιπλέον όμως και αν το Δημόσιο «βολεύεται» ή επαναπαύεται να κάνει outsourcing στους ελέγχους – και στις ευθύνες- για το «βρώμικο» χρήμα! Διότι όλοι οι εμπλεκόμενοι επαγγελματίες και επιχειρήσεις καθίστανται αυτομάτως (συν-) υπεύθυνοι για τους πελάτες τους, όχι μόνον αν αυτοί πιαστούν κάποιοι να παρανομούν, αλλά ακόμα και για κάθε τυπική ή απλή παράλειψη στην «παρακολούθηση» όλων των άλλων (νομίμων) πελατών τους.
Το διοικητικό κόστος για τη διαδικασία αυτή (γνωστή και ως «δέουσα επιμέλεια» που πρέπει να επιδεικνύουν) το Κράτος επιτρέπει να το μεταφέρουν σε όλους ανεξαιρέτως τους συναλλασσόμενους με χρήματα πολίτες και επιχειρήσεις, υπό τον όρο μόνον ότι… θα προσθέτουν και ΦΠΑ 24% για τις αυξημένες «υπηρεσίες» που θα χρεώνουν τους πελάτες τους.
Τι ζητούν οι λογιστές
Οι διατάξεις ισχύουν θεωρητικά από το 2018 ήδη, αλλά τώρα επίκειται ενσωμάτωση Κανονισμού για το «ξέπλυμα» χρήματος, όπως προβλέπεται από τον Ν.4557/2018.
Προ ημερών και οι εκπρόσωποι του κλάδου των λογιστών εξέφρασαν τους δικούς τους προβληματισμούς, σε σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στην ΑΑΔΕ -ενώ επίκειται και επόμενη. Διατυπώθηκε από πλευράς τους ότι δεν αρκεί «ενσωμάτωση» αλλά απαιτείται «εναρμόνιση» του Κανονισμού με την ελληνική πραγματικότητα. Και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό το βάρος της ευθύνης του λογιστή φοροτεχνικού ως υπόχρεου προσώπου, χωρίς να παρέχονται τα κατάλληλα εργαλεία που θα έδιναν τη δυνατότητα να προβαίνει σε διαπιστώσεις, αλλά και χωρίς τη θεσμική κατοχύρωση του επαγγέλματος.
Μεταξύ άλλων, στις συζητήσεις αυτές η ηγεσία του Λογιστικού Συλλόγου Αθηνών προειδοποίησε για ενδεχόμενους μεγάλους κινδύνους (υποχρεώσεις και πρόστιμα) που απορρέουν από την εφαρμογή του Κανονισμού. Και κατέθεσαν προτάσεις όπως, για παράδειγμα, να τεθεί και όρος προς κάθε πελάτη πριν από κάθε συναλλαγή, να υποβάλλει υπεύθυνη δήλωση για την ακρίβεια όσων ο ίδιος δηλώνει προς στον λογιστή-φοροτεχνικό που αναλαμβάνει να διαχειρίζεται τις υποθέσεις του.
Διοικητικό βάρος
Σε κάθε περίπτωση, πέραν από τις τυπικές υποχρεώσεις, όλοι οι επαγγελματίες που επιφορτίζονται με …«ελέγχους ειλικρίνειας» των πελατών τους, ανησυχούν ότι μπορεί και να χάσουν πελάτες. Και οι Λογιστές επισημαίνουν ότι θα υπάρξει αυξημένο κόστος (λόγω χαμένων ανθρωποωρών, υπερωριών υπαλλήλων τους κ.λπ.) για εργασίες όπως:
- προπαρασκευαστικές ενέργειες πριν τη συνεργασία με κάθε νέο πελάτη
- ενημέρωση, επαλήθευση και πληρότητα στοιχείων εντολέων
- συλλογή πληροφοριών και αξιολόγησή τους
- συλλογή πρόσθετων πληροφοριών
- τακτική επικαιροποίηση πληροφοριών
- εντοπισμό, ασυνήθων ή ύποπτων συναλλαγών
- κατηγοριοποίηση πελατών
- σύνταξη έκθεσης εκτίμησης κινδύνου
- τήρηση και φύλαξη αρχείων
- αγορά ηλεκτρονικού εξοπλισμού (πχ σκληρών δίσκων) ή χώρων γραφείων, ντουλάπια κτλ.
- πρόσληψη πιστοποιημένου συνεργάτη, Υπεύθυνου Συμμόρφωσης κ.λπ.
- εμπρόθεσμη διεκπεραίωση όλων των ανωτέρω διεργασιών.
… συν ΦΠΑ
Το κόστος για όλα τα παραπάνω, το παραδέχεται και το ίδιο το υπουργείο Οικονομικών, που έχει εκδώσει μάλιστα και ειδική εγκύκλιο (ΔΕΕΦ Α 1025807 ΕΞ 2018) «σχετικά με την φορολογική μεταχείριση από πλευράς ΦΠΑ των μέτρων δέουσας επιμέλειας του ν.3691/2008» που εφαρμόζουν τα υπόχρεα πρόσωπα.
Η ίδια εγκύκλιος αποκαλύπτει ότι «ορισμένες εταιρείες προβαίνουν στην τιμολόγηση των μέτρων δέουσας επιμέλειας που σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3691/2008 υποχρεούνται να εφαρμόζουν, τόσο προς τους πελάτες τους πριν από τη σύναψη επιχειρηματικών σχέσεων ή την διενέργεια της συναλλαγής, όσο και προς τους υπάρχοντες πελάτες τους σε περιοδική βάση ανάλογα με το βαθμό κινδύνου κάθε πελάτη καθώς και σε έκτακτη βάση την κατάλληλη χρονική στιγμή». Για τον λόγο αυτό, δίνει οδηγία ότι οι χρεώσεις αυτές υπόκεινται στον υψηλό συντελεστή ΦΠΑ 24%, ο οποίος και πρέπει να επιβάλλεται –προφανώς σε όλους και όχι μόνον στους… παράνομους συναλλασσομένους.