Οι εργοδότες οφείλουν να καταβάλουν το επίδομα αδείας στους εργαζομένους πριν από την έναρξη της καλοκαιρινής άδειας. Το ποσό μπορεί να προκαταβληθεί είτε εξ ολοκλήρου στην αρχή της άδειας, είτε σε δόσεις μαζί με τις τακτικές αποδοχές.
Σε περιπτώσεις άρνησης χορήγησης άδειας εκ μέρους του εργοδότη, η εργατική νομοθεσία προβλέπει την υποχρέωση καταβολής διπλών αποδοχών για το διάστημα της μη ληφθείσας άδειας. Δηλαδή, οι αποδοχές για τον χρόνο άδειας καταβάλλονται με προσαύξηση 100%.
Με τα νέα δεδομένα, το επίδομα αδείας ανέρχεται πλέον σε 589,41 ευρώ, αντί των 556,05 ευρώ που ίσχυαν προηγουμένως.
Αναπροσαρμογή λόγω αύξησης του κατώτατου μισθού
Για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, το επίδομα παρουσιάζει αύξηση, καθώς από την 1η Απριλίου 2025, ο βασικός μισθός διαμορφώθηκε στα 880 ευρώ μεικτά, σε σύγκριση με τα 830 ευρώ μεικτά που ίσχυαν πριν.
Πώς γίνεται ο υπολογισμός
Το ποσό του επιδόματος αδείας καθορίζεται με βάση το διάστημα εργασίας του εργαζόμενου και τις πραγματικά καταβαλλόμενες τακτικές αποδοχές. Ο νόμος ορίζει ότι:
-
Το επίδομα δεν πρέπει να υπερβαίνει 15 ημέρες μισθού για όσους πληρώνονται με μηνιαίο μισθό, και 13 ημερομίσθια για όσους αμείβονται ανά ημέρα, ποσοστά ή άλλο τρόπο.
-
Οι εργαζόμενοι που λαμβάνουν μισθό, δικαιούνται το μισό μηνιαίο μισθό ως επίδομα.
-
Οι ημερομίσθιοι δικαιούνται 15 ημερομίσθια.
Για την καλύτερη εξυπηρέτηση των εργαζομένων, διατίθεται ηλεκτρονική εφαρμογή από το ΚΕΠΕΑ, μέσω της οποίας μπορεί κανείς να υπολογίσει το ακριβές ποσό (δείτε εδώ).
Όροι και προθεσμίες για τη χορήγηση άδειας
Βάσει των σχετικών προβλέψεων:
-
Κάθε εργαζόμενος έχει δικαίωμα σε ετήσια άδεια με αποδοχές, η οποία ορίζεται κατόπιν συμφωνίας με τον εργοδότη.
-
Ο εργοδότης είναι νομικά υποχρεωμένος να εγκρίνει την άδεια εντός δύο μηνών από την υποβολή του σχετικού αιτήματος.
-
Η καλοκαιρινή άδεια πρέπει να παρέχεται από την 1η Μαΐου έως και την 30ή Σεπτεμβρίου, τουλάχιστον στο 50% του προσωπικού μιας επιχείρησης.