Επιμένουν να επενδύουν στην Κίνα τα funds

    Ημερομηνία:

    Παρά τις μεγάλες απώλειες που προκάλεσε στον επιχειρηματικό κόσμο η εκστρατεία του Πεκίνου κατά των τεχνολογικών κολοσσών και γενικότερα κατά όσων αναρριχήθηκαν ραγδαία και απέκτησαν δυσανάλογα μεγάλη επιρροή, οι μεγάλοι επενδυτές εξακολουθούν να προτιμούν την Κίνα.

    Οπως σχολιάζει σχετικό ρεπορτάζ του αμερικανικού δικτύου CNN, πολλοί έσπευσαν να παρομοιάσουν με την Πολιτιστική Επανάσταση του Μάο Τσετούνγκ την επίθεση που εξαπέλυσε το Πεκίνο κατά των ιδιωτικών επιχειρήσεων κάθε είδους, συμπεριλαμβανομένων ακόμα και των φροντιστηρίων. Και όμως, τα ηχηρότερα ονόματα του κόσμου των επενδύσεων επιμένουν πως είναι ο κατάλληλος καιρός για να τοποθετηθούν σε κινεζικούς τίτλους. «Δεν έχει αλλάξει τίποτε όσον αφορά τους λόγους  που καθιστούν ελκυστική την Κίνα», τονίζει ο Λούκα Παολίνι, υπεύθυνος στρατηγικών επιλογών της Pictet Asset Management, επενδυτικού βραχίονα της ελβετικής τράπεζας Pictet Group, που διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία ύψους 746 δισ. δολ. Την άποψή του συμμερίζονται πολλά μεγάλα ονόματα του χώρου, όπως η Fidelity, και η μεγαλύτερη στον κόσμο εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, BlackRock, που εξακολουθούν να συνιστούν στην πελατεία τους να αγοράζει κινεζικούς τίτλους, «αν και με κάποια προσοχή».

    Ακόμη και η Goldman Sachs, που προσφάτως εξέφρασε την εκτίμηση ότι η εκστρατεία του Πεκίνου κατά των «αλαζονικών» επιχειρήσεων είχε ως αποτέλεσμα να χαθούν 3,1 τρισ. δολάρια από τη χρηματιστηριακή αξία των κινεζικών επιχειρήσεων ανά τον κόσμο, εξακολουθεί να τάσσεται υπέρ της έκθεσης στην Κίνα.

    Στρατηγικοί αναλυτές του επενδυτικού κολοσσού υποστηρίζουν πως «το αβέβαιο επιχειρηματικό περιβάλλον» δεν ανατρέπει ουσιαστικά τους λόγους για τους οποίους συμφέρει η αγορά κινεζικών μετοχών. Αναγνωρίζουν, βέβαια, πως οι εισηγμένες σε χρηματιστήρια εκτός Κίνας κινεζικές εταιρείες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν κάποιες δυσκολίες, καθώς τις έχουν θέσει στο στόχαστρό τους οι ρυθμιστικές αρχές τόσο της Κίνας όσο και των ΗΠΑ. Επιμένουν όμως να δίνουν έμφαση στη «μακροπρόθεσμη» αξία αυτών των εταιρειών και απλώς αναφέρουν πως «θέλουν να περιμένουν μέχρις ότου διασαφηνιστεί το ρυθμιστικό πλαίσιο».

    Σε γραπτή σύστασή τους προς την πελατεία τους, την περασμένη εβδομάδα, τόνισαν ότι η Κίνα «έχει μεγάλο δυναμικό οικονομικής ανάπτυξης και αύξησης κερδών στο παγκόσμιο πλαίσιο». Σημειωτέον ότι τον Ιούλιο, εκτός από την αποτίμηση της συνολικής ζημίας στη χρηματιστηριακή αξία των κινεζικών εταιρειών, τα στελέχη της Goldman Sachs ανέφεραν πως κάποιοι πελάτες ζήτησαν να ενημερωθούν κατά πόσον «είναι ανεπίδεκτη επενδύσεων η κινεζική αγορά». Τους απάντησαν, όμως, πως δεν θεωρούν πιθανή την επιβολή υπερβολικά αυστηρών ρυθμίσεων σε όλους τους τομείς των επιχειρήσεων, ενώ βλέπουν θετικά ορισμένες πλευρές της πολιτικής του Πεκίνου. Μεταξύ άλλων, τη στήριξη που προσφέρει στην ανάπτυξη των τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των δικτύων πέμπτης γενιάς (5G) αλλά και τα δισεκατομμύρια που επενδύει η Κίνα στην παραγωγή μικροεπεξεργαστών προκειμένου να εξισωθεί με τις πιο ανεπτυγμένες βιομηχανικά χώρες.

    Σχολιάζοντας τις μαζικές πωλήσεις μετοχών «αδιακρίτως» ποιότητας που προκάλεσε η εκστρατεία του Πεκίνου, η Βικτόρια Μίο, διευθύντρια του τομέα Ασίας στη Fidelity International, τονίζει πως δημιούργησαν επενδυτικές ευκαιρίες για όποιον σκέφτεται μακροπρόθεσμα. Επισημαίνει, επίσης, πως «παρά τις πολιτικές εντάσεις σε ορισμένους τομείς, η Κίνα αναμένεται να εμφανίσει ικανοποιητική οικονομική ανάπτυξη μέσα στην επόμενη δεκαετία», ενώ η ίδια υπογραμμίζει και την αυξανόμενη αγοραστική δύναμη της μεσαίας τάξης στη χώρα.

    Κάποιοι άλλοι στρατηγικοί αναλυτές επικαλούνται, μεταξύ άλλων, και την αξία άλλων περιουσιακών στοιχείων της Κίνας. Ο Παολίνι της Pictet Asset Management, για παράδειγμα, επισημαίνει ότι το γιουάν είχε καλύτερη επίδοση φέτος από άλλα μεγάλα διεθνή νομίσματα, καθώς έχει ενισχυθεί κατά 1% έναντι του δολαρίου. Οσον αφορά τα ομόλογα του κινεζικού δημοσίου, έχουν επίσης κινηθεί ικανοποιητικά, αποφέροντας κέρδη 3,5%, όταν ο παγκόσμιος δείκτης κρατικών ομολόγων της JPMorgan σημείωσε ζημία 1,1% στο ίδιο χρονικό διάστημα. Σχολιάζοντας, έτσι, το ερώτημα των πελατών της Goldman Sachs τονίζει με έμφαση ότι «η Κίνα σαφώς παραμένει απολύτως κατάλληλη για να τοποθετηθούν στους τίτλους της οι ξένοι επενδυτές».

    Μιλώντας στο CNN, πάντως, οι αναλυτές της Goldman Sachs υπογραμμίζουν πως μια επένδυση πρέπει να είναι προϊόν τακτικής. Αναφέρουν ενδεικτικά ότι πράγματι οι τομείς των ΜΜΕ, των υπηρεσιών καταναλωτή, της παιδείας, του λιανικού εμπορίου, των μεταφορών και της βιοτεχνολογίας μπορεί να κινδυνεύουν από την επιβολή αυστηρού ρυθμιστικού πλαισίου. Διευκρινίζουν, όμως, πως το Πεκίνο επιλέγει να αντιμετωπίσει επιθετικά τα προβλήματα κοινωνικής ή και πολιτισμικής φύσης που συχνά προκαλούν με τη λειτουργία τους αυτοί οι κλάδοι της οικονομίας. Ενδεικτική είναι τελικά η επισήμανση της Κατρίν Γιουνγκ, διευθύντριας επενδύσεων στη Fidelity International, ότι «είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς την κατεύθυνση που θα έχουν οι μελλοντικές πολιτικές επιλογές, αλλά η αβεβαιότητα μπορεί να μειωθεί όταν αποφεύγει κανείς τις μετοχές τομέων με υπερβολικά υψηλές αποτιμήσεις και υπερβολικές προσδοκίες».

    Κοινοποίηση:

    Τελευταία Νέα

    Κοινοποίηση:

    Περισσότερα Άρθρα
    Σχετικα

    efood: Η κερδοφορία που στηρίζουν τα… μηχανάκια διανομής

    Από τη μία η αύξηση των καταστημάτων που εισήλθαν...

    Reuters: Η Ελλάδα βρίσκεται σε συνομιλίες με το Ισραήλ για την ανάπτυξη «Iron Dome» ύψους 2 δισ. ευρώ

    Η Ελλάδα βρίσκεται σε συνομιλίες με το Ισραήλ για...
    Best Shop