Την έναρξη κλαδικής έρευνας στην ελληνική ακτοπλοΐα αποφάσισε η Επιτροπή Ανταγωνισμού, καθώς μεταξύ άλλων διαπιστώνει χαρακτηριστικά ολιγοπωλίου, με δύο μεγάλες εταιρείες/ομίλους να κατέχουν το 60% του στόλου στην ακτοπλοΐα μεσαίων και μεγάλων αποστάσεων, ενώ δείχνει να την απασχολεί και η «παρατηρούμενη εξέλιξη των τιμών στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια».

Στη σχετική απόφαση που έλαβε στις 15/4/2025 και τη δημοσιοποίησε σήμερα, η Επιτροπή Ανταγωνισμού (ΕΠΑΝΤ) σημειώνει ότι η ακτοπλοΐα είναι κρίσιμος κλάδος όχι μόνο για την ελληνική οικονομία αλλά και για την εδαφική και κοινωνική συνοχή της χώρας μας.
Αφενός, με δεδομένο τον ιδιόμορφο νησιωτικό χαρακτήρα της χώρας, αποτελεί το κύριο μέσο εγχώριας συγκοινωνίας και μεταφοράς προϊόντων και επιβατών από και προς τα νησιά. Ως εκ τούτου, διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στην εδαφική συνοχή της χώρας, ενώ παράλληλα συνεισφέρει και στο εξαγωγικό εμπόριο μέσω των διεθνών γραμμών της Αδριατικής. Ως αποτέλεσμα, επισημαίνει η ΕΠΑΝΤ, η ακτοπλοϊκή μεταφορική υπηρεσία αποκτά τη λογική δημόσιας υπηρεσίας κοινής ωφέλειας, μιας υπηρεσίας, δηλαδή, που πρέπει, για λόγους δημόσιου συμφέροντος, να παρέχεται επαρκώς, εάν όχι αδιάλειπτα, καθώς αποτελεί βασική πτυχή προώθησης της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής και της αειφόρου ανάπτυξης των νησιωτικών περιοχών.
Στη συνέχεια η ΕΠΑΝΤ εστιάζει στα σημεία που προβληματίζουν επισημαίνοντας μεταξύ άλλων ότι ο ανταγωνισμός στην ακτοπλοϊκή αγορά έχει χαρακτηριστικά ολιγοπωλίου, με δύο μεγάλες εταιρείες/ομίλους να κατέχουν το 60% του στόλου στην ακτοπλοΐα μεσαίων και μεγάλων αποστάσεων. Παρά την πλήρη απελευθέρωση της αγοράς με την άρση του καμποτάζ (σταδιακά από το 2002), η ποιότητα της ακτοπλοϊκής υπηρεσίας (υπό την έκφανση της ηλικίας στόλου, του χρόνου ταξιδιού κ.λπ.) και η προσβασιμότητα πολλών νησιών παραμένουν χαμηλές (με εξαίρεση ορισμένες γραμμές με αυξημένη τουριστική κίνηση), ενώ δεν υπάρχουν ενδείξεις ενίσχυσης του ανταγωνισμού και εισόδου νέων εταιρειών.
Επιπλέον εστιάζει και στο καθεστώς των άγονων γραμμών αναδεικνύοντας ότι το κόστος για τον κρατικό προϋπολογισμό αυτών των συμβάσεων εκτιμάται ότι έχει αυξηθεί σε απόλυτους αριθμούς κατά 1.400% από την απελευθέρωση της αγοράς μέχρι σήμερα (από 10 εκατ. ευρώ το 2001 σε 152 εκατ. το 2024).

Μέσω της κλαδικής έρευνας, η Επιτροπή Ανταγωνισμού θα διερευνήσει εις βάθος τις ανωτέρω προκαταρτικές παρατηρήσεις και εν γένει τις συνθήκες ανταγωνισμού στον κλάδο της ελληνικής ακτοπλοΐας προκειμένου να διαπιστώσει τυχόν στρεβλώσεις και να υποβάλει προτάσεις για την ενίσχυση του ανταγωνισμού στην αγορά.
Η κλαδική αυτή έρευνα είναι ανεξάρτητη από τις εν εξελίξει υποθέσεις για τη διερεύνηση τυχόν παραβάσεων του Ν. 3959/2011 ή/και της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαικής Ενωσης από επιχειρήσεις δραστηριοποιούμενες στον κλάδο της ακτοπλοΐας, για τις οποίες εκδόθηκαν δελτία Τύπου κατόπιν των σχετικών αιφνίδιων επιτόπιων ελέγχων τον Σεπτέμβριο του 2024.
Στο μεταξύ, το πρόβλημα της ανανέωσης του ακτοπλοϊκού στόλου στην Ελλάδα και της πράσινης μετάβασης απασχόλησε χθες το Posidonia Seatourism Forum που ολοκλήρωσε τις εργασίες του στο Ηράκλειο. Το κόστος για την αντικατάσταση των παλαιών 70-75 πλοίων εκτιμάται ότι ανέρχεται στα 4 δισ. ευρώ, είπε ο Μανώλης Κουτουλάκης, γενικός γραμματέας Νησιωτικής Πολιτικής και Αιγαίου του υπουργείου Ναυτιλίας.