Ο Μπελέρης -και δεν ήταν ο μόνος- μεγάλωσε με ιστορίες των παππούδων του για την Ελλάδα και τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο του 1940-1941, ακούγοντας κρυφά ελληνικό ραδιόφωνο, πανηγυρίζοντας με κλειστά παραθυρόφυλλα τη νίκη της Εθνικής Ελλάδας στο Ευρωμπάσκετ του 1987 ή ατενίζοντας για ώρες τα φώτα της Κέρκυρας απέναντι, με τη σκέψη του να ταξιδεύει νοερά στην πατρίδα για την οποία τόσα είχε ακούσει αλλά ποτέ δεν είδε.
Το τέλος των λυκειακών του σπουδών, έρχεται μαζί με τη πτώση του Κομμουνιστικού Καθεστώτος στην Αλβανία και το άνοιγμα των συνόρων. Ήταν από τους πρώτους που εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα μαζί με άλλους συμπατριώτες του. Αρχικά στην Ζάκυνθο και στη συνέχεια στην Αθήνα.
Εποχές δύσκολες με το νου στην Χειμάρρα
Οι εποχές δύσκολες, παράλληλα με τις σπουδές του στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ο νέος δήμαρχος Χειμάρρας εργάστηκε ως υδραυλικός για να λειτουργήσει γρήγορα τη δική του εταιρεία. Όμως αν και χιλιόμετρα μακριά, ουδέποτε δεν λησμόνησε την ιδιαίτερη πατρίδα του και τους συμπατριώτες που έμειναν πίσω να «φυλάττουν Θερμοπύλες», όπως έλεγε σε κάθε ευκαιρία.
Όλα αυτά τα χρόνια ο ίδιος συμμετείχε ενεργά σε συλλόγους και πολιτικούς φορείς της ομογένειας. Αρχικά ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Χειμαρριωτών Πελοποννήσου και Ιονίων Νήσων, ενώ από το 2006 έως το 2011 Γ.Γ. και πρόεδρος της Ένωσης Χειμαρριωτών στην Αθήνα. Μοναδικό του μέλημα, από όλες τις θέσεις που κατείχε, η εξασφάλιση των νόμιμων δικαιωμάτων των Ελλήνων της Χειμάρρας όπως απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο και τις διεθνείς συμβάσεις που και τα Τίρανα έχουν υπογράψει. Στις δημοτικές εκλογές του 2003 στην Χειμάρρα μάλιστα, ως εκλογικός αντιπρόσωπος στο χωριό Πύλιουρι, εμπόδισε με κίνδυνο της ζωής του την κλοπή της κάλπης από παρακρατικούς.
Ο αγώνας αυτός δεν ήταν εύκολος, αλλά ουδέποτε τον πτόησε. Ακόμη και όταν οι αλβανικές Αρχές τον κατηγόρησαν για συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση, με ένα έωλο κατηγορητήριο που στη συνέχεια κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Η καταδίκη του αρχικά σε τρία χρόνια φυλάκιση, με μια διαδικασία-παρωδία, μοναδικό στόχο της είχε τον εκφοβισμό όσων Ελλήνων της Χειμάρρας τολμούσαν και ζητούσαν δημόσια τα δικαιώματά τους.
Έτσι, μπορεί για μεγάλο χρονικό διάστημα να μη μπόρεσε να βρεθεί στην ιδιαίτερη πατρίδα του, αλλά στις πορείες διαμαρτυρίας, στις συναντήσεις με εκπροσώπους της ελληνικής κυβέρνησης, ξένων χωρών κ.λπ. ήταν σαν να ταξίδευε νοερά στην αγαπημένη του Χειμάρρα. Το αισθανόταν και σαν τάμα προς τους παππούδες του, που διατήρησαν αλώβητη την ελληνική ψυχή τους, παρά τα προβλήματα και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν όταν βρέθηκαν, παρά τη θέλησή τους, στην άλλη πλευρά των συνόρων.
Επιστροφή και αγώνας στην ιδιαίτερη πατρίδα
Το 2014 ο Μπελέρης επιστρέφει οριστικά με την οικογένειά του στην Χειμάρρα, για να δραστηριοποιηθεί στον τομέα του τουρισμού. Η λεγόμενη και αλβανική Ριβιέρα, αποτελεί έναν ιδανικό καλοκαιρινό προορισμό και τόπο που οι ομογενείς μπορούν να δραστηριοποιηθούν επαγγελματικά αν η κυβέρνηση Ράμα όλα αυτά τα χρόνια δεν στοχοποιούσε τα παραθαλάσσια… φιλέτα. Στην πλειοψηφία τους ιδιοκτησίες ομογενών αλλά και της εκκλησίας. Η προάσπιση της ακίνητης περιουσίας των Χειμαρριωτών, που κληρονόμησαν από τους προγόνους τους, ήταν ένας από τους πλέον δυνατούς αγώνες που δίνει όλα αυτά τα χρόνια ο νέος δήμαρχος Χειμάρρας, προσπαθώντας να βάλει τέλος στην αυθαιρεσία της αλβανικής κυβέρνησης και των φίλων-μεγαλοεργολάβων του πρωθυπουργού Ράμα, όπως πολλές φορές έχουν καταγγείλει και αντιπολιτευόμενες εφημερίδες.
Η κόντρα Ράμα – Μπελέρη κρατάει από εκείνη την εποχή και συνεχίζεται έως τις μέρες μας, με την στημένη προφυλάκιση λόγω «εξαγοράς ψήφων» που στήθηκε παραμονές των εκλογών.
Η περιοχή της Χειμάρρας, όπως και άλλες περιοχές με έντονο το ελληνικό στοιχείο, δεν ανήκει στη μειονοτική ζώνη που αναγνωρίζει η Αλβανία και καλύπτει μόλις 99 χωριά της επαρχίας Αργυροκάστρου. Ο Ράμα, αν και υποστηρίζει πως η Χειμάρρα ήταν «πάντοτε αλβανική», παλαιότερα είχε δηλώσει πως εκεί «ζει ελληνική μειονότητα», προκαλώντας αίσθηση, αφού επίσημη θέση των Τιράνων είναι πως οι Έλληνες της Χειμάρρας είναι ουσιαστικά «δίγλωσσουι» Αλβανοί.
Με τον ίδιο ζήλο που ο Μπελέρης υπερασπίζεται τον αγώνα των συμπατριωτών του για την απόκτηση των νόμιμων δικαιωμάτων τους, αντίστοιχα εργάζεται για να εξασφαλίσει καλύτερες συνθήκες ζωής στους Αλβανούς που ζουν στα όρια του δήμου και κυρίως της περιοχής Βράνιστα, που οι δημόσιες υποδομές είναι πρωτόγονες. Τα αποτελέσματα των εκλογών και σε μουσουλμανικά χωριά του δήμου Χειμάρρας, μαρτυρούν την αποδοχή του.
Όμως, παρά τη μεγάλη -αλλά δύσκολη- νίκη, τα προβλήματα φαίνεται πως τώρα ξεκινούν για τον Φρέντι Μπελέρη, μια και ο Αλβανός πρωθυπουργός Έντι Ράμα φαίνεται πως δεν έχει τη διάθεση να απωλέσει τον έλεγχο της παραθαλάσσιας πόλης που εξακολουθεί να παραμένει φιλέτο. Προφυλακισμένος στα Τίρανα, ο Μπελέρης σχεδιάζει ήδη πως θα βάλει την πόλη στον ευρωπαϊκό χάρτη, ως ένα σύγχρονο δήμο φιλικό και προσβάσιμο στους κατοίκους της, Έλληνες και Αλβανούς. Ξέρει πως ο δρόμος δεν θα είναι εύκολος έχοντας απέναντι του έναν απρόβλεπτο Ράμα. Ωστόσο όπως συνηθίζει να λέει με νόημα: «Ο βρεγμένος δεν τη φοβάται τη βροχή».
Ο Μπελέρης είναι παντρεμένος με την Αντωνία Τάτου και έχει δύο παιδιά, την Ερμιόνη και τον Πέτρο, που βοήθησαν σημαντικά τον αγώνα για τελική επικράτηση.